Eργατικό Αντιϊμπεριαλιστικό Μέτωπο

[επικοινωνία: eametopo1985@gmail.com]

  • Κατηγορίες

  • Πρόσφατα

  • Τρέχον μήνας

    Μαΐου 2024
    Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
     12345
    6789101112
    13141516171819
    20212223242526
    2728293031  
  • Κατάλογος

Μιχάλης Βασιλάκης-κείμενα

Η θέση και η απάντηση της Αριστεράς

Posted by eamgr στο 31 Μαΐου, 2022

Εισήγηση του Μιχάλη Βασιλάκη στην ολομέλεια του Εργατικού Αντιιμπεριαλιστικού Μετώπου, τον Σεπτέμβρη του 2007

Ένα κείμενο γραμμένο δεκαπέντε χρόνια πριν που δεν χάνει την επικαιρότητα του και οι επισημάνσεις του εξακολουθούν να δίνουν απαντήσεις αλλά κυρίως  έναν άλλο τρόπο διαλεκτικής σκέψης και αναζήτησης.  

Στην πολιτική φιλολογία όλο και πιο έντονα αποτυπώνονται διαπιστώσεις που υποδηλώνουν ότι ο κόσμος από δεκαετίες ήδη βρίσκεται σε μια διαρκή μεταβατική φάση που όμως καμιά συλλογικότητα – παρά τις επιμέρους προσεγγίσεις – δεν φαίνεται έτοιμη, πρόθυμη και ικανή να τις αντιμετωπίσει τόσο θεωρητικά όσο και στο επίπεδο της πολιτικής πράξης.

Βάση και εποικοδόμημα διαπερνούνται από αντιθέσεις και αντιφάσεις που δεν μπορούν ούτε να ερμηνευτούν, ούτε να ξεπεραστούν, ούτε να χωρέσουν στις κλασικές αντιλήψεις περί ελεύθερης αγοράς και τα πρότυπα του αστικοδημοκρατικού κοινοβουλευτισμού.

Φαινόμενα βοναπαρτισμού και πολιτικού ολοκληρωτισμού σε εθνική και διεθνική κλίμακα εξελίσσονται, γενικεύονται και διαπερνούν το εποικοδόμημα του αστικού κράτους και το σύνολο των θεσμών του, αναιρώντας ακόμη και βασικές αρχές της αστικοδημοκρατικής οργάνωσης και λειτουργίας μιας κοινωνίας. Φαινόμενα βοναπαρτισμού και πολιτικού ολοκληρωτισμού σε εθνική και διεθνική κλίμακα εξελίσσονται, γενικεύονται και διαπερνούν το εποικοδόμημα του αστικού κράτους και το σύνολο των θεσμών του, αναιρώντας ακόμη και βασικές αρχές της αστικοδημοκρατικής οργάνωσης και λειτουργίας μιας κοινωνίας.

Το ξεπέρασμα του πλέγματος στασιμότητας και η αλματώδικη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων φαίνεται να βασίστηκε και να βασίζεται σε συντελούμενες εκτεταμένες και βαθύτερες τροποποιήσεις των κοινωνικών σχέσεων που περιλαμβάνουν τόσο τα γενικότερα χαρακτηριστικά και το περιεχόμενο της μισθωτής εργασίας, όσο και τις λειτουργίες του κεφαλαίου και τις μορφές άσκησης της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας. Αυτές οι αλλαγές και στα δύο επίπεδα αποτελούν σημαντική και ορατή αναντιστοιχία με τις κλασικές μορφές του αστικού κοινωνικοπολιτικού συστήματος διαχείρισης της εξουσίας.

Το πολιτικό σύστημα έτσι φέρνει έντονα τα σημάδια αστάθειας, ρευστότητας και μεταβατικότητας με μόνη σταθερή κατεύθυνση την εκχώρηση της λειτουργικής αυτονομίας του αστικού κράτους στους καθαρούς ταξικούς θεσμούς άσκησης της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας. Ένα σημαντικό πολιτικό κενό εμφανίζεται που δεν έχει να κάνει με μια συγκυριακή και περιορισμένη πολιτική κρίση, αλλά με εγγενείς αδυναμίες του συστήματος να εκπροσωπήσει κοινωνικά συμφέροντα και να αντιμετωπίσει τη σύγκρουσή τους μέσα από τις κοινωνικοπολιτικές συμμαχίες των πολιτικών κομμάτων.

Στίγμα και θεμέλιο αυτής της μεταβατικής εποχής αποτέλεσε ο θατσερικός μονεταρισμός και ο ρηγκανισμός, για να διαμορφωθούν προοδευτικά με την κατάρρευση του Σοβιετικού συνασπισμού ως νεοφιλελευθερισμός με συγκεκριμένο ιδεολογικό, πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό περιεχόμενο σε παγκόσμιο σύστημα και μορφή διαχείρισης.

Το ιδεολογικό περιεχόμενο του νεοφιλελευθερισμού είναι ότι η «οικονομική ελευθερία» συνιστά απόλυτο φυσικό νόμο και αυτός είναι που καθορίζει την κοινωνική οργάνωση και λειτουργία σε όλα τα επίπεδα.

Το πολιτικό του περιεχόμενο συνίσταται στην κατάκτηση των κοινωνικών και πολιτικών όρων για την εξίσωση των όρων της σώρευσης του κεφαλαίου σε εθνικό και διεθνικό επίπεδο με βάση το μέγιστο κέρδος.

Αυτό το μέγιστο κέρδος σε απόλυτα αλλά και ποσοστιαία μεγέθη αποτελεί το οικονομικό αλλά και προσδιορίζει το κοινωνικό περιεχόμενο του νεοφιλελευθερισμού.

Μια απλή όμως εξίσωση των όρων σώρευσης του κεφαλαίου χωρίς γενικότερες μεταβολές στις κοινωνικές σχέσεις σε βάρος της εργασίας και της μισθωτής μορφής της, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον βασικό και απόλυτο νόμο της καπιταλιστικής αναπαραγωγής. Τον νόμο της αξίας και τον νόμο της οικονομικοπολιτικής ανισομετρίας. Η απλή εξίσωση των όρων σώρευσης του κεφαλαίου καθιστά αδύνατη την πραγματοποίηση της σχετικής και απόλυτης υπεραξίας, άρα και την διευρυμένη καπιταλιστική αναπαραγωγή συνολικά. Για να λειτουργήσει αυτή, χρειάζονται βαθιές και ριζικότερες τροποποιήσεις των κοινωνικών σχέσεων, των σχέσεων διανομής του κοινωνικού προϊόντος.

Τροποποιήσεις που ν’ απαντούν στην μεγεθυμένη αντίθεση ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ – ΕΡΓΑΣΙΑΣ που από την μια αρνείται την εργασία στο σύνολό της σαν κοινωνική διαδικασία, και από την άλλη επιζητά την μετατροπή της συνολικής ανθρώπινης δραστηριότητας του ατομικού εργάτη σε «εργασία». «ΟΛΟΚΛΗΡΟΣ Ο ΧΡΟΝΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑ, ΑΛΛΑ ΧΩΡΙΣ ΑΞΙΑΚΟ ΜΕΓΕΘΟΣ»  –    Δουλειά χωρίς αμοιβή.

Η μείωση της αμοιβής της εργατικής δύναμης αποτελεί έτσι τον καθοριστικό όρο και την πρωταρχική και κορυφαία προϋπόθεση της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης ώστε να εξασφαλιστεί η κεφαλαιοκρατική αναπαραγωγή. Οι έννοιες του χώρου και του χρόνου εργασίας, του μισθού και του ημερομίσθιου, των συλλογικών συμβάσεων, της κοινωνικής ασφάλισης, του ελεύθερου χρόνου, της εργασιακής ηλικίας, η οργάνωση και η αρχιτεκτονική της εργασιακής διαδικασίας πρέπει να προσαρμοστούν στην απαίτηση μηδενισμού του αξιακού μεγέθους της εργατικής δύναμης όχι μόνο στα στενά πλαίσια του έθνους – κράτους, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο.

Το εννοιολογικό περιεχόμενο του όρου «απασχόληση» που και τυπικά έχει αντικαταστήσει τον όρο «εργασία» εμπεριέχει τόσο την μεγεθυμένη αυτή αντίθεση ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ – ΕΡΓΑΣΙΑΣ όσο και την απάντηση του νεοφιλελευθερισμού σ’ αυτήν.

Την απάντησή του ο νεοφιλελευθερισμός βασίζει σε δυο αντικειμενικούς όρους:

1. Στην συνεχή και μαζική αποειδίκευση της ζωντανής εργασίας που εμπεριέχει η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων καθ’ εαυτή.

2. Στην διάσπαση της αντιθετικής ενότητας «εθνικό κεφάλαιο – μισθωτή εργασία» στην οποία εδράζεται το παραδοσιακό καπιταλιστικό έθνος – κράτος.

Ο νεοφιλελευθερισμός από την άποψη αυτή δεν παράγεται από τα «εγκληματικά» ιδεολογικά γονίδια των ιδεολογικών και πολιτικών εκφραστών του. Απαντά από την μεριά του κεφαλαίου φυσικά σε υπαρκτές αντιθέσεις της κοινωνικής αναπαραγωγής και εξέλιξης.

Δεν είναι μια συγκυριακή μορφή διαχείρισης ανάμεσα στα ιστορικά ρεύματα μονεταρισμός – κρατικός παρεμβατισμός. Τα υπερβαίνει και τα ενοποιεί σε μια ολοκληρωτική μορφή.

Από τη μια προβάλει με άμεσο, ευθύ και απόλυτο τρόπο την ιδεολογία πάνω στην οικονομική βάση (η οικονομική ελευθερία αποτελεί μέσο και στόχο ) και από την άλλη γιγαντώνει τον κρατικό παρεμβατισμό του νέου, ιμπεριαλιστικού, διεθνοποιημένου κράτους.

Στην αποειδίκευση της εργασίας στηρίζει την διάρθρωση μιας νέας εργασιακής διαδικασίας μια νέα αρχιτεκτονική του εργασιακού προτσές για την επέκταση των μορφών, των ορίων και του χρόνου κατανάλωσης της εργατικής δύναμης.

Πραγματοποιεί ταυτόχρονα και μέσα από αυτά, μια τεράστια διαφορικοποίηση της ζωντανής εργασίας σε βάθος και έκταση, συμπιέζοντας προς τα κάτω την αμοιβή της εργατικής δύναμης.

Στην πραγματική αντίθεση ανάμεσα στην πλέρια κοινωνικοποίηση της εργασίας και την πλέρια αποξένωση του ατομικού εργάτη από το προϊόν της εργασίας του, ο νεοφιλελευθερισμός απαντά με νέους όρους υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο μετατρέποντας μάλιστα και κάθε πτυχή του ελεύθερου χρόνου σε εργασία. Γνώση, υγεία, πολιτισμός αθλητισμός…. γίνονται εμπορεύματα που στην παραγωγή τους συμμετέχουν ουσιαστικά και οι καταναλωτές τους μέσα από την καθ’ εαυτή διαδικασία κατανάλωσής τους.

Η δυνατότητα επιβίωσης του νέου διεθνοποιημένου κράτους καθορίζεται μόνο από την δυνατότητά του να συμμετέχει στην παγκόσμια κεφαλαιοκρατική αναπαραγωγή με τους όρους που καθορίζει ο νεοφιλελευθερισμός και ο συσχετισμός δύναμης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στην κατεύθυνση των γεωπολιτικών αναδιατάξεων που συντελούνται.

Η σημερινή θέση και λειτουργία του χρηματιστηριακού κεφαλαίου αποκαλύπτει σε βάθος τα χαρακτηριστικά του νέου ιμπεριαλιστικού κράτους των νέων πεδίων ενότητας του ιμπεριαλισμού, αλλά και την κατεύθυνση όξυνσης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών.

Αυτονομημένο από τον καθ’ αυτό παραγωγικό κύκλο διεκπεραιώνει γενικότερες οικονομικές και πολιτικές λειτουργίες. Συγκεντροποιεί την νομισματική και πιστωτική πολιτική σε ελάχιστα ιμπεριαλιστικά κέντρα, μέσα από «υπερεθνικούς» οργανισμούς, απελευθερώνει τις μονοπωλιακές συμμαχίες από εθνικούς περιορισμούς, ρυθμίζει τους παραγωγικούς κύκλους σε παγκόσμια κλίμακα, με πρωτοφανή αυτοματισμό.

Τεράστια επιθετικά κεφάλαια διεθνικού χαρακτήρα (κατά κύριο λόγο λιμνάζοντα) διεκπεραιώνουν άμεσα πολιτικές λειτουργίες των ιμπεριαλιστικών κέντρων και των ομάδων της άρχουσας τάξης που διαχειρίζονται την εξουσία σ’ αυτά. Ο ιμπεριαλισμός γίνεται εσωτερικός όρος ύπαρξης κάθε κεφαλαιοκρατικού κοινωνικού σχηματισμού ανεξάρτητα από το επίπεδο και την διάρθρωση της εσωτερικής του αγοράς. Η ιμπεριαλιστική ηγεμονία και η επιδίωξή της καθίσταται ο καθοριστικός παράγοντας της παγκόσμιας οικονομικοπολιτικής «σταθερότητας» εκτινάσσοντας στα ύψη και καθολικοποιώντας τους ανταγωνισμούς.

Ο νεοφιλελευθερισμός αναδείχνεται συνολικά σε ακρότατη έκφραση της δικτατορίας της αστικής τάξης. Οι ανάγκες της κεφαλαιοκρατικής αναπαραγωγής και η νεοφιλελεύθερη απάντηση σ’ αυτές, με τις βαθιές τροποποιήσεις στο κοινωνικό καταμερισμό της εργασία σε εθνική και διεθνική κλίμακα απαιτούν πλήρη ρήξη με την εργατική τάξη και τις ευρύτερες εργαζόμενες λαϊκές μάζες. Απαιτούν πλήρη ρήξη με κάθε δημοκρατική προοδευτική εγγύηση περιέχει το έθνος-κράτος για τις δυνάμεις της εργασίας. Οδηγούμαστε έτσι σ’ ένα γενικευμένο κοινωνικό πολιτικό εκφασισμό που εκφράζεται με την ουσιαστική και τυπική άρνησης της ταξικής πάλης σ’ όλα τα επίπεδα και σε παγκόσμια κλίμακα.

Επιστροφή σε προνεοφιλελεύθερες μορφές διαχείρισης είναι απόλυτα αδύνατες για την παγκόσμια νεοφιλελεύθερη αλυσίδα. Αυτό μπορεί να συντελεστεί μόνο κάτω από γενικευμένη παγκόσμια κρίση ή κάτω από μια διαλυτική και αποδιαρθρωτική κρίση μιας από τις συντελούμενες ιμπεριαλιστικές, καπιταλιστικές ολοκληρώσεις με τις ανάλογες συνέπειες και εξελίξεις για τον όποιο εθνικό κοινωνικό σχηματισμό της περιφέρειας.

Μια τέτοια προοπτική είναι δυνατό να γνωρίσει η Ελλάδα που εξακολουθεί – για πολλαπλούς λόγους – να παραμένει αδύνατος κρίκος σε μια κεντρική γεωπολιτική περιοχή.

 Η κατάσταση στην παγκόσμια σοσιαλδημοκρατία και η αδυναμία της να συγκροτήσει πολιτική πρόταση, να προβάλλει στρατηγική και τακτική μετά την πρώτη φάση διαμόρφωσης του νεοφιλελευθερισμού σε παγκόσμιο σύστημα, αποτελεί απόδειξη για την έλλειψη αντικειμενικών όρων, ρεφορμιστικών κενσιανικού τύπου μορφών διαχείρισης της σημερινής καπιταλιστικής πραγματικότητας.

Η σοσιαλδημοκρατία προσχώρησε στο νεοφιλελευθερισμό και διαχειρίστηκε την πρώτη φράση επιβολής και διαμόρφωσης του νεοφιλελευθερισμού σε παγκόσμιο σύστημα θεωρώντας τον σαν «μέσο» μιας δήθεν μετα-ιμπεριαλιστικής δημοκρατικής ουτοπίας, παραμένει και σήμερα διαχειριστική δύναμη του νεοφιλελευθερισμού όμως σημαντικά αποδυναμωμένη καθώς δεν μπορεί με την όποια ανασυγκρότησή της να καλύψει σαν κοινωνικοπολιτική συμμαχία το πολιτικό κενό που και η ίδια δημιούργησε με την επίθεσή της στην εργατική τάξη και τις λαϊκές μάζες, εκπροσωπεί επιθετικούς νεοφιλελεύθερους κύκλους της άρχουσας τάξης, όμως παρουσιάζει πολιτικές αδυναμίες για το σύστημα καθώς οι ιδεολογικές και πολιτικές ανάγκες την κάνουν να επικαλείται την παρέμβαση των μαζών και των κοινωνικών συλλογικοτήτων τους.

Η ακόμη μεγαλύτερη κεντροφιλελεύθερη προσαρμογή της σοσιαλδημοκρατίας που επιδιώκεται από την ηγεμονεύουσα ομάδα της αστικής ηγεσίας της, την απειλεί με ανεξέλεγκτη διάσπαση και πολιτική περιθωριοποίηση.

Η κεντροδεξιά με σημαία την αποϊδεολογικοποίηση και την αποπολιτικοποίηση αναγάγει τον νεοφιλελευθερισμό σε μέσο και στόχο της κοινωνικής εξέλιξης, τέρμα της ιστορίας. Συγκροτήθηκε και διαρθρώνει έξω από ιδεολογικούς και πολιτικούς όρους ένα πλήρως παρασιτικό, ανεξέλεγκτο και παμφάγο παράκεντρο κράτος μηχανισμό πολιτικής τρομοκρατίας της κοινωνίας.

Μέσα από αυτό υποτάσσει το επίσημο κράτος, τους θεσμούς και την λειτουργία τους στους καθαρούς ταξικούς θεσμούς άσκησης της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας.

Η καταστολή είναι η κορυφαία ιδεολογική και πολιτική αξία της διαχείρισής της και ο συνεκτικός κρίκος του αθύρματος των εκμεταλλευτικών συμφερόντων που συνθέτουν την κοινωνική της βάση και τις ηγεμονεύουσες φατρίες της εκφασισμένης κοινωνικοπολιτικής της συμμαχίας.

Η σύγκλιση δεξιάς και σοσιαλδημοκρατίας στην νεοφιλελεύθερη πολιτική, δεν μπορεί να αποκρύψει τις σημαντικές διαφορές ανάμεσα τους γιατί έτσι διαγράφει και αποϊδεολογικοποιεί σημαντικές πλευρές και εκφράσεις της ταξικής πάλης.

Ακόμη περισσότερο η βερμπαλιστική ταυτοποίηση των μορφών διαχείρισης και μάλιστα με άξονα και αναφορά την αστικοκοινοβουλευτική εκλογική διαδικασία κάνει ένα ακόμη μεγάλο πολιτικό λάθος. Ανάγει την εκλογική αστικοκοινοβουλευτική διαδικασία στην ανώτατη μορφή ταξικής πάλης, την στιγμή που οι ταξικοί συσχετισμοί δυνάμεων παίζονται σε άλλα επίπεδα.

Η θέση και η απάντηση της Αριστεράς

Αναμφίβολα στο χώρο της αριστεράς υπάρχουν οι πιο δημιουργικές αναζητήσεις σε θεωρητικό επίπεδο αλλά και επίπεδο πολιτικής πρακτικής για ένα συνολικότερο κοινωνικό μετασχηματισμό.

Όμως χωρίς την χειραφέτησή της από τον αστικό και μικροαστικό εκφυλισμό που οδηγήθηκαν τα κυρίαρχα ρεύματά της, η αριστερά θα συνεχίζει να χειμάζεται από ιδεολογική ανασφάλεια και πολιτική μανιοκαταθλιψία. Επικαλείται τον Μαρξισμό, αλλά ουσιαστικά τρομοκρατείται απ’ αυτόν.

Συνεχίζει να προσδιορίζεται με βάση ιστορικούς σταθμούς και προσωπικότητες του κινήματος, αποφεύγοντας επίμονα να αγγίξει τις ιστορικά εξελιγμένες αντιθέσεις της κεφαλαιοκρατικής τάξης πραγμάτων, το περιεχόμενο της γιγαντωμένης αντίθεσης κεφαλαίου – εργασίας στην σύγχρονη πραγματικότητα.

Η εξαιρετικά υπεραπλουστευμένη και γραμμική άποψή της για την κοινωνική εξέλιξη, για τις εκδηλώσεις και το περιεχόμενο των διάφορων μορφών πάλης, την καθιστούν ανίκανη να συνδέει το όραμά της με άμεσους πολιτικούς στόχους, αλλά και να οικοδομεί μια στρατηγική που τουλάχιστον να επικοινωνεί με αυτούς. 

   «Η ιδεολογία γίνεται ΠΙΣΤΗ και η πολιτική ΗΘΙΚΗ».

Όμως αυτά δεν είναι Μαρξισμός, δεν είναι Λενινισμός.

– Δεν είναι καθόλου επαναστατική θέση η αντίληψη της ηγεμονίας στην ταξική πάλη σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο με όρους πολιτικής ιδιοκτησίας που διασπά το εργατικό κίνημα στην βάση του για να το μετατρέψει σε μηχανισμό εκλογικής καταγραφής που ανάγεται σε ανώτατη μορφή της ταξικής πάλης.

– Δεν είναι επαναστατική θέση να εμπορευόμαστε την εδραιωμένη συνείδηση σημαντικών εργατικών και λαϊκών μαζών για την σοσιαλιστική και κομμουνιστική προοπτική και την απαίτησή τους ν’ αποκτήσει προοπτική και πολιτική πρόταση η αριστερά, μετατρέποντας ένα ποιοτικό πρόβλημα σε ποσοτικό. Να προωθούμε τάχα την ενότητα της αριστεράς μόνο και μόνο για να μοιραστούμε μερικά οφίτσια της εκλογικής καταγραφής και την κρατική επιχορήγηση του αστικού κράτους.

– Δεν είναι αριστερή επαναστατική θέση να συμπεριφερόμαστε απέναντι στο λαϊκό κίνημα όπως οι αστοί πολιτευτές στα μνημόσυνα και τις κηδείες με πικέτες «είμαστε και εμείς εδώ», χωρίς την ευθύνη πολιτικής άποψης για την πορεία και τον προσανατολισμό του λαϊκού κινήματος.

– Δεν είναι επαναστατική θέση ο τακτικισμός να ενθυλακώνουμε ότι μπορούμε από την συγκυρία ακόμη και αν αυτό είναι σε βάρος του κινήματος, της συνολικότερης προοδευτικής κίνησης της κοινωνίας και των συμφερόντων των λαϊκών μαζών.

– Δεν είναι επαναστατική θέση να θυσιάζουμε στο στόχο της «πολιτικής» διαμεσολάβησής μας «εν είδει» ιδιοκτητών μίνι-μάρκετ την προοπτική του επαναστατικού κινήματος.

Η κατάσταση αυτή δεν επιτρέπει στην αριστερά σήμερα την συγκρότηση μετώπων με προγραμματική σύγκληση. Όμως δεν επιτρέπει ούτε την δημιουργία μετώπων σε ζητήματα πολιτικής τακτικής όπου απαιτείται συγκεκριμένη πολιτική κατεύθυνση που να υπηρετεί και να υπηρετείται από ένα άμεσο στόχο πάλης και κατάκτησης.

Η εξέγερση – για παράδειγμα – στα γαλλικά προάστια ουδετεροποίησε πλήρως την αριστερά ενώ αποτελούσε την επαναστατική κραυγή των μεταναστών όλου του κόσμου ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό, τον ρατσισμό, την εκμετάλλευση και την εξαθλίωση.

Το κίνημα της νεολαίας ενάντια στην σύμβαση πρώτης εργασίας που έληξε με νίκη – τελικά – και ενσωματώθηκε πολιτικά από το κίνημα – φαινόμενο Σαρκοζί – που εκπροσωπεί ολόκληρο το ιστορικό πλέγμα του καπιταλιστικού ιμπεριαλιστικού ολοκληρωτισμού. Γιατί έμεινε χωρίς στρατηγικό πολιτικό προσανατολισμό από την αριστερά, γιατί διαμορφώθηκε τελικά σε πολιτική αντιδιαστολή με την εξέγερση των εξαθλιωμένων των παρισινών προαστίων που απέρριπταν συνολικά την νεοφιλελεύθερη πραγματικότητα.

Το ίδιο ισχύει και για το κίνημα της νεολαίας στη χώρα μας όπως και για την κινητοποίηση των δασκάλων. Ενώ η «μεταρρύθμιση» της κεντροδεξιάς ανέτρεπε προς την νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση συνολικά το γνωσιολογικό σύστημα της κοινωνίας με εξαιρετικές επιπτώσεις στον ίδιο το κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας, η αριστερά είτε το απομόνωνε από το γενικότερο εργατικό και λαϊκό κίνημα, είτε το κατατεμάχιζε σε περιθωριακές επιμέρους ενότητες για να παραδοθεί τελικά αιχμάλωτο στην αστική τάξη, να παζαρεύει τους όρους της αιχμαλωσίας του στην γραμμή της «μη εφαρμογής» του νόμου πλαισίου!

Ενώ το λαϊκό κίνημα με το κίνημα της νεολαίας έδινε την δυνατότητα στην αριστερά να αφαιρέσει την πολιτική πρωτοβουλία από την κυβέρνηση της Ν.Δ. και να υπερφαλαγγίσει την σοσιαλδημοκρατία, η αριστερά απόφυγε την ευθύνη της πολιτικής του κατεύθυνσης και διέσπασε το πολιτικό του περιεχόμενο γιατί βρισκόταν έξω από τις δικές της πολιτικές δυνατότητες.

 Οι συζητήσεις για ενότητα της αριστεράς όσο βρίσκονται μακριά από τους αντικειμενικούς όρους που την προσδιορίζουν και την καθορίζουν, θα εκφράζουν μόνο το άγχος την αστικοκοινοβουλευτικής αναγνωρισιμότητας που δεν έχει να κάνει σε τίποτα μ’ ένα μαρξιστικό ανατρεπτικό πόλο της σοσιαλιστικής προοπτικής.

Η απόσπαση της πρωτοβουλίας από την σοσιαλδημοκρατία και η υπερφαλάγγισή της για την διεκδίκηση της ηγεσίας του κινήματος στο κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, απαιτεί πρόγραμμα και πρόταση εξουσίας και δεν αρκεί καθόλου ο καταγγελτικός βερμπαλιστικός λόγος, ούτε μόνο η αποκάλυψη του ρόλου της σοσιαλδημοκρατίας στη συγκυρία.

Η ταξική ανασυγκρότηση, η κομμουνιστική ανασύνταξη, η αντικαπιταλιστική συσπείρωση κ.λ.π., δεν μπορούν παρά να’ χουν περιεχόμενο προγραμματικό και πολιτικής τακτικής, το οποίο όχι μόνο απουσιάζει αλλά ούτε καν γίνεται προσπάθεια προσέγγισης με εμφανή την έλλειψη αυτή στο εργατικό και λαϊκό κίνημα.

Για ένα αντινεοφιλελεύθερο μέτωπο αντίστασης και ρήξης:

Η ανάσχεση του νεοφιλελευθερισμού είναι μια διαδικασία συνολικότερης ρήξης μέσα στην οποία γεννιέται και θα καταχτιέται η ανάγκη και το περιεχόμενο ενός γενικότερου κοινωνικού μετασχηματισμού.

Όμως η ανάσχεση του απαιτεί την ολοκληρωμένη αντιμετώπισή του στο ιδεολογικό, πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό του περιεχόμενο.

Η αντιμετώπισή του δεν μπορεί να γίνει με αποσπασματικές και αποπολιτικοποιημένες δράσεις επιμέρους κινημάτων που αφομοιώνονται εξαιρετικά εύκολα από το σύστημα.

Δεν μπορεί να γίνει από τον αριστερό οικονομισμό που κάνει αναποτελεσματικές και τις αυθόρμητες αντιστάσεις που ξεσπούν.

Ένα αντινεοφιλελεύθερο μέτωπο ρήξης, απαιτεί την κατάκτηση ενός προγράμματος σύγκλησης από τις δυνάμεις της αριστεράς αλλά και άλλες προοδευτικές δυνάμεις που υπάρχουν και γεννιούνται στα πεδία της ταξικής πάλης που θα απαντά.

1. Στην σύμμετρη ανάπτυξη των αναγκών της κοινωνίας και στην σύμμετρη κάλυψή τους.

2. Θα προσδιορίζει τις κοινωνικές διαδικασίες και μορφές μέσα από τις οποίες θα καθορίζονται και θα καλύπτονται αυτές οι ανάγκες.

3. Θα προσδιορίζει βαθιές δημοκρατικές και αποτελεσματικές διαδικασίες επικοινωνίας της κοινωνίας με το πολιτικό εποικοδόμημα.

Η αριστερά μπορεί να κατακτήσει ένα τέτοιο πρόγραμμα, αρκεί ν’ αγγίξει τις σημερινές αντιθέσεις της καπιταλιστικής αναπαραγωγής.

Με ένα τέτοιο πρόγραμμα εξοπλισμένη η εργατική τάξη και ο λαός θα κάνουν και την καθημερινή τους πάλη αποτελεσματική, αλλά και θα κατανοούν και θα προωθούν τις δυνατότητές τους για μια ολοκληρωμένη έξοδο από τα δεσμά του κεφαλαίου για την ολοκληρωτική ρήξη μ’ αυτό.

Κοινοποιήστε:

Customize buttons

Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΓΚΥΡΙΑ

  • Η κρίση του κεφαλαίου και η καπιταλιστική ανασυγκρότηση
  • Περεστρόικα και αναθεωρητισμός
  • Εοκική ολοκλήρωση και 1992
  • Η πολιτική κρίση στη χώρα

Η ΔΙΕΞΟΔΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ

Του Μιχάλη Βασιλάκη, γραμματέα του Εργατικού Αντιιμπεριαλιστικού Μετώπου (1989)

Η κατάσταση στο διεθνή χώρο

Είναι  φανερό ότι τεράστιας έκτασης & σημασίας εξελίξεις & ανακατα­τάξεις συντελούνται στην παγκόσμια σκηνή.

Η ευφορία των ειρηνόφιλων διακηρύξεων &εξελίξεων  δεν είναι παρά μια διαστρεβλωτική & εντελώς προσωρινή εικόνα του σημερινού κόσμου.

Η ειρηνόφιλη πασιφιστική φιλολογία ξεκόβει το ζήτημα του πολέμου, των πολεμικών προετοιμασιών & συγκρούσεων από τις οικονομικοκοινωνικές βάσεις τους, αποκρύβει τα αίτια της παγκόσμιας κρίσης του σύγχρονου  κόσμου, τις κατευθύνσεις εξέλιξης αυτής της κρίσης & τα αποτελέσματα της σε βάρος της εργατικής τάξης & των λαών.

0 ιμπεριαλισμός σαν την οικονομικοπολιτική & κοινωνική οντότητα της κεφαλαιοκρατίας που σαπίζει, επιβεβαιώνει την Λενινιστική αυτή εκτίμηση, ακόμη πιο ολοκληρωτικά από οποτεδήποτε στο παρελθόν.

Με σημαία & προκάλυμμα την τεχνολογία έχει περάσει σε μια προσπάθεια αναπαλαίωσης του, για την έξοδο από την βαθιά του κρίση.

Η «Επιστημονικό-Τεχνική Επανάσταση» της μεταπολεμικής περιόδου, η τεχνολογία της πυρηνικής εποχής, με πιο γρήγορους ρυθμούς σήμερα εξαντλεί τα περιθώρια της σαν μέσο της κεφαλαιοκρατικής σώρευσης.

Η κεφαλαιοκρατική  τεχνολογία, η λεγόμενη Ε.Τ.Ε. με όση ταχύτητα οδήγησε στην μεταπολεμική εποχή στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων του καπιτα­λισμού, με ακόμη μεγαλύτερη ένταση αναπαράγαγε & τα αδιέξοδά του.

0 νόμος της ανισόμετρης ανάπτυξης επέκτεινε ακόμη πιο ολόπλευρα την δράση του & τις λειτουργίες του φέρνοντας σε παροξυσμό τις ενδοιμπεριαλιστικές αντιθέσεις.

0 ίδιος ο μητροπολιτικός ιμπεριαλιστικός χώρος, έχει μεταβληθεί σε ζωτικό χώρο των ενδοιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, μέσω της κεφαλαιο­κρατικής διεθνοποίησης & ολοκλήρωσης. Η  κεφαλαιοκρατική Ε.Τ.Ε. οδηγεί αυτές τις αντιθέσεις, όχι στην επικράτηση του ενός ιμπεριαλισμού πάνω στον άλλο απλά, αλλά στην υποταγή και χρησιμοποίηση σαν ζωτικού χώρου του ενός από τον άλλον. Η καπιταλιστική διεθνοποίηση και ολοκλήρωση όχι μόνο δεν αμβλύνει αυτούς τους ανταγωνισμούς, αλλά αλματώδικα συσσωρεύει όρους εκδήλωσης τους. Πράγμα που εκδηλώνεται τόσο ανάμεσα στα τρία βασικά ιμπεριαλιστικά κέντρα αλλά και στο εσωτερικό κάθε ιμπεριαλιστι­κής ενότητας, με πιο φανερό και έντονο, τρόπο στην Ε.Ο.Κ.

Η Ε.Τ.Ε. αποτελεί την ανώτερη ουσιαστικά διαδικασία της κεφαλαιο­κρατικής σώρευσης και διευρυμένης αναπαραγωγής, γι’ αυτό σε σχέση με την ανάπτυξη της παρουσιάζει την πιο ευρύτερη κοινωνικοποίηση της, ενώ ο κύκλος ιδιοποίησης των αποτελεσμάτων της σχετικά ολοένα & μικραίνει.

Γίνεται έτσι φανερό απ’ αυτό γιατί οι κρίσεις υπερπαραγωγής, είναι γενικευμένο και μόνιμο φαινόμενο της κεφαλαιοκρατίας σήμερα, καθώς η Ε.Τ.Ε. αποτελεί τη βάση των διαδικασιών της κεφαλαιοκρατικής σώρευσης.

Η Ε.Τ.Ε. επέβαλε τη πιο μαζική κατανάλωση της εργατικής δύναμης και ταυτόχρονα, ώθησε στην πιο μεγάλη εχθρότητα απέναντι στον ατομικό ερ­γάτη, σε όλα τα επίπεδα.

Η κεφαλαιοκρατική σώρευση με την Ε.Τ.Ε. σπρώχνει αυτήν την εχθρότη­τα μέχρι την εξαφάνιση του αναγκαίου χρόνου εργασίας, δηλαδή μέχρι την πλήρη άρνηση αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης.

Το ρομπότ και η πληροφορική είναι η πιο πλέρια υλοποίηση των σχέ­σεων αυτών, καθώς από την μια το ρομπότ αρνείται την ύπαρξη της ζων­τανής εργατικής δύναμης και από την άλλη το σύστημα ρομπότ-παραγωγική διαδικασία, απαιτούν και καταβροχθίζουν τεράστια μεγέθη εξαντικειμενοποιημένης (πότε και πως;) εργατικής δύναμης.

Γι’ αυτό στο κοινωνικό επίπεδο σαν αποτέλεσμα της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής με την Ε.Τ.Ε. δημιουργείται η άρνηση της εργατικής τάξης με την ενσωμάτωση όχι μόνο της εργατικής δύναμης σε εμπόρευμα, αλλά την ταυτοποίηση του υποκειμένου εργάτη με το εμπόρευμα σαν ένα απειροελάχιστο συστατικό του.

Στη βάση αυτή εξελίσσεται ένας κοινωνικός εκφασισμός. Η φασιστικοποίηση των κεφαλαιοκρατικών κοινωνιών, δεν είναι σήμερα μακρινές προφητείες του Mάρξ, αλλά εξελισσόμενη πραγματικότητα.

Όροι όπως “αξιοκρατία» με την γενίκευση υπό τον οικονομικοπολιτικό φιλελευθερισμό που έχουν σήμερα, είναι ουσιαστικά ιδεολογική απολογία αυτού του κοινωνικού εκφασισμού και της ολοκλήρωσης του. Έννοιες όπως «ποιότητα», «κατανάλωση», «παραγωγικότητα» , «παραγωγή» , «ανάπτυξη” έχουν με την ΕΤΕ υποστεί μια τέτοια αφαιρετική διαδικασία, από την άποψη του κοινωνικού τους περιεχομένου, ώστε να έχουν στερηθεί σχεδόν το υλικό τους περιεχόμενο, να είναι γενικές ιδεαλιστικές «πλατωνικές» έννοιες.

Έτσι η κεφαλαιοκρατία ανάγει την ΕΤΕ όχι απλά έξω από τις κοινωνικές παραγωγικές σχέσεις, αλλά δημιουργό τέτοιων παραγωγικών και κοινωνικών σχέσεων, πραγματοποιεί ταχυδακτυλουργικά μια αντιστροφή των κατηγοριών «ΠΟΣΟΤΗΤΑ και ΠΟΙΟΤΗΤΑ”.

Μέσα από αυτούς τους δρόμους στην κεφαλαιοκρατία, η ανεργία από όρος κρίσης  γίνεται όρος ανάπτυξης. Η πείνα από εκδήλωση της κρίσης, όρος ανάπτυξης. 0 Καρλ  Λούις  και ο Μαραντόνα εμπορεύματα μαζικού χαρακτήρα κατανάλωσης. 0 πόλεμος όπως, το γήπεδο, μεταβάλλεται σε θέατρο μαζικής κατανάλωσης των ανωτέρων, καπιταλιστικών εμπορευμάτων.

Η κεφαλαιοκρατική σώρευση της ΕΤΕ προκάλεσε και προκαλεί την κατα­στροφή του τρίτου κόσμου και σαν ζωτικού χώρου για τον ιμπεριαλισμό. Γιατί φυσικά σημασία για τον ιμπεριαλισμό, δεν έχει μόνο μια ποσοτική αύξηση των αγορών ή των επενδύσεων, αλλά αν αυτά αντιστοιχούν στις ανάγκες της σώρευσης στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις. Το χρέος του τρίτου κόσμου που απειλεί με κατάρρευση την κεφαλαιοκρατία, είναι ακρι­βώς ένα μέτρο αυτής  της καταστροφής και για τον ίδιο τον ιμπεριαλισμό, του χώρου των καθυστερημένων χωρών. Το  ίδιο παθιασμένα η σώρευση της κεφαλαιοκρατικής ΕΤΕ καταστρέφει το περιβάλλον σαν αποτέλεσμα των εσωτερικών νόμων της. Αυτή την ΕΤΕ δεν κυβερνά η δυνατότητα αλληλεπίδρασης ανθρώπου – περιβάλλοντος, στην σχέση: Συνεχώς αυξανόμενες ανθρώπινες ανάγκες από την μία και αυξανόμενες δυνατότητες του περιβάλλοντος από την άλλη, αλλά η αυξανόμενη παραγωγή εμπορευμάτων από την μια και το ξεπέρασμα του φυσικού περιβάλλοντος από την άλλη.

Οι φυσικά οριοθετημένες δυνατότητες του περιβάλλοντος, γίνονται εμ­πόδιο στην καπιταλιστική σώρευση, που η ΕΤΕ έρχεται να λύσει, με την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος.

Περεστρόικα: η ολοκλήρωση του αναθεωρητισμού

Ο παρατηρούμενος σήμερα διεθνικός  ανταγωνισμός, για την ανάπτυξη και την ΕΤΕ, έξω από κοινωνικές σχέσεις και όρους, είναι ανταγωνισμός που επέβαλε η κεφαλαιοκρατία και δυστυχώς, αυτός εκφράζει και ένα απο­φασιστικό μέτρο της ιδεολογικής επιβολής της.

Στο μεταπολεμικό σοσιαλιστικό στρατόπεδο, η περεστρόικα με το οικο­νομικό και ιδεολογικοπολιτικό της περιεχόμενο, έχει κυριαρχήσει σήμερα σαν στρατηγική εξόδου από την κρίση. Η περεστρόικα σημαδεύει μέσα στις γραμμές του κομμουνιστικού κινήματος, την νίκη του αναθεωρητισμού και της συγκλησιακής κατεύθυνσης που αυτός επέβαλε μεταπολεμικά σαν γραμμή πλεύσης του κομμουνιστικού κινήματος, τόσο στα ζητήματα οικοδό­μησης, όσο και στα ζητήματα της επανάστασης.

Με το 27ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ, το Συνέδριο της περεστρόικα, ο αναθεωρητισμός απόκτησε την ολοκληρωμένη πλατφόρμα προσ­χώρησης στην σοσιαλδημοκρατία και άνοιξε τον δρόμο για μια μακροπρόθεσμη συγχώνευση σοσιαλδημοκρατικών και κομμουνιστικών κομμάτων.

Η αναθεωρητική προσαρμογή του Μαρξισμού φτάνει σήμερα μέχρι τις πιο γενικές αρχές του διαλεκτικού υλισμού τις οποίες προσαρμόζει σε πραγμα­τιστική, θετικιστική κατεύθυνση, εχθρική στον Μαρξισμό, στον ιστορικό και διαλεκτικό υλισμό.                      

Ο αναθεωρητισμός έχει οδηγήσει σήμερα τα πράγ­ματα, ώστε οι δύο κόσμοι που οριοθέτησε η Οχτωβριανή επανάσταση, να ταυτοποιούν τα μέτρα σύγκρισης τους.

Να είναι αυτά: ενέργεια – εργάτη, δολάρια – κάτοικο, ποσότητες τοξικών ουσιών – κυβικό εκατοστό αέρα, μονάδες εμπορευμάτων – προλετάριοι.

Ο αναθεωρητισμός αφαίρεσε τον προλεταριακό προσδιορισμό του διεθνισμού και υιοθέτησε την αταξική διεθνοποίηση της οικονομικής πολιτικής, πο­λιτιστικής και κοινωνικής ζωής, με φυσικό επακόλουθο την διεθνική απο­δοχή του Δ.Ν.Τ. της διεθνούς τράπεζας, της ΕΟΚ κ.α.

Το χαρακτηριστικό των ημερών μας, των ημερών της περεστρόικα, είναι ακόμη και η τυπική παραίτηση από έννοιες όπως, σοσιαλιστικό στρατόπεδο, σοσιαλιστική ολοκλήρωση, προλεταριακός διεθνισμός, πράγμα που δείχνει καθολική σχεδόν παραίτηση από την μαρξιστική – λενινιστική  θεωρία και πράξη.

Το κομμουνιστικό κίνημα, που κατά τεκμήριο εκπροσώπησε μεταπολεμικά τον τριτοδιεθνισμό, είναι αιχμάλωτο και σχεδόν αμήχανο της λεγόμενης «ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ» και της λατρείας της «ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ».

Ο αναθεωρητισμός έχει καταφέρει σε τελευταία ανάλυση, να μετατρέψει την κρίση της κεφαλαιοκρατίας, σε δική του κρίση και της πολιτικής του, στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού. Να μετατρέψει τα κομμουνιστικά κόμματα σε ουρά και εφεδρικές δυνάμεις του καπιταλισμού στις κεφαλαιοκρατικές χώρες.

Μετά την τελευταία συμφωνία ΗΠΑ-ΕΣΣΔ

0 ιμπεριαλισμός στο κατώφλι της μεταπυρηνικής εποχής, της «Ρομποτικής» και της πληροφορικής, στο απόγειο μιας συνεχώς διευρυνόμενης ισχύος του, αντιμετωπίζει την πιο βαθιά και εκτεταμένη κρίση σήμερα.

Την κρίση αυτή φαίνεται να ξεπερνά προσωρινά, όχι με στρατιωτική σύγκρουση και επικράτηση, αλλά με πολιτικά μέσα. 0 ιμπεριαλισμός πετυχαίνοντας μια πολιτική νίκη προσπαθεί να περάσει σε μια ανασύν­ταξη και επαναδιάταξη των δυνάμεων του. Ανιχνεύει τους δρόμους μιας ανασύνθεσης της κεφαλαιοκρατικής διαδικασίας παραγωγής ολοκληρω­τικού χαρακτήρα.

Η κρίση της Σ.Ε. και του υπαρκτού σοσιαλισμού, υπήρξε η δική του προσωρινή διέξοδος.

Η κρίση στις χώρες αυτές, αν και εκδηλώνεται σε διαφορετικά επί­πεδα, έχει στη βάση της τις ίδιες αιτίες.

Γι’ αυτό εξ άλλου και τα φαινόμενα της κρίσης παρουσιάζουν παράλληλα χαρακτηριστικά. Η κύρια και βασική διαφορά τους ήταν ότι οι χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, αν και βρίσκονταν και αυτές στην ιδεολογικοπολιτική τροχιά της ΕΤΕ, στα οικονομικά αποτελέσματα, βρέθηκαν έξω από αυτή.

Τα ιθύνοντα στρώματα στις χώρες αυτές, αν και λατρευτικά ενατένιζαν την ΕΤΕ, περισσότερο αρκέστηκαν να απολαμβάνουν, τα εισαγόμενα αποτελέσματά της από την Δύση.

Τα στρώματα αυτά, όχι μόνο δεν μπόρεσαν να εκφράσουν στο ιδεολογι­κοπολιτικό ή οικονομικό επίπεδο την δυναμική της εργατικής τάξης, αλλά στάθηκαν αδύνατον να αντιγράψουν έστω και με σχετική επιτυχία τους ταξικούς τους συγγενείς της Δύσης.

Η τελευταία Αμερικανοσοβιετική συμφωνία, που οι οικονομικοπολιτικές βάσεις και προεκτάσεις της αποκαλύπτονται καθημερινά, ουσιαστικά, περι­έχει την παραχώρηση στον ιμπεριαλισμό σαν ζωτικό χώρο του, το σοσια­λιστικό στρατόπεδο. Η συμφωνία αυτή, η οποία επισημοποιεί και προ­διαγράφει τους όρους αυτής της παραχώρησης, δίνει ήδη μια πρόσκαιρη διέξοδο στις ενδοιμπεριαλιστικές αντιθέσεις, καθώς αποκαθιστά μια ισορ­ροπία στους ανταγωνισμούς των τριών ιμπεριαλιστικών κέντρων.

Η Αμερικανοσοβιετική συμφωνία πολιτική νίκη του ιμπεριαλισμού

0 Αμερικάνικος ιμπεριαλισμός (με τον Ρήγκαν), συμφώνησε τελικά σε ένα πολιτικό συμβιβασμό, που αποτελεί πολιτική νίκη της στρατηγικής του, αντί της στρατιωτικής ολοκληρωτικής επικράτησης, αφενός, γιατί η πυρηνική εποχή επέβαλε μια στρατιωτική ισορροπία στον στρατιωτικό τομέα. Και αφετέρου, γιατί η ΕΤΕ για να προχωρήσει και να εξυπηρε­τήσει την κεφαλαιοκρατική σώρευση, απαιτεί μια ανώτερη και πιο ολοκληρωτική στρατιωτική στρατηγική οπλικών συστημάτων.

Το δόγμα της στρατηγικής άμυνας, ανιχνεύει αυτή την στρατηγική, παράλληλα με τον τρόπο που η κεφαλαιοκρατία ανιχνεύει, την ανασύν­θεση της διαδικασίας παραγωγής της, σε πιο ολοκληρωτικές κατευθύνσεις.

Στο μεταίχμιο αυτών των αναζητήσεων, η συμφωνία αυτή, αντικειμε­νικά εξυπηρετεί και ανακουφίζει την κεφαλαιοκρατία, καθώς λειτουργεί σαν προσωρινός εναλλακτικός δρόμος, για το προχώρημα της σώρευσης στον καπιταλισμό. Η Αμερικανοσοβιετική συμφωνία, δεν είναι και ούτε θα μπορούσε να είναι, μια συμφωνία για το μοίρασμα του κόσμου ανάμεσα στους δύο ισχυρούς.

Η Αμερικανοσοβιετική συμφωνία όμως, έχοντας οικονομικοπολιτικούς αντικειμενικούς όρους, αποδεσμεύει εξελίξεις σε διεθνή κλίμακα, σύμ­φωνες στις βασικές τους κατευθύνσεις, με αυτούς τους όρους.

Έτσι πρέπει να δούμε τις εξελίξεις και στις περιφερειακές συγκρού­σεις και τις τάσεις των εξελίξεων, πιο συνολικά στην περιφέρεια, είτε πρόκειται για τον πόλεμο Ιράν- Ιράκ, είτε το Κυπριακό, το Αφγανιστάν, Αλγερία….Χιλή κ.α.

Η άμβλυνση των περιφερειακών συγκρούσεων, προπαγανδίζεται σαν θε­τική εξέλιξη, γιατί σταμάτησε επιτέλους η σφαγή των λαών.

Τέτοια θετικά δημιουργήματα, η ιστορία της ταξικής πάλης δεν τα αναγνωρίζει, γιατί θα έλυνε μια και καλή θετικά το πρόβλημα, όταν & οι λαοί θα έσφαζαν τις κυρίαρχες τάξεις.

Με την προσωρινή άμβλυνση τους, οι συγκρούσεις στην περιφέρεια, έκλεισαν μια φάση κάτω και από τη δυναμική της Αμερικανοσοβιετικής συμφωνίας, με αποτελέσματα που βρίσκονται σύμφωνα με τις κύριες κατευ­θύνσεις αυτής της συμφωνίας και είχαν νικητές και ηττημένους. Νικητές τις αστικές τάξεις και ηττημένους τους λαούς και την εργατική τάξη.

Οι εξελίξεις τόσο στις περιφερειακές συγκρούσεις, όσο και στο εσω­τερικό των περιφερειακών κρατών, έχουν κατεύθυνση την πιο ολοκληρωμένη νίκη των αστικών τάξεων και την ολοκλήρωση του αντεπαναστατικού προσα­νατολισμού, των εθνικοανεξαρτησιακών και εθνικοδημοκρατικών επαναστάσεων.

Οι εξελίξεις συνολικά στις χώρες αυτές, στον οικονομικό τομέα, επιδιώκουν την αναζωογόνηση τους, μέσω μιας ανάπτυξης, ώστε να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της ιμπεριαλιστικής οικονομικής επεκτατικότητας. Αυτή είναι η φιλοσοφία της βοήθειας προς τον τρίτο κόσμο , είτε σαν προγράμματα του ΟΗΕ, είτε σαν Αμερικάνικη βοήθεια, είτε σαν προγράμματα της ΕΟΚ.

Στο κοινωνικοπολιτικό επίπεδο, η κατεύθυνσή τους είναι, μαζί με την αποκατάσταση της ταξικής καθαρότητας της εξουσίας, ένα πολιτικό εποι­κοδόμημα, αντίστοιχο του αναπτυξιακού οικονομικού φιλελευθερισμού. Λίγο ως πολύ όμοιο, με το αστικοκοινοβουλευτικό εποικοδόμημα των ιμπεριαλιστικών κέντρων.

Η δυναμική των εξελίξεων

Αυτό που πρέπει να σημειώσουμε, είναι, ότι οι αντικειμενικοί όροι που οδηγούν την αντίθεση κεφαλαίου- εργασίας, σήμερα τις προσδίδουν εκρηκτικές και καθολικές διαστάσεις.

Όμως ταυτόχρονα πρέπει να σημειώσουμε μια σταθεροποίηση και επέκ­ταση της κεφαλαιοκρατίας, με σημαντικές πολιτικές νίκες.

Όμως επίσης πρέπει να σημειώσουμε, ότι αυτή η κεφαλαιοκρατική σταθεροποίηση και επέκταση δεν στηρίζεται στο ξεπέρασμα των αδιεξόδων του, ούτε καν σε μεσοπρόθεσμη βάση.

Δεν είναι ξεπέρασμα, όπως π.χ. το πέρασμα του καπιταλισμού στην μηχανοποίηση, στη χημεία, ή στον αυτοματισμό, μεταπολεμικά.

Στα περάσματα αυτά η αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας οξυνόταν σε τερά­στιο βαθμό, αλλά η κεφαλαιοκρατία κατάφερνε να λύνει αντιθέσεις προς όφελος της, στοιχειακού χαρακτήρα στην παραγωγική διαδικασία.

Σήμερα η Ρομποτική πληροφορική, παράλληλα με την συνολική όξυνση της αντίθεσης κεφαλαίου-εργασίας, την οδηγεί στα στοιχειακά μέρη της σε τέτοια όξυνση, που ουσιαστικά βάζει ζήτημα άμεσης καθολικής κατα­στροφής της στοιχειακής βάσης, της παραγωγικής διαδικασίας.

Η διέξοδος στην επαναστατική επανασυγκρότηση του μ- λ  κινήματος

Η διέξοδος στην κρίση της κεφαλαιοκρατίας είναι προσωρινή, εντατι­κού χαρακτήρα και όχι αποτέλεσμα ξεπεράσματος εγγενών αντιθέσεων.

Οφείλεται κατά κύριο λόγο, στην καθυστέρηση της ανάπτυξης του σο­σιαλισμού, της κρίσης αυτών των χωρών.

Γι’ αυτό η σταθεροποίησή του είναι προσωρινή και φαινομενική.

Έτσι όσο και αν αυτές οι εξελίξεις κάνουν να φαίνεται μακρινή υπό­θεση η επαναστατική διέξοδος, επιταχύνεται η σώρευση των αντικειμενι­κών και υποκειμενικών όρων, για επαναστατικές ανατροπές και μάλιστα μέσα στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις.

Μάλιστα οι υποκειμενικοί όροι, θα σωρεύονται πιο γοργά από κάθε άλλη ιστορική περίοδο. Οδηγώντας στην αναγέννηση του επαναστατικού κινήματος, την Μ-Λ αναζωογόνηση και επανασυγκρότηση του.

Η Περεστρόικα από την άποψη αυτή, είναι το τέλος και η αρχή ενός δρόμου. Σφραγίζει την χρεωκοπία του αναθεωρητισμού και αντικειμενικά οδηγεί τόσο στο εσωτερικό, όσο και σε διεθνές επίπεδο, σε ευρύτερες συγκρούσεις για την Μ-Λ επανασυγκρότηση, του επαναστατικού κινήματος.

Με την περεστρόικα, η κηδεμόνευση από μια νέου τύπου μπουρζουαζία, δέχεται το πιο ισχυρό πλήγμα.

Έτσι η περεστρόικα δεν αποτελεί, παρά την «νεανική” δυναμική της θρίαμβο του αναθεωρητισμού, αλλά έκφραση των εκρηκτικών αδιεξόδων.

Αποτελεί, την τελευταία γραμμή άμυνας του αναθεωρητισμού και ταυτό­χρονα βέβαια, την τελική γραμμή επίθεσης, των μικροαστικών και αστικών στρωμάτων, για μια ολοκληρωμένη κοινωνική ανατροπή.

Προσδιορίζει έτσι, μια προσωρινή μεταβατική κατάσταση, εξισορρόπησης των οξυμένων ταξικών αντιθέσεων, που βάζουν επί τάπητος το ζήτημα της εξουσίας και της ταξικής της καθαρότητας.

Η απαίτηση αυτή, που πηγάζει από τους ίδιους τους οικονομικούς στό­χους της περεστρόικα, θα οδηγήσει σχετικά σύντομα στο ξεπέρασμα των ισορροπιών της, βάζοντας συνολικότερα αντιμέτωπους την εργατική τάξη με τα μικροαστικά και αστικά στρώματα, με συγκρούσεις που θα περιλάβουν και τα ίδια τα κομμουνιστικά κόμματα.

Τα αποτελέσματα αυτά των συγκρούσεων δεν είναι δοσμένα. Θα εξαρτηθούν, τόσο από το μέγεθος της δυναμικής που περιέχουν οι οικοδομημένες σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισ­μού, αλλά και από τις εξελίξεις στο επαναστατικό κίνημα στις χώρες της κεφαλαιοκρατίας.

Η Αμερικανοσοβιετική συμφωνία απετέλεσε το σημαντικότερο γεγονός των τελευταίων χρόνων. Την πιο σημαντική μεταπολεμική εξέλιξη.

Η συμφωνία αυτή που βάζει τον κόσμο σε μια νέα φάση διεθνών σχέσεων, είναι ένα συστατικό μέρος & αποτέλεσμα της γραμμής του 27ου Συνέδριου τού Κ.Κ.Σ.Ε. κάτω από την καθοδήγηση Γκορμπατσόφ.

Πιο πέρα είναι το τέλος του δρόμου, η συνέπεια της πολιτικής της «ύφεσης» με το ιδεολογικό περιεχόμενο που αυτή απόκτησε και ολοκλήρωσε μετά το 20ο & 22ο Συνέδριο του Κ.Κ.Σ.Ε.

Στη βάση αυτής της γραμμής, της λεγόμενης ανασυγκρότησης, βρίσκεται ο οικονομικός φιλελευθερισμός που συμπληρώνεται αναγκαία από τον ιδεολογικοπολιτικό φιλελευθερισμό, ο οποίος μεταπολεμικά συσσώρευσε δυνά­μεις αντικαθιστώντας μέσα σε μια ολόκληρη πορεία κατά σημαντικότερο μέρος την μαρξιστικολενινιστική θεωρία και πολιτική οικονομία.

Τόσο στο εσωτερικό των σοσιαλιστικών χωρών, όσο και στις σχέσεις μεταξύ τους και μεταξύ του σοσιαλιστικού στρατοπέδου και του ιμπερια­λισμού, η ανασυγκρότηση, προωθεί τον οικονομικό και ιδεολογικοπολιτικό φιλελευθερισμό, σαν το γιατρικό της στασιμότητας, των διαρθρωτικών προβλημάτων της σοσιαλιστικής κοινότητας, της διαφθοράς που καθημερινά καταγγέλλεται, στις σοσιαλιστικές πρωτεύουσες.

Η γραμμή της ανασυγκρότησης, οδηγεί σήμερα το σοσιαλιστικό στρατό­πεδο σε μια γενικότερη γεωπολιτική, οικονομική και ιδεολογική αναδί­πλωση, στον καθορισμό νέων ορίων ενός νέου στάτους κβο, προς όφελος του ιμπεριαλισμού.

Βρισκόμαστε στην αρχή ενός σταδίου ανακατατάξεων, το οποίο δεν αποκλείεται και να οδηγήσει στο να σταματήσει να αναφέρεται ακόμη και η έννοια σοσιαλιστικό στρατόπεδο.

Στα πλαίσια αυτά ο ιμπεριαλισμός και σε πρώτη γραμμή ο Αμερικάνικος, ο οποίος καθορίζει και τις εξελίξεις στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, προσβλέπει στο ξεπέρασμα μεσοπρόθεσμα της οικονομικής κρίσης με την αγορά των σοσιαλιστικών χωρών,

Η Αμερικανοσοβιετική συμφωνία για τα πυρηνικά είναι μια βραχυπρό­θεσμη συνέπεια του γενικότερου οικονομικοπολιτικού πλαισίου πάνω στο οποίο θα αναπαράγει στο μέλλον σε ακόμη μεγαλύτερο επίπεδο τον αντα­γωνισμό των εξοπλισμών.

Οι σοσιαλιστικές χώρες λειτουργώντας σαν χώρος απορρόφησης της κα­πιταλιστικής κρίσης στη γραμμή της ανασυγκρότησης, θα επιταχύνουν αντικειμενικά το προτσές της στρατιωτικοποίησης της οικονομίας τού Ιμπεριαλισμού και της ολοκλήρωσής του.

Στην στρατηγική του Αμερικάνικου ιμπεριαλισμού πέρα από τον πόλεμο των άστρων που άνοιξε μια μεταπυρηνική εποχή στους στρατηγικούς εξοπλι­σμούς, τα πυρηνικά όπλα μετασχηματίζονται σε τακτικά όπλα και γίνονται συστατικό στοιχείο της στρατιωτικής δυναμικότητας των δυνάμεων ταχεί­ας επέμβασης. Και αυτό μέσα από μια ευρύτερη στρατιωτική και οικονομικοπολιτική ολοκλήρωση του ΝΑΤΟ.

Στις συνθήκες αυτές η άρχουσα τάξη της χώρας προσπαθεί να προσαρμό­σει τις διεθνείς σχέσεις της χώρας και συνολικότερα τη θέση της στην αλυσίδα του ιμπεριαλισμού, με την ολοκλήρωση της ενσωμάτωσης στην Ε.Ο.Κ.

Για την άρχουσα τάξη η εξέλιξη των διεθνών σχέσεων δημιούργησε μια σειρά ευνοϊκές πολιτικές συνθήκες για το πέρασμα των στρατηγικών επι­λογών της στη σημερινή φάση.

Παρά την γενικότερη αποδιαρθρωτική οικονομική κρίση και τα διαλυτικά φαινόμενα στο πολιτικό επίπεδο, η αστική τάξη έχει επιβάλει ουσιαστικά πλήρως τη γραμμή της για την ενσωμάτωση στην Ε.Ο.Κ. , τον γενικότερο χειρισμό των εθνικοανεξαρτησιακών ζητημάτων, την οικονομική πολιτική.

Ταυτόχρονα βέβαια αναδεικνύονται και εκδηλώνονται με ακόμη μεγαλύ­τερη ένταση οι αντιθέσεις στο κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, καθώς βάση και εποικοδόμημα δεν μπορούν να προσαρμοστούν στην Εοκική ενσω­μάτωση με τους ρυθμούς μάλιστα που απαιτεί η περίφημη πια πρόκληση τού 1992.

Η παραπέρα όξυνση της κυρίαρχης αντίθεσης στην Ελληνική κοινωνία, αχρηστεύει τα γενικότερα πλαίσια του αστικοκοινοβουλευτικού παιχνιδιού και απαιτεί την ριζικότερη αναδιάρθρωσή του.

Η ανασύνταξη των δυνάμεων και των εφεδρειών του συστήματος, προσ­κρούει σε ανυπέρβλητα εμπόδια και φαίνεται αδύνατη, όπως δείχνει με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο το παράδειγμα της Γ.Σ.Ε.Ε.

Η έκφραση και οι επιπτώσεις των νέων όρων του στάτους κβο στην περιοχή και την χώρα

Τα πλαίσια της ευρύτερης πολιτικής σταθερότητας που περιέχεται στη γραμμή της «ύφεσης» όπως εκφράζεται με την Αμερικανοσοβιετική συμφω­νία, αναδεικνύει τον πρωτεύοντα στρατηγικό ρόλο της Τουρκίας και της Τούρκικης αστικής τάξης. Η διατήρηση και ενίσχυση του στάτους-κβο στην περιοχή, σ’ ολόκληρη τη νοτιανατολική λεκάνη της Μεσογείου, μέχρι το κατώφλι του Ινδικού, έχει σαν τον βασικότερο κρίκο του την Τουρκία. Χωρίς αυτή και τον ρόλο της Τούρκικης αστικής τάξης, απειλείται γενικότερη γεωπολιτική ανακατάταξη σε ολόκληρη την εγγύς & Μέση Ανατολή.

Η Ελληνική αστική τάξη με την υποτέλειά της δεν μπορούσε παρά να υποταχθεί στις νέες αναδιατάξεις, που περιέχει για τον ρόλο της χώρας η νέα κατάσταση, πράγμα που εκφράζεται με κατηγορηματικό τρόπο στα ζητήματα τού Αιγαίου και την σύνδεσή τους με ολόκληρο το πλέγμα των εξαρτησιακών σχέσεων από τον Αμερικανονατοϊκό ιμπεριαλισμό, και το Κυπριακό, με την πλέρια μεταμόρφωση των θέσεων του ΠΑΣΟΚ & της Κυβέρ­νησής του την οποία σηματοδοτεί το ΝΤΑΒΟΣ.

Η μεταμόρφωση αυτή αποτελεί ένα άλμα προσαρμογής της άρχουσας τάξης, στην πολιτική γραμμή της Αμερικανοσοβιετικής συμφωνίας. 0 γνωστός Μίκης ήταν φυσικά ο πιο κατάλληλος για την πομπώδη προβολή της μορ­φής αλλά και της ουσίας αυτής της μεταμόρφωσης.

Η ενίσχυση & ενεργοποίηση του στρατηγικού ρόλου της Τουρκίας, ενερ­γοποίηση που θα εξελίσσεται προοδευτικά, περιέχει σοβαρά δυσμενείς όρους για την χώρα και τον λαό, απαιτεί ακόμη μεγαλύτερη εκδήλωση υποτέλειας από την αστική τάξη, πράγματα που θα δρουν όλο και περισσότερο στην κατεύθυνση ευρείας αποσταθεροποίησης τού καθεστώτος.

Μαζί και με άμεσο τρόπο δεμένη με την στρατιωτικοπολιτική πραγμα­τικότητα στη νέα φάση των διεθνών σχέσεων, είναι και η οικονομική πραγματικότητα στα πλαίσια της διεθνοποίησής της στις συνθήκες της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης.

Στην ουσία για τον ιμπεριαλισμό, Ελλάδα – Τουρκία, φαίνεται να αντιμετωπίζονται σαν μια οικονομική ενότητα με επιμερισμένους βέβαια ρόλους για τις σχέσεις του ιμπεριαλισμού με τις σοσιαλιστικές χώρες και τις χώρες της Μέσης Ανατολής, ρόλοι γέφυρας, η οποία θα βρίσκεται και στο επίκεντρο των γενικότερων ενδοιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών.

Στην τέτοια προοπτική το ΠΑΣΟΚ και ο Παπανδρέου αναπτύσσοντας την παλιότερη γραμμή Καραμανλή επί το «αριστερότερο» στις νέες συνθήκες μίλησε για «βαλκανική αγορά» στα πρότυπα Ε.Ο.Κ., σε μια μακροπρόθεσμη προοπτική βελτίωσης της θέσης της αστικής τάξης της χώρας σε σχέση με την αστική τάξη της Τουρκίας.

Σήμερα η άρχουσα τάξη και για μια μακροπρόθεσμη προοπτική δεν βλέ­πει καμιά δυνατότητα οικονομικής ανάπτυξης και αποδέχεται με τους πο­λιτικούς εκπροσώπους της σαν οικονομική βάση της χώρας τον ρόλο της στη θέση των υπηρεσιών, αφήνοντας την οικονομική προοπτική στην δράση του ξένου κεφαλαίου, για το οποίο ετοιμάζει την κατάλληλη υποδομή & εργασιακό καθεστώς.

Η οικονομική πολιτική της ολιγαρχίας περιορίζεται πώς θ’ αρπάξει περισσότερα για τον εαυτό της, τον παρασιτισμό και την γραφειοκρατία της, ώστε να διευρύνει την κοινωνική βάση του καθεστώτος της, τις δυ­νατότητάς της να υποτάξει το εργατικό & το λαϊκό κίνημα.

Η γραμμή της «ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ», της «ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑΣ» κ.λ.π. αποτελούν άλλοθι, της υποτέλειας, της ληστρικότητας της αστικής τάξης και συνιστούν μια αντιγραφή της ιδεολογικής επίθεσης των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων στο εργατικό κίνημα, με όλο τα κοινοβουλευτικά πολιτικά χρώ­ματα.

Σήμερα μπορούμε να μιλάμε για «αρνητική πορεία» στην διαδικασία σώρευσης του κεφαλαίου στην Ελλάδα σε όλα τα επίπεδα, πορεία που δεν μπορεί ν’ αλλάξει χωρίς την ριζική μεταβολή των πολιτικών όρων που την προσδιορίζουν. Εξάρτηση – Καπιταλισμός.

Η κατάσταση στο εργατικό λαϊκό κίνημα

Τον τελευταίο χρόνο η επίθεση ενάντια στο εργατικό και λαϊκό κίνημα, έγινε πιο καθολική, ιδεολογικοπολιτικά πιο ολοκληρωμένη.

Με διάφορες μορφές & περνώντας από διάφορες φάσεις, η άρχουσα τάξη στράτευσε ενάντιά του τεράστιες δυνάμεις & σχεδόν το σύνολο της λεγόμενης αριστεράς σε επίπεδο ηγεσιών.

Επιχείρησε τα δύο τελευταία χρόνια να πραγματοποιήσει μια ανασύνταξη των δυνάμεων και των εφεδρειών της με το συνολικό πρόβλημα Γ.Σ.Ε.Ε., ώστε να περάσει σήμερα σε ένα καινούργιο επίπεδο συντονισμού και όρα­σης ενάντια στο εργατικό κίνημα.

Με την επίθεσή της αυτή η άρχουσα τάξη που πέρασε σε νέα φάση σε μορφές και περιεχόμενο σε όλο το μετά το ‘81 διάστημα & κορυφώνεται στις μέρες μας, αχρήστεψε & ενσωμάτωσε στην ιδεολογία & την πολιτική της, στους μηχανισμούς του κράτους της, τα βασικά συνδικαλιστικά κέντρα και όργανα σε δευτεροβάθμιο & τριτοβάθμιο επίπεδο.

Όσο όμως προχωρούσε αυτό, τόσο αυτά αχρηστεύονταν σαν μηχανισμοί ενσωμάτωσης & αφομοίωσης της εργατικής τάξης & του εργαζόμενου λαού, στην πολιτική της αστικής τάξης.

Τόσο & σε τέτοιο βαθμό μάλιστα, που αχρηστεύθηκε όπως φαίνεται σήμερα από τις εξελίξεις και στη Γ.Σ.Ε.Ε. η δίχρονη προσπάθεια ανα­συγκρότησης ‘85 – ‘87 που επιχειρήθηκε από την αστική τάξη.

Και όχι μόνο αυτό, αλλά υπήρξαν και δημιουργούνται καταστάσεις στην βάση της εργατικής τάξης και του λαϊκού κινήματος, όχι απλής υπέρβασης των οργάνων και των συνδικαλιστικοπολιτικών ηγεσιών αλλά αιχμαλώτισης τους.

Τα παραδείγματα της AMSTEL, της Ε.Β.Ο., της ΜΙΣΚΟ, των φοιτητικών καταλήψεων, είναι χαρακτηριστικά της δυναμικής στην βάση του εργατικού και λαϊκού κινήματος.

Παραδείγματα ευρύτερης πολιτικής δυναμικής και κίνησης των μαζών, που έσπαζαν τις απεργίες του ημερολογίου, που ανέτρεπαν κατεστημένες & παγιωμένες καταστάσεις, σε μορφές πάλης, λειτουργίας των μαζικών χώρων, πολιτικές αντιλήψεις.

Χωρίς βέβαια τέτοια παραδείγματα να χάνουν την πολιτική σημασία τους, χωρίς νάναι τα μοναδικά, δεν παύουν νάναι παραδείγματα.

Δεν μπορούμε να βγάλουμε το συμπέρασμα ότι η κατάσταση έχει ανατρα­πεί, είτε ότι βρισκόμαστε ένα βήμα πριν, όμως φανερώνουν την δυναμι­κότητα για την προοπτική της ταξικής ανασυγκρότησης για την οποία μι­λάει και παλεύει το Εργατικό  Αντιιμπεριαλιστικό Μέτωπο.

Τα συμπεράσματα που πρέπει να βγάλουμε από ολόκληρη την κατάσταση μπορούμε να τα συνοψίσουμε.

1.Η ιδεολογική και πολιτική επίθεση ενάντια στο εργατικό κίνημα κλι­μακώνεται. Το μέτωπο αυτής της επίθεσης είναι ακόμη πιο διευρυμένο σήμερα.

2.Η εργατική τάξη και το λαϊκό κίνημα άντεξε κατά βάση αυτή την επί­θεση και σήμερα παρατηρείται μια ευρύτερη κίνηση των μαζών της εργατικής τάξης και του λαού με σοβαρά πολιτικά χαρακτηριστικά αμφισβήτησης των κυρίαρχων πολιτικοσυνδικαλιστικών γραμμών & πρακτικών.

3.Η άρχουσα τάξη συναντά από την πάλη της εργατικής τάξης και τις εσωτερικές της αντιθέσεις αυξανόμενες δυσκολίες στην ανασύνταξη των δυνάμεων της και την αναπαραγωγή των εφεδρειών της.

4.Οι αγωνιστικές συσπειρώσεις που βγαίνουν από τις μάζες και εκφρά­ζονται τοπικά παίρνουν μαζικό χαρακτήρα, αλλά οι συνθήκες και οι όροι μιας ενιαιομετωπικής έκφρασης σε πανελλαδικό επίπεδο, βρίσκο­νται σε χαμηλό επίπεδο ακόμη.

5.Χωρίς την έκφραση αυταρέσκειας μπορούμε να μιλάμε για την επιβε­βαίωση κεντρικής θέσης του Εργατικού Αντιιμπεριαλιστικού Μετώπου  το οποίο λέει, ότι η χρεωκοπία της ’’εθνικής στρατηγικής του ΠΑΣΟΚ θα σημαδεύεται από μια γενικότερη ανάκαμψη του εργατικού & λαϊκού κινήματος..”

Στα συνοψισμένα αυτά συμπεράσματα το Ε.Α.Μ. οφείλει να απαντήσει με δράση ιδεολογική, πολιτική, οργανωτική.

Το Ε.Α.Μ. έχει αυτό το καθήκον, γιατί αποτελεί παρά τις ελλείψεις, τα λάθη, τις αδυναμίες και τις υποχωρήσεις, παρά τον περιορισμένο χαρα­κτήρα του ακόμη, μια από τις λίγες και ίσως την μοναδική συγκροτημένη δύναμη ιδεολογικά, πολιτικά και οργανωτικά που συγκρούεται με επιτυχία με την άρχουσα τάξη, τον ρεφορμισμό και τον αναθεωρητισμό.

Το Ε.Α.Μ. οφείλει να ξεπεράσει αρκετά εμπόδια στην πολιτική οργάνωση για να μπορέσει να μετατρέψει την κρίση της αριστεράς σε επαναστατική πολιτική δυναμική.

Διαφορετικά η επαναστατική πολιτική δυναμική θα αντικαθίσταται από απειράριθμες ομάδες διαφωνίας από αξιόλογες μέχρι καταστροφικές, χωρίς καμιά δυνατότητα ευρύτερης παρέμβασης.

Θα γίνονται άλλοθι του αναθεωρητισμού & παραγοντικά στηρίγματα του, » είτε μέσα είτε έξω από τις επίσημες γραμμές του.

Τα ζητήματα της ύφεσης, της οικονομίας, της ανάπτυξης, της κρίσης,

η πείρα του κινήματος, πρέπει να σταθούν στο κέντρο της θεωρητικής επεξεργασίας, της πολίτικης δουλειάς & δράσης του Ε.Α.Μ.

Οι πολιτικές δυνάμεις και η προοπτική των πολιτικών εξελίξεων

Η βασική παρατήρηση & εκτίμηση που μπορούμε να κάνουμε, είναι ότι το πολιτικό οικοδόμημα δεν ανταποκρίνεται στις άμεσες& μακροπρό­θεσμες ανάγκες του καθεστώτος. Παρά τις ευνοϊκές πολιτικές συγκυ­ρίες βρίσκεται μπροστά σε πολλαπλά αναπαραγόμενα αδιέξοδα.

Όλες οι κοινοβουλευτικές δυνάμεις, ζουν βέβαια κάτω από τον αστε­ρισμό του ΠΑΣΟΚ & του Παπανδρέου, ο οποίος έγκαιρα & γρήγορα αντιλαμ­βάνεται & προσαρμόζει την πολιτική του στην αντιφατικότητα των εξελίξεων  στην κύρια κατεύθυνσή τους.

Η οποία σταθερότητα του καθεστώτος σήμερα οφείλεται κατά κύριο λόγο σε αυτόν & στην χρησιμοποίηση της αριστεράς σαν πρώτης γραμμής εφεδρικής συμπληρωματικής δύναμης.

Όμως το σύστημα σήμερα δεν απαιτεί απλά εναλλαγή, αλλά μεταβολή σε σημαντική έκταση των πολιτικών όρων του κοινοβουλευτικού παιχνιδιού η πραγματοποίηση των οποίων προϋποθέτει την ίδια την καταστροφή και αναγέννηση των αστικών πολιτικών δυνάμεων.

Η αναπαραγωγή των εφεδρειών του καθεστώτος προϋποθέτει ευρεία πολι­τική κρίση, που έρχεται σε άμεση σύγκρουση με την τεράστια ανάγκη εξασφαλισμένης σταθερότητάς του.

Τα περιθώρια να δοθούν λύσεις στενεύουν παρά την άμεση συνδρομή & χρησιμοποίηση του Κ.Κ.Ε. & της αριστεράς τα οποία η αστική τάξη προσπαθεί να κρατήσει στα πόδια τους.

Γι’ αυτό κατά περιόδους ξαναθερμαίνεται το θέμα Καραμανλή, ο οποίος 81 χρονών «πηγαίνει» για γκολφ, σκι κ.λ.π. τον βλέπουν σαν την τε­λευταία, αλλά ίσως μοναδική λύση για το ξαναμοίρασμα της πολιτικής τράπουλας.

Αυτό πάντως που φαίνεται σίγουρο σήμερα, είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει λύση στα πολιτικά αδιέξοδα με εκλογές.

Η πορεία των εξελίξεων στην χώρα

Η διεθνής κατάσταση με τις τελευταίες εξελίξεις, σημαδεύει και την πορεία των εξελίξεων στη χώρα μας, χωρίς βέβαια να μεταβάλλει τις κατευθύνσεις τους.

Εξ άλλου από αρκετά χρόνια, η χώρα βρισκόταν ήδη, στη δυναμική των τελευταίων Αμερικανοσοβιετικών συμφωνιών (υπέρβαση ΕΟΚ – ΣΟΑ κλπ) παρά την γενικά ευνοϊκή πολιτική συγκυρία, λόγω της διεθνούς κατάστασης για την άρχουσα τάξη, να προωθήσει τους στόχους της ενσωμάτωσης και της σταθεροποίησης, το καθεστώς δέρνεται από την πιο βαθιά οικονομική και κοινωνικοπολιτική κρίση, τα τελευταία 50 χρόνια. Κρίση που δεν φαί­νεται να ξεπερνά, αλλά απεναντίας να οξύνεται τόσο από τις αναγκαιότη­τες που βάζει βραχυπρόθεσμα του 1992, αλλά και από το ότι η χώρα θα βρεθεί στο επίκεντρο κλιμακούμενων ενδοιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, από τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα των ανακατατάξεων στη διεθνή σκηνή, που σηματοδότησε η Αμερικανοσοβιετική συμφωνία.

Ήδη μέσα στο χώρο της Ε.Ο.Κ., εκδηλώνονται τέτοιες αντιθέσεις και αντανακλούν στην πορεία της ΕΟΚικής ολοκλήρωσης. Η οικονομική, πολι­τική κλπ. φιλελευθεροποίηση στην ΚΟΜΕΚΟΝ, το αναπτυξιακό τους άνοιγμα απέναντι στην κεφαλαιοκρατία με την οικονομική , πολιτική αλλά και στρατιωτική σημασία που έχει, θα πυροδοτήσει νέες οξυμένες ενδοιμπεριαλιστικές αντιθέσεις, για το ποιος ιμπεριαλισμός θα επικρατήσει στον χώρο της Ευρώπης.

Η γραμμή υπέρβασης ΕΟΚ-ΣΟΑ που μετά την Αμερικανοσοβιετική συμφω­νία μορφοποιείται σαν η εξέλιξη της πολιτικής στρατηγικής του κεφαλαίου, περιέχει ένα ανώτερο κύκλο ενδοιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, τόσο ανάμεσα , σε ΕΟΚ – ΗΠΑ- ΙΑΠΩΝΙΑ, όσο και μεταξύ των Ευρωπαϊκών ιμπεριαλισμών.

Η χώρα λόγω ακριβώς αυτής της γραμμής, σε συνδυασμό με την ΕΟΚική ενσωμάτωση, θα βρεθεί σε ακόμη μειονεκτικότερη θέση.

Η «ΑΝΑΠΤΥΞΗ” που η αστική τάξη προσδοκούσε από την ΕΟΚ, απομακρύνε­ται. Στο πλαίσια αυτά οι στρατηγικοί σχεδιασμοί της αστικής τάξης αντιμετωπίζουν πρόσθετες δυσκολίες.

Οικονομικοπολιτική κρίση

Η ίδια η αστική τάξη, τόσο στο κοινωνικό όσο και στο πολιτικό επί­πεδο, φανερώνει μια πρωτοφανή παραλυσία. Αποτέλεσμα και του γοργού αδυνατίσματος της οικονομικά, απέναντι στους ΕΟΚικούς εταίρους.

Αυτό που κυριαρχεί ουσιαστικά σήμερα, δεν είναι η αστική τάξη, αλλά ο παρασιτισμός. Τα διευρυμένα στρώματά του, επιβάλλοντας μια τεράστια παραλυσία στο καθεστώς, τους θεσμούς και τα όργανά του. Η κατάσταση πραγματικά εμφανίζει σοβαρά σημάδια κενού εξουσίας, κάνοντας πρωταρ­χικό πρόβλημα για την άρχουσα τάξη, το πρόβλημα της εκτεταμένης πολι­τικής κρίσης.

Μια πολιτική κρίση, που απαιτεί μια γενικότερη αναδιάταξη του πολι­τικού εποικοδομήματος των κύριων πολιτικών του δυνάμεων και εφεδρειών του. Είναι φανερό σήμερα, πως μια απλή εκλογική κοινοβουλευτική ανα­μέτρηση, δεν μπορεί να δώσει λύση στο πρόβλημα.

Το ΠΑΣΟΚ, όχι μόνο στην εκλογική βάση έχει χάσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, αλλά όπως έδειξαν και τα τελευταία γεγονότα, «Φάκελος Κύπρου”, «Κοσκωτάς», έχει χάσει και την πλειοψηφία μέσα στο ίδιο το κοινοβούλιο. Παρόλα αυτά το κυβερνητικό «πτώμα”, όχι μόνο παραμένει άταφο, αλλά ο­λόκληρο το κοινοβουλευτικό φάσμα γύρω απ’ αυτό, περιμένει και ελπίζει την λύση του προβλήματος, από την διαδικασία σήψης του.

Στο ξεπέρασμα της πολιτικής κρίσης, δεν αρκεί μόνο το κτύπημα της λαϊκής δυναμικής συγκυριακά. Χρειάζεται μια νίκη πάνω σ’ αυτό στρατη­γικού χαρακτήρα, που για να έχει δυνατότητες να την πετύχει η άρχουσα τάξη, δεν της είναι αρκετό ούτε οι πρόοδοι του ΠΑΣΟΚ σ’ αυτό, ούτε η αξιοποίηση της λεγάμενης αριστερός.

Χρειάζεται να ξεπεράσει τις αντιδράσεις τις εσωτερικές της, καθώς και τις αντιθέσεις των διευρυμένων στρωμάτων του παρασιτισμού, πράγμα απαγορευτικό τόσο λόγω της οικονομικής κρίσης, όσο και των δικών της εξαρτησιακών χαρακτηριστικών.

Κοινοβουλευτικά αδιέξοδα

Τα αδιέξοδά της αυτά, αντιστρέφει, η άρχουσα τάξη και επιδιώκει την λύση της πολιτικής της κρίσης, μέσω εκλογικών συστημάτων κλπ. τα οποία έπονται και ακολουθούν τις πολιτικές ισορροπίες και όχι αντίστροφα.

Η προσπάθεια της αυτή, που σήμερα έχει πολλούς απολογητές, στοχεύει βέβαια και στην πολιτική εξαπάτηση του λαού, όμως δεν μπορεί να δώσει λύση στην ίδια, τουλάχιστον σήμερα.

Ένας διαμοιρασμός στην εξουσία με απλή αναλογική, μπορούσε να δώσει μια βραχυπρόθεσμη ανακούφιση στο καθεστώς, θα εκμηδένιζε όμως πολύ γρήγορα τις δυνατότητες αναπαραγωγής.

Τα αποτελέσματα αυτών των νικών πολύ γρήγορα ξεπεράστηκαν υπερφαλαγγίστηκαν οι δυνάμεις της «ομαλότητας» από την διμετωπική πόλωση, ενισχύοντας μάλιστα αποφασιστικά τον έναν απ’ αυτούς.

Τα σενάρια έτσι προεδροποίησης, απλής αναλογικής κλπ. δεν πατούν σε γερό έδαφος. Η πραγματικότητα τα ξεπερνά πολύ γρήγορα.

Το ΠΑΣΟΚ είναι αναγκασμένο από τον κοινωνικοπολιτικό συνδυασμό που εκπροσωπεί. Από τις δυνάμεις στήριξης στο κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο που μορφοποίησε, να παλέψει για την αυτοδύναμη κυβερνητική λύση και για τον λόγο, ότι κυβερνητικός συνασπισμός ΠΑΣΟΚ – αριστεράς φαίνεται να χάνει εκλογικά. Το ΠΑΣΟΚ μπορεί να ελπίζει στην αυτοδύ­ναμη λύση του, μόνο αν μπορέσει να προκαλέσει μια ευρύτερη κίνηση των μαζών, μέσα από τους κοινωνικούς μηχανισμούς στήριξης που δημιούργησε και σ’ αυτή την κίνηση των μαζών, να στηρίζει και να κάνει δυνατό, α­κόμη και ένα εκλογικό πραξικόπημα.

Απέναντι σ’ αυτή την προοπτική, εκδηλώθηκε η επίθεση των ’’ομαλοποιητών”, όχι τυχαία μέσα από τον ίδιο τον συνασπισμό εξουσίας του ΠΑΣΟΚ τόσο στον ”Φάκελο Κύπρου”, όσο και στο θέμα «Κοσκωτά”.

Ούτε επίσης είναι τυχαίο, για την φερεγγυότητα και την αξιοπιστία αυτής της επίθεσης, ότι κρατήθηκαν μακριά τόσο η αριστερά όσο και ο Μητσοτάκης, ο οποίος όμως στο τέλος μπήκε καπέλο στην υπόθεση.

Η κλιμάκωση των συγκρούσεων θα συνεχιστεί και ο Μητσοτάκης θα ρίξει το βάρος του στη μάχη του πεζοδρόμιου, όπως απείλησε στην βουλή αν το ΠΑΣΟΚ δεν παραιτηθεί εθελούσια από τα σχέδια του.

Η οικονομική, κοινωνική και, πολιτική κρίση έχει κορυφωθεί σε τέτοια έκταση και βάθος, ώστε ο ίδιος ο Παπανδρέου, Πρωθυ­πουργός σήμερα της χώρας, να ομολογεί να καταγγέλλει τους Αμερικάνους και τον ξένο παράγοντα για την δημιουργία και την καθοδήγηση των πολιτικών εξελίξεων στην χώρα!

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έτσι είναι τα πράγματα

0ι Αμερικάνοι  και ο δυτικοευρωπαϊκός ιμπεριαλισμός της ΕΟΚ κατά κύριο λόγο, έχουν σήμερα όλες τις δυνατότητες να ενεργο­ποιούν και να καθοδηγούν στο οικονομικό, κοινωνικό  και πολιτικό επίπεδο τα βασικότερα κέντρα διαμόρφωσης των εξελίξεων στην χώρα. Σε μια εποχή μάλιστα που οι ανταγωνισμοί των διάφορων ιμ­περιαλιστικών κέντρων έχουν οξυνθεί ακόμη περισσότερο για την εκμετάλλευση της χώρας και την αξιοποίηση της στρατηγικής θέ­σης της χώρας στις νέες διεθνείς συνθήκες.

1960-1990 αναλογίες και διαφορές στις αιτίες και την προοπτική

Το σκάνδαλο Κοσκωτά σήμερα, όπως το βασιλικό πραξικόπημα το 1965, αποτελεί την κορυφαία εκδήλωση της κρίσης και ενσωματώνει όλες τις αντιθέσεις και τον εκφυλισμό της ιθύνουσας τάξης, του κράτους και της εξουσίας της.

Στο βασιλικό πραξικόπημα το ’65, στηρίχτηκε αλλά και κα­λύφθηκε μια ολόκληρη πορεία για την ανασύνταξη στο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο των δυνάμεων της ολιγαρχίας.

Η έξοδος από το τούνελ το ’74, δεν ήταν παρά το πέρασμα σ’ ένα καινούργιο, όπου πίσω και πάνω στο σκάνδαλο Κοσκωτά, σήμερα, επιχειρείται και πάλι μια ανασύνταξη και αναδιαμόρφωση των δυνάμεων της ολιγαρχίας, του συστήματος εξουσίας της, ανά­κτησης της δυναμικής και της αξιοπιστίας του.

Η ομολογία και η καταγγελία του Παπανδρέου για τους Αμερικανούς και τον ξένο παράγοντα υποσημειώνει και αποκαλύπτει την πιο επικίνδυνη εκδήλωση της κρίσης του καθεστώτος σήμερα ίδια με αυτή της δεκαετίας του 1960.

ΟΤΙ Η ΑΡΧΟΥΣΑ ΤΑΞΗ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΒΑΡΟΣ ΤΗΣ ΞΕΝΟΔΟΥΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΛΗΣΤΡΙΚΩΝ ΑΝΤΙΘΕΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΙΚΑΝΗ ΝΑ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΕΙ Η Ι­ΔΙΑ ΔΙΕΞΟΔΟ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΚΑΙ ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΚΑΤΑΦΕΥΓΕΙ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΣΤΟΝ ΞΕΝΟ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑ ΣΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΕΚΧΩΡΕΙ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΕΞ ΟΛΟΚΛΗΡΟΥ ΤΟΝ ΔΙΚΟ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΡΟΛΟ

Το 1960 η άρχουσα τάξη μεταπρατική, άσχετη και ξεκομμένη από οποιαδήποτε εθνικού χαρακτήρα οικονομικοπαραγωγική ανάγκη και προοπτική, κοινωνικοπολιτικά και πολιτιστικά εχθρική σε κάθε πατριωτική αξία του λαού, δεν μπόρεσε όχι μόνο να καθοδη­γήσει και να βάζει τις βάσεις στο πέρασμα από την Αμερικανοκρατία στο νέο καθεστώς εξάρτησης μέσω της Ε.Ο.Κ. αλλά προκάλεσε την ξένη κηδεμονία για να λύσει τις ίδιες τις δικές της αντι­θέσεις, συντρίβοντας παράλληλα και τον λαό.

Το 1990 στο τέλος του δρόμου που άνοιγε το 1960, στο κα­τώφλι της πλήρους ενσωμάτωσης στην Ε.Ο.Κ., η άρχουσα τάξη, πα­ρουσιάζει πολλαπλασιασμένα σ’ όλα τα επίπεδα τα χαρακτηριστικά της δεκαετίας του 1960. Γίνεται πηγή κινδύνων ευρύτερου χαρακτήρα απ’ αυτών της δεκαετίας του 1960.

Ο λαός και η χώρα δεν κινδυνεύει απλά από τα στρατηγικά σχέδια και τους στόχους της ολιγαρχίας, κινδυνεύει ακόμη περισ­σότερο από τις αντιθέσεις της. Αντιθέσεις που αντανακλούν τις αντιθέσεις των πολλαπλασιασμένων ξένων πατρώνων της, οι οποί­ες μάλιστα έχουν μεγιστοποιηθεί σήμερα!

Η οικονομική βάση της κρίσης -1992, ολοκληρωτική αποεθνικοποίηση της οικονομίας

Το 1992 καθημερινά προπαγανδίζεται από την ολιγαρχία σαν το όραμα του Ελληνισμού, την ευτυχισμένη προοπτική της χώρας στην Ευρώπη των «λαών». Το μέγεθος της απάτης αυτής απο­καλύπτεται από τα ίδια τα έργα και τις ημέρες της.

Με το ότι οποιαδήποτε παραγωγική δραστηριότητα δεμένη με τις εθνικές ανάγκες, δημιουργήθηκε όλα τα χρόνια και κατάφερε να σταθεί με τις τεράστιες θυσίες του λαού, καταξεπουλήθηκε κα­τά κύριο λόγο τα δυο τελευταία χρόνια στους ξένους με συμφωνίες που περιέχουν σαν βασικό όρο τους την μείωση του εργατικού προσωπικού τουλάχιστον κατά 40%!!

Αυτή είναι η «προσφορά», η «δουλειά» και οι κόποι της ολιγαρχίας. Αυτή είναι η «εθνική» της συνείδηση!

Εκεί εξαντλεί τον δικό της ρόλο σαν «κοινωνικός εταίρος» της παραγωγικής δραστηριότητας.

Οι φανφαρονισμοί της για ΑΝΑΠΤΥΞΗ, ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ, ΝΕΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΡΓΑΣΙΑΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ, ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ κ.λ.π. εκ­χωρούνται μαζί με την υποτίθεται εθνική της συνείδηση στα ξένα αφεντικά.

Η ντόπια ολιγαρχία την στιγμή που εγκαλεί την εργατική τάξη και τον λαό για δουλειά και ανάπτυξη, αυτή λειτουργεί σαν παλαιού τύπου ληστρικός αποθησαυριστής, τοποθετώντας μάλιστα το προϊόν της ληστείας της στις ξένες Τράπεζες.

Αυτής της ποιότητας είναι και οι καυγάδες των διαφόρων ομάδων της. Καυγάδες για το ποιάς ομάδας ο ξένος πάτρωνας θα κερδίσει περισσότερα για να αυξηθούν και της ίδιας τα μεσιτικά!

‘Έτσι όχι μόνο ο ιδιωτικός τομέας έχει ξεπουληθεί, αλλά και γύρω από τον δημόσιο τομέα ξεδιπλώνονται καθημερινά τερά­στιοι ανταγωνισμοί για το ποιο ξένο μονοπώλιο θα τους βάλει στο χέρι με ενδιάμεσους τους ντόπιους αετονύχηδες και μεσάζοντες τους.

0 λαός καλείται, να πληρώνει τάχα επενδύσεις και εκσυγχρο­νισμούς, άχρηστες και πολλές φορές επιζήμιες σ’ αυτόν (κινητή τηλεφωνία π.χ.) μόνο και μόνο για να βολευτούν τα ξένα αφεντι­κά και οι ντόπιοι μεσάζοντες τους. Αυτή είναι η πολιτεία του Ο.Τ.Ε. της Δ.Ε.Η., του Τραπεζικού συστήματος, της αμυντικής  Βιομηχανίας, του ίδιου του Στρατού. Αυτή είναι η ιστορία των σκανδάλων και η ουσία τους.

Αυτή είναι η ηθική και η τιμιότητα των σκανδαλοθήρων που έχει πλημμυρίσει τον τόπο για να τον σώσουν! Αφού βέβαια και οι ίδιοι έχουν φάει το καταπέτασμα αφ’ ενός, αλλά και διεκδικούν ακόμη μεγαλύτερη μερίδιο για σήμερα και αύριο!

Απαρφανισμός της υπαίθρου- Βίαιη προλεταριοποίηση της φτωχομεσαίας αγροτιάς

Ανοικτά και ξεδιάντροπα, αντιστρέφοντας την πραγματικότη­τα, ξεδιπλώνεται με ένταση τα τελευταία χρόνια εν όψει του 1992 το τελειωτικό ξεκαθάρισμα του χωριού.

Μετά τους συνεταιρισμούς των μεγαλοπαραγωγών, τις ομάδες παραγωγών, που λυμαίνονται τα δάνεια, τις επιδοτήσεις, αλλά και την ίδια την παραγωγή του μικρομεσαίου αγρότη, παραγωγή που απευθύνεται στα χαμηλά λαϊκά στρώματα – Για νάχει ακτι­νίδιο ο Κατσάμπας, πρέπει να πληρώσει ο εργάτης την ντομάτα 300 δρχ..’Ήρθε και η ουσιαστικά αναγκαστική και βίαιη παραί­τηση του μικρομεσαίου αγρότη από τον οικογενειακό κλήρο του, με τις λεγόμενες νέες αγροτικές συντάξεις και την παράδοση του στους νέους τσιφλικάδες καπιταλιστές του χωριού.

Στην ανέχεια της πόλης, αλματώδικα προστίθεται και θα προστίθεται η ακόμη μεγαλύτερη ανέχεια του χωριού.

Σκοταδιστική επίθεση στην νεολαία

Στην ανεργία, την υποαπασχόληση, την αύξουσα ανασφάλεια, την διαφθορά και τα ναρκωτικά που απλόχερα προσφέρει η ολιγαρ­χία και το κράτος της στη νεολαία, έρχεται να προστεθεί η α­νοικτή σκοταδιστική επίθεση ενάντια και στα στοιχειώδη δι­καιώματα της μόρφωσης.

Με  ένα από τα πιο αντιδραστικά όργανα της η αστική τάξη, το Τ.Ε.Ε. ζητά ξεδιάντροπα ακόμη και την κατάργηση των Τ.Ε.Ι. τα μόνα ιδρύματα που είναι ανοικτά στα παιδιά της εργατικής τάξης και του λαού.

Ούτε καν ειδικευμένους εργάτες δεν θέλει η αστική τάξη και η πολιτική αντίδραση στην Ελλάδα.

Αυτοί είναι οι κήρυκες της κάθαρσης και του εκσυγχρονι­σμού !

Ούτε καν ειδικευμένοι εργάτες τα παιδιά του λαού!!

Η άρχουσα τάξη, όπως στο παράδειγμα του Τ.Ε.Ε. παρουσιά­ζεται διεφθαρμένη, όχι μόνο σε ατομικό επίπεδο, ή επίπεδο στε­νών οικονομικών ομάδων, αλλά και στο γενικότερο επίπεδο των διάφορων μορφών οργανωμένων κοινωνικών της εκφράσεων.

Πρόκληση στην λαϊκή ανέχεια η χλιδή του παρασιτισμού

0 μεταπρατικός, υπεργολαβικός, παρασιτικός χαρακτήρας δεν είναι χαρακτηριστικό μόνο μιας μικρής κάστας μεγαλοκεφαλαιούχων. Είναι προνόμιο σημαντικά διευρυμένων στρωμάτων, πάνω στα οποία η άρχουσα τάξη στηρίζει την εξουσία της τόσο στο κοινω­νικό, όσο και στο γενικότερο πολιτιστικό και πολιτικό επίπεδο.

Τα στρώματα αυτά κατακλύζουν σήμερα τον τομέα της παρα­γωγής τον οποίο λυμαίνονται, όσο και το τομέα των υπηρεσιών, του εμπορίου, του πολιτισμού και αθλητισμού, της πληροφόρησης τόσο στον ιδιωτικό όσο και του δημόσιο τομέα.

Η βαθειά κρίση της κεφαλαιοκρατίας, αντανακλάται στην χώρα πολλαπλασιασμένη και καταστροφική κάτω από τις ανάγκες της γρήγορης ενσωμάτωσης αυτού του μεταπρατικού, παρασιτικού οικοδομήματος που αποτελεί ο ελληνικός καπιταλισμός, στην Ε.Ο.Κ. και στις αναβαθμισμένες αντιθέσεις Ε.Ο.Κ. και Αμερικάνων.

Απέναντι στην λαϊκή ανέχεια του μεροκάματου των 2.500 δρχ. και της μαζικής ανεργίας, υπάρχει η πολλαπλασιασμένη διευθυντοκρατία  με εξωπραγματικές για την σημερινή λογική αποδοχές που έχουν βάση τις 200.000 δρχ. και πάνω.

Αποτελεί σήμερα πραγματικότητα ότι οι αποδοχές των διευ­θυντικών στρωμάτων και των βοηθητικών αργόσχολων μηχανισμών τους, είναι σε σύνολο σχεδόν ίσες με το σύνολο των αποδοχών του προσωπικού που εργάζεται, σε μια παραγωγική επιχείρηση.

Στην εξυπηρέτηση των αναγκών αυτών των αργόσχολων στρω­μάτων κάθε χρόνο με μια νέου τύπου ληστρική εφεύρεση πηγαίνει το μεγαλύτερο μέρος του λεγόμενου πλαφόν της εισοδηματικής πο­λιτικής .

Η αύξηση που δίνεται σ’ ένα εργασιακό χώρο για παρά­δειγμα, ορίζεται σ’ ένα ποσοστό % αύξησης του συνολικού εργασιακού κόστους, που υποτίθεται πως αντέχει η επιχεί­ρηση. Ας πούμε 10%. Αυτό θα μοιραστεί σ’ ολόκληρο το προσωπικό., Η μοιρασιά ανατίθεται στα διευθυντικά και παρασιτικά στρώματα τα οποία κρατούν για τον εαυτό τους την μερίδα του λέοντα ενώ για τους εργαζόμενους αφήνουν ψί­χουλα. Γι’ αυτό και ολόκληρο το προσωπικό από βοηθό ερ­γοδηγό και πάνω με την αιτιολογία ότι ανήκει στο στελεχικό δυναμικό, δεν είναι φανερές οι αποδοχές του και οι αυξήσεις που παίρνει.

Στο ληστρικό αυτό παιχνίδι άμεσα συνένοχη είναι και η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, πλουσιοπάροχα αμειβόμενη, με τη βοήθεια της οποίας φαλκιδεύονται ακόμη και οι πιο μικρές κατα­κτήσεις των εργαζομένων.

Ουσιαστικά η συνδικαλιστική γραφειοκρατία είναι μέρος των παρασιτικών στρωμάτων μέσω των οποίων η αστική τάξη επιβάλει την κυριαρχία και την υποταγή στην εργατική τάξη.

Η ανάγκη της άρχουσας τάξης να επιβάλει αυτήν την υποτα­γή στην εργατική, αφήνει έξω από κάθε έλεγχο την επέκταση του παρασιτισμού, που προβάλει ακόμη και αυτονομημένος απέναντι στην ολιγαρχία, στις κοινωνικές και πολιτικές λειτουργίες του όπως στην περίπτωση του σκανδάλου Κοσκωτά.

Ένας πολλαπλασιασμένος σε σχέση και με την ίδια την α­ναπτυγμένη κεφαλαιοκρατία στις χώρες του ιμπεριαλισμού, παρα­σιτισμός κυριαρχεί και στον χώρο των μεσαίων στρωμάτων, ο ο­ποίος πολιορκεί και συντρίβει την όποια μεσαία παραγωγική αντιπαρασιτική δραστηριότητα, πάει ν’ αναπτυχθεί.

Τεράστια κέρδη και οι σχεδόν μοναδικές ακμάζουσες δρα­στηριότητες είναι αυτές που συνδέονται με την παροχή υπηρεσιών και αγαθών υψηλών προδιαγραφών και ποιότητας στην ολιγαρχία και τον παρασιτισμό της. Απεναντίας οι δραστηριότη­τες που απευθύνονται στην πλατειά μαζική λαϊκή κατανάλωση γνω­ρίζουν την μιζέρια και την συντριβή, αν και το φαινόμενο εί­ναι ένα γενικό σύμπτωμα της κεφαλαιοκρατικής κρίσης, στην χώ­ρα μας αυτό λειτουργεί σήμερα σαν ένας από τους πιο βασικούς και άμεσους παράγοντες της ευρύτερης αποεθνικοποίησης σ’ όλα  τα επίπεδα και οδηγεί και την γενικότερη κοινωνική αναπαραγω­γή .

‘Έτσι στην υγεία κινητήρια οικονομική βάση είναι το φακελάκι και ηγετικό κοινωνικό στρώμα που ορίζει τις εξελίξεις σ’ αυτόν τον χώρο το στρώμα των υψηλών- φακελάκηδων γιατρών, υποτάσσοντας στα συμφέροντα τους αυτά, τα άλλα στρώματα των ερ­γαζομένων. Αναγκάζοντας τα άλλα στρώματα των εργαζομένων, να αναζητούν τα συμφέροντά τους σ’ ένα σύστημα αξιών που προσδιο­ρίζεται ακριβώς από την κινητήρια οικονομική βάση που λέγεται φακελάκι.

Στο πολιτισμό το «ΜΕΡΟΚΑΜΑΤΟ» της νύκτας των εκατοντά­δων χιλιάδων δραχμών, αφορολόγητο μάλιστα, αποτελεί τους κινη­τήριους οικονομικούς ιμάντες, του προτσές εκπολιτισμού, ενώ το «ΓΚΟΛ» και το «ΚΑΛΑΘΙ» κατέχουν την πιο υψηλή θέση στο χρηματιστήριο αξιών της εμπορευματικής παραγωγής στις πιο προωθημένες μορφές του φιλελεύθερου ανταγωνισμού. Όλοι οι το­μείς οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας παρουσιάζουν σήμερα μια τέτοια εικόνα, αποκαλύπτεται την φύση και τον χα­ρακτήρα των ιθυνόντων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας και των κοινωνικοπολιτικών λειτουργιών τους, την εκφυλιστική κρί­ση τους.

Το κοινωνικό οικοδόμημα της αστικής τάξης παρουσιάζεται έτσι σήμερα χωρίς καμιά συνοχή, γιατί ακριβώς είναι ένα άθυρ­μα συμφερόντων που δεν έχουν καν κάποια ενδογενή (εθνικού χαρακτήρα) κοινή βάση, έστω και εκμεταλλευτική. Αυτό που κυριαρχεί  δεν είναι η ενότητα  αλλά οι αντιθέσεις, πράγμα που εκ­δηλώνεται με διαλυτική ένταση και στους ίδιους τους πολιτικούς σχηματισμούς του .

Τα πολιτικά κόμματα παρουσιάζονται έτσι σήμερα σαν μια αθροιστική ενότητα χωρίς εσωτερική συνοχή- οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων στενού συντεχνιακού χαρακτήρα, ανίκα­να όχι να επεξεργαστούν κάποια στρατηγική, αλλά ακόμη και να υπηρετήσουν μεσοπρόθεσμους στόχους, μιας από τα έξω επιβεβλημένης στρατηγικής.

Κάτω και από την γιγάντωση του παρασιτισμού, σαν αποτέ­λεσμα της κρίσης της κεφαλαιοκρατίας, των ιδιαίτερων κοινωνι­κών και πολιτικών αναγκών της ξενόδουλης αστικής τάξης, της προχωρημένης πολιτικής αυτονόμησης της – σαν κάστα νομενκλατούρας. Η Ελληνική κοινωνία συνταράζεται σήμερα από τεράστι­ας έκτασης συντεχνιακές συγκρούσεις  ανεξέλεγκτου μάλιστα χαρα­κτήρα, που αφήνουν να διαφανεί και να εκδηλώνεται σε διάφορα επίπεδα ένα κενό εξουσίας μέσα στην δίνη της πρωτοφανέρωτης πολιτικής κρίσης που μαστίζει το καθεστώς.

Μπροστά σε μια διεφθαρμένη αστική τάξη, ξενόδουλη και παρασιτική μπαίνει η ανάγκη μιας οικονομικής και κοινωνικό-πολιτικής ανασυγκρότησης σαν αναγκαίος όρος για να εξασφαλίσει την σταθερότητα του καθεστώτος της.

Όμως εδώ το αποτέλεσμα είναι και προϋπόθεση, γι’ αυτό και πάλι όπως πάλι και πάλι στο παρελθόν η αστική τάξη καταφεύγει στον ξένο παράγοντα για να τις λύσει τα προβλήματα.

Το καινούργιο είναι πως σήμερα κάνει πιο ξεδιάντροπα και το ομολογεί ταυτόχρονα.

Κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ- ολιγαρχία- ξένος παράγοντας

Το ΠΑΣΟΚ με απειλή  τις προωθημένες πολιτικές διακηρύξεις του και με «όπλο- μέσο» τα φτωχά λαϊκά στρώματα κατάφερε το ’81 να συγκεράσει και να εκφράσει με κάπως μακροπρόθεσμη προ­οπτική τα συμφέροντα των διάφορων ομάδων της ολιγαρχίας.

Όμως η πολιτική του «κράτους πρόνοιας» που ακολούθησε και εφάρμοσε σ ’ ένα σημαντικό βαθμό έχει ήδη εξαντλήσει τα πε­ριθώρια της και αποδεικνύεται εμπόδιο-θηλιά στην εκσυγχρονιστική πορεία που έχει ανάγκη το καθεστώς μπροστά στο 1992 και τις νέες διεθνείς σχέσεις.

ΓΙΑΤΙ:

  1. Το «Κράτος Πρόνοιας» της μεταπολεμικής κεφαλαιοκρατίας, εξάντλησε τις δυνατότητες του. Είναι αναντίστοιχο σαν ρυθμιστική συνταγή των κοινωνικών σχέσεων στο σημερινό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων στο κεφαλαιοκρατι­κό κόσμο. ΑΥΤΟΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΣ ΠΡΟΝΟΙΑΣ είναι αναντίστοιχα σαν έκφραση ισορροπίας παραγωγικών δυνάμεων – παραγωγικών σχέσεων στην σημερινή κεφαλαιοκρατία , αναδείχνοντας ακόμη σε ανώτερα επίπεδα την αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας.
  2. Στις συνθήκες της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας το κράτος πρόνοιας, ουσιαστικά εξελίχθηκε σε κράτος παρασιτισμού, α­κριβώς κατ’ εικόνα και ομοίωση της αστικής τάξης στην οποία διαμέσου του ΠΑΣΟΚ ανήκε η ηγεμονία στο κοινωνικό και πολιτι­κό επίπεδο.
  3. Μέσα και από την διαχείριση της εξουσίας ο πολιτικός μηχανισμός του ΠΑΣΟΚ κυριαρχούμενος ολοκληρωτικά από την αστι­κή τάξη, χρησιμοποιήθηκε για να επιβάλει ανανεωμένη και ανασυνταγμένη σε μορφές την ηγεμονία στην εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Η πλήρης αδυναμία της αστικής τάξης να δια­μορφώσει και να εξελίξει μια στρατηγική στις νέες συνθήκες, αλλά ακόμη και να υπηρετήσει την στρατηγική  που της μπήκε απ’ έξω το 1960 .Η αχρήστευση της πολιτικής δυναμικής της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, με την οποία το ΠΑΣΟΚ αποκαθιστούσε πια ενότητα στις συντεχνιακές αντιθέσεις της αστικής τάξης, αχρήστεψε το ΠΑΣΟΚ σαν χρήσιμο πολιτικό εργαλείο στην ίδια την αστική τάξη και έκανε και πάλι κυρίαρχες τις αντιθέσεις της. Στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων η θέση της χώρας μετά τις εξελίξεις της Αμερικανοσοβιετικής συμφωνίας και της διαρθρωτικής κρίσης σ’ αυτό που συνιστούσε και αναφερόταν σαν σοσιαλι­στικό στρατόπεδο, επιδεινώνεται.
  4. Οι εξελίξεις στην χώρα, δεν επηρεάζονται κυρίαρχα α­πό ένα κλίμα ύφεσης στο στρατιωτικό τομέα, αλλά από την προο­πτική κλιμάκωσης των αντιθέσεων ΗΠΑ-ΕΣΣΔ την ποιοτική μεταβολή αυτών των αντιθέσεων, το άνοιγμα του δρόμου για πια πιο άμεση απειλή της στρατιωτικής σύγκρουσης μεταξύ τους.    Το άνοιγμα του Πολωνικού διαδρόμου διευρυμένου με την πε­ριοχή της Ουγγαρίας και της  Ρουμανίας, προς την Μόσχα, βάζει σε άμεσο κίνδυνο την σημερινή εθνική υπόσταση της ΕΣΣΔ μέσα και από μια ολοκληρωτική ανατροπή των αποτελεσμάτων του Βου πολέμου σε βάρος της. Η Ελλάδα έτσι αποκτά μια καινούργια ι­διαίτερη θέση στην στρατηγική του ιμπεριαλισμού γενικά, αλλά και στον ανταγωνισμό των ιμπεριαλιστικών κρατών ειδικά που πα­σχίζουν να μοιράσουν την σημερινή και μελλοντική λεία από την αποδιάρθρωση και συντριβή του υπαρκτού σοσιαλισμού
  5. Η επιτάχυνση της οικονομικοπολιτικής και στρατιωτι­κής ολοκλήρωσης του Δυτικοευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού, με την ΕΟΚ απαντήθηκε από τους Αμερικάνους με την επιτάχυνση των διαδικα­σιών καπιταλιστικής ολοκλήρωσης ΗΠΑ-ΚΑΝΑΔΑ πράγμα που δημιουργεί νέες συνθήκες στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς για παγκόσμια κυριαρχία, βάζει, σε πιο προωθημένες βάσεις το επίπε­δο ανταγωνισμού Αμερικανών – ΕΟΚ σε ολόκληρη την περιοχή.
  6. Η αποδιαρθωτική κρίση στην Ανατολή, που συνοδεύεται από μια πολιτική ανάπτυξης και ανοικτών θυρών στον ιμπεριαλι­σμό, χειροτερεύει την θέση της ντόπιας αστικής τάξης σε σχέση και με τον ρόλο της και τις αποδοχές της – των μεσιτικών.

Με άλλα λόγια η διαδικασία της «ενιαίας Ευρώπης» ΟΥ­ΡΑΛΙΑ- ΑΤΛΑΝΤΙΚΟΣ, δεν είναι μια διαδικασία ειρηνικής άμιλλας όπως σαλπίζει ο Παπανδρέου και αυταπατάται η σοσιαλδημο­κρατία, αλλά διευρυμένων οικονομικών, πολιτικών και στρατιω­τικών συγκρούσεων και εξελίξεων που θα αναπαράγουν την πριν τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο κατάσταση με καινούργιες βέβαια μορ­φές.

Το ΠΑΣΟΚ κυριαρχούμενο και το ίδιο απ’ αυτές τις συγκρού­σεις των ομάδων της αστικής τάξης, απειλείται με διάλυση  υπό την σημερινή του μορφή, ωθούμενο σε μια αναδιαμόρφωση του σε καθαρότερο ή πιο ομογενοποιημένο ταξικά σχηματισμό, στα πλαί­σια μιας γενικότερης αναδιαμόρφωσης του πολιτικού οικοδομήμα­τος .

Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο βρίσκονται και οι τεράστιες δυ­σκολίες, καθώς η οικονομικοκοινωνική βάση της ίδιας της αστι­κής τάξης, όπως περιεγράφηκε, δεν μπορεί ν ’ αντιστοιχήσει σε ένα σταθερό πολιτικό οικοδόμημα, το οποίο βγαίνει έξω από τις δυνατότητες της, χωρίς την άμεση παρέμβαση των ξένων πατρώνων της.

Γι’ αυτό σήμερα ακόμη και η απλή κυβερνητική εναλλαγή στην εξουσία, αποκτά υπαρξιακό χαρακτήρα για το καθεστώς καθίσταται σχεδόν αδύνατη η ομαλή κοινοβουλευτική λύση των προβλημάτων της. Γι’ αυτό το παιχνίδι περνά ανοικτά πια στα ξένα επιτελεία καθώς και τα σημάδια ενός κενού εξουσίας γίνονται φανερά.

Ήδη τρία κέντρα εξουσίας κάνουν φανερή την παρουσία του.

Η επίσημη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ που απλά καλύπτει μια τυπι­κή νομιμότητα στις στοιχειώδεις λειτουργίες του κράτους, χωρίς όμως ουσιαστικά να τις ελέγχει.       

Η «κυβέρνηση» της Εκάλης  περί τον Παπανδρέου και η «κυβέρνηση» που με το σκάνδαλο Κοσκωτά σημαία, έχει βάλει στο χέρι μια σειρά βασικούς μηχανισμούς εξουσίας σε τέτοια έκτα­ση, που μπορεί να προφυλακίζει μάλιστα συλλήβδην κυβερνητικούς και κομματικούς αξιωματούχους και να προωθεί την κοινοβουλευτική ανατροπή του Παπανδρέου.

Εκσυγχρονισμός – εκφασισμός κοινωνίας και του κράτους

Σοσιαλδημοκρατία – πολιτική αντίδραση

Είναι φανερό λοιπόν σήμερα πως στην θέση ενός έστω και πε­ριορισμένου κράτους  πρόνοιας και στην θέση ενός ειρηνικού πασι­φισμού με τις όποιες αντιφατικότητες του, απαιτείται ένα κρά­τος διευρυμένου κοινωνικού εκφασισμού για να μπορέσει να εν­σωματώσει τους εισαγόμενους «εκσυγχρονισμούς» απαιτείται έ­να κράτος ενισχυμένων ψυχροπολεμικών προδιαγραφών και λειτουρ­γιών στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα.

Απαιτείται η ανάληψη της διαχείρισης από μια ενισχυμένη πολιτική αντίδραση.

Η ντόπια ολιγαρχία και οι ξένοι προστάτες της παρά τον παροξυσμό των αντιθέσεων τους βιάζονται να δώσουν λύση στην εκφυλιστική πολίτικη κρίση του καθεστώτος.

Επείγονται να αντικαταστήσουν το κοινωνικό πολιτικό υ­βρίδιο του ΠΑΣΟΚ με μια πολιτική αντίδραση εξοπλισμένη με μαστίγιο, έστω και σαν μια μεταβατική περίοδο που θ’ αποκαταστήσει την συνοχή της αστικής τάξης.

Το πρόβλημα όμως δεν είναι αυτό, η απλή εκλογική κοι­νοβουλευτική επιχείρηση της πολίτικης αντίδρασης, η οποία σή­μερα είναι φανερό ότι ουσιαστικά υπάρχει, αλλά το ότι η λύση αυτή σαν ομαλή κοινοβουλευτική διαδικασία, καταστρέφει τους όρους ανασυγκρότησης των κύριων πολιτικών δυνάμεων και των εφεδρειών του συστήματος.

Γι’ αυτό σήμερα η Ν.Δ. μπορεί να μην είναι αποδεκτή λύση γενικότερα, αλλά ταυτόχρονα προβάλει σαν εκβιαστικά α­ναγκαία.

Γι’ αυτό αν και η Ν.Δ. έχει την εκλογική κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η άνοδος της στην κυβέρνηση διακυβεύεται σοβαρά. Γι αυτό η αναδιαμόρφωση του ΠΑΣΟΚ που πασχίζουν στο όνομα της ΚΑΘΑΡΣΗΣ θυσιάζοντας τον Κουτσόγιωργα και πιθανόν τον Παπανδρέου δεν μπορεί να προχωρήσει.

Γι’ αυτό το χαρτί της αριστεράς στην θέση ενός καλού ΠΑΣΟΚ που παίζεται είναι καμένο από χέρι!

Η αναδιαμόρφωση του πολιτικού οικοδομήματος απαιτεί ταυ­τόχρονα την ευρύτερη καταστροφή του, πράγμα όπως που θα οδη­γήσει και σε ευρύτερη κοινωνική αποσάρθρωση με απρόβλεπτες για το καθεστώς συνέπειες.

Το πρόβλημα όμως αυτό δεν μπορεί να το αποφύγει η αστική τάξη και οι κηδεμόνες της.

‘Ίσως μπορεί να του δώσει μια προσωρινή διέξοδο με την εκλογική νίκη του Μητσοτάκη σήμερα ή να το μεταθέσει για λίγο χρόνο διάστημα καίγοντας και τις τελευταίες σημερινές εφε­δρείες της με την αριστερά – ΠΡΟΘΥΜΑ ΚΑΙ ΑΣΘΜΑΙΝΟΝΤΑΣ ΜΠΑΙΝΕΙ ΣΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ στα πλαίσια του μπλοκ των λεγόμενων δημοκρατικών δυνάμεων, για ν’ αναπαραχθούν όμως τα αδιέξοδα σε μεγαλύτερη έ­νταση. Όμως και αυτή η τελευταία λύση που φαίνεται να χρησι­μοποιεί σαν εφεδρικό εκβιασμό ο Παπανδρέου είναι απόλυτα επι­σφαλής ακόμη και σήμερα σε επίπεδο εκλογικής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.

Όλη αυτή την πορεία της γενικότερης αντιδραστικής πολι­τικής αναδίπλωσης κρύβουν κάτω από το σκάνδαλο Κοσκωτά και την δήθεν κάθαρση για να εγκλωβιστεί ο λαός, τον οποίο σπρώχνουν στον διχασμό.

Εκλογές, απλή αναλογική και πολιτική εξαπάτηση του λαού

Είναι φανερό πως σήμερα εκλογές κάτω απ’ αυτούς τους όρους και συνθήκες σημαίνει επιβολή των σχεδίων των δυνάμεων της ε­ξάρτησης και των ιμπεριαλιστικών κέντρων, τόσο γενικά όσο και στις ειδικές επιλογές.

Το εκλογικό σύστημα μαζί με την ίδια την εκλογική διαδι­κασία, αποτελούν απλά την τυπική διαδικασία νομιμοποίησης των σχεδίων και των επιλογών αυτών των δυνάμεων. Η απλή αναλογική είναι πιο ενισχυμένη εξαπάτηση του λαού. Η ελεύθερη έκφραση της λαϊκής θέλησης είναι όπως αποδείχνεται πρόβλημα μεταβολής γενικότερων κοινωνικών και πολιτικών όρων, τους οποίους η εργατική τάξη οφείλει να διαμορφώσει.

‘Ώστε αφ ’ ενός η ίδια να εξασφαλίζει για. τον εαυτό της το δικαίωμα έκφρασης αλλά να εγγυηθεί αυτό το δικαίωμα στα καταπιεζόμενα φτωχά λαϊκά στρώματα.

Διέξοδος και μορφή εξουσίας

Αυτό σημαίνει ότι τα οικονομικά κοινωνικά και πολιτικά συμφέροντα της εργατικής τάξης, πρέπει να αρθούν στο επίπεδο διαμόρφωσης των εξελίξεων κίνησης της κοινωνίας αφ ‘ενός, αλλά και να καταφέρουν ν αποκτήσουν ενιαία οργανωτική-πολιτική εκ­προσώπηση στο κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο.

Η διέξοδος στην οικονομική και κοινωνικοπολιτική κρίση δεν βρίσκεται σήμερα μια διαφοροποιημένη αλλά ίδια από ταξική άποψη κυβερνητική εξουσία, αλλά στην αλλαγή της ταξικής φύσης αυτής της εξουσίας.

Οι διαμορφωμένοι αντικειμενικοί παράγοντες οικονομικοί και κοινωνικοί, βάζουν σήμερα επί τάπητος και με άμεσο τρό­πο την λύση του προβλήματος μ’ αυτόν τον τρόπο, πράγμα βέβαια που ευνοεί και η εκφυλιστική πολιτική κρίση, όμως σε μια τέτοια λύση μπαίνει αποφασιστικός φραγμός από τον αστικό και μικροαστικό εκφυλισμό της λεγόμενης αριστεράς και της αντεπαναστατικής  παράδοσης που οικοδόμησε από αρκετές δεκαετίες, το κυρίαρχο ρεύμα της, η «κομμουνιστική» αριστερά, n αδυ­ναμία να υπερφαλαγγιστεί η αριστερά από ένα εργατικό επαναστατικό  Μ-Λ ρεύμα:

Γι’ αυτό η εργατική τάξη και ο λαός για άλλη μια φορά πά­ει να συρθεί στην ουρά των ανταγωνισμών των διάφορων ομάδων της ολιγαρχίας αντί οι ίδιοι να χρησιμοποιήσουν αυτές τις α­ντιθέσεις για την δική τους λαϊκή εξουσία.

Οι άξονες μιας επαναστατικής δράσης και πολιτικής, τα καθήκοντα στην σημερινή πολιτική συγκυρία

Η σημερινή βαθιά κρίση δημιουργεί ευνοϊκούς όρους, ώστε η εργατική τάξη και ο εκμεταλλευόμενος λαός, να επεκτείνει τον πολιτικό προβληματισμό του, να τον συγκεκριμενοποιήσει στη σκιαγράφηση μιας σειράς πολιτικών και οργανωτικών καθηκόντων τα οποία να συνιστούν μια ολοκληρωμένη σε σημαντικό βαθμό επαναστατική πολιτική δράση η προοπτική. Να καταχτήσει και άμεσους πολιτικούς στόχους δράσης και καθήκοντα.

Αυτό σημαίνει σύμφωνα με τις αναλυτικές θέσεις της οργάνωσης του Ε.Α.Μ.

  1.      Ν ‘απορρίψει η εργατική τάξη και ο λαός την κεφαλαιοκρατική Ιδεολογία που στηρίζει την πολίτικη γραμμή «ΕΚΣΥΓ­ΧΡΟΝΙΣΜΟΣ – ΑΝΑΠΤΥΞΗ» γενικά αλλιώς όπως αυτή εκφράζεται συγκεκριμένα στην χώρα με την ενσωμάτωση στην Ε.Ο.Κ. και το γε­νικότερο πλέγμα της εξάρτησης.
  2.    Να σπάσει τα δεσμά του οικονομισμού που σήμερα εκφρά­ζεται από το πλαίσιο «ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟ-ΑΝΑΠΤΥΞΗ» στο επίπεδο των κοινωνικών οργανώσεων της εργατικής τάξης, οι οποίες από όργανα ταξικής έκφρασης έχουν μεταβληθεί σε μηχανισμούς ΠΟΛΙ­ΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ της εργατικής τάξης.
  3.      Να χαράξει πρώτα απ’ όλα στο κοινωνικό επίπεδο γραμμές απόλυτης αντιπαλότητας με κάθε οργανωμένη κοινωνική έκφραση της αστικής τάξης και του παρασιτισμού.
  4.      Να προωθήσει οργανωτικά, αξιοποιώντας αλλά και υπερβαίνοντας τα συνδικάτα την ενιαία κοινωνική της έκφραση πα­νελλαδικά και περιφερειακά, δίνοντας πολιτικές λειτουργίες στη ταξική δυναμική της, αντίπαλες στα κοινωνικοπολιτικά όργανα εξουσίας της αστικής τάξης.

Στο επίπεδο των άμεσων καθηκόντων οι παραπάνω θέσεις προσδιορίζουν τα παρακάτω:

α)Να μην βάλει πλάτη η εργατική τάξη στο ξεπούλημα κάθε παραγωγικής δραστηριότητας που συντελείται σήμερα είτε με άμεσο τρόπο είτε με τον χαρακτήρα των διάφορων δήθεν παραγω­γικών αναδιαρθρώσεων. Στην βιομηχανία, το εμπόριο, την γεωργία, τις υπηρεσίες. Ν’ αποκρούσει κάθε προσπάθεια, απόλυτης η σχετικής μείωσης  του βιοτικού της επιπέδου, στο όνομα των αναγκαίων θυσιών για να γίνουμε  Ευρωπαίοι . Τα δεινά της χώ­ρας προέρχονται απ’ το ότι η αστική τάξη νοιώθει και περνά σαν Ευρωπαία και όχι μόνο.

β)Να ξεκαθαρίσει ταξικά τις κοινωνικές οργανώσεις της και πρώτα απ’ όλα τα συνδικάτα από τα εχθρικά παρασιτικά στρώματα και να επιβάλει την εργατική δημοκρατία σ’ αυτά.

γ)Να παλέψει ενάντια στην πολιτική αντίδραση  που ετοιμάζεται σαν λύση στα αδιέξοδα του καθεστώτος.

δ)Να απαιτήσει την εξασφάλιση των μίνιμουμ όρων για να μπορέσει να διεκδικήσει την δική της πολιτική έκφραση.

Στα πλαίσια αυτά όχι μόνο για να εξασφαλιστεί μια προο­πτική  πολιτικής διεξόδου, αλλά για να γίνει δυνατή η απόκρου­ση της πολιτικής αντίδρασης είναι ανάγκη να προβάλουν οι επαναστατικές δυνάμεις μπροστά στην εκλογική απάτη που ετοιμάζεται.

Σε αντίθεση με αυτή και για να αποκτήσει πολιτικό περι­εχόμενο η εκλογική διαδικασία στην κατεύθυνση των οξυμένων αντικειμενικών ορών της ταξικής πόλωσης που χαρακτηρίζει την ελληνική κοινωνία,

  •         ΠΛΗΡΗ ΑΠΟΔΕΣΜΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΡΑ­ΤΙΩΤΙΚΟΥΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ
  • ΑΜΕΣΗ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΤΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗΣ ΣΤΗΝ ΚΕΦΑ­ΛΑΙΟΚΡΑΤΙΚΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ
  •        Αναστολή εν όψει των εκλογών κάθε δραστηριότητας των ποι­κιλώνυμων αμερικανικών αντιπροσωπειών μαζί και των δραστηριοτήτων της πρεσβείας τους έξω από τις τυπικές διπλωματικές λειτουργίες.
  •        Άμεση αναστολή όλων των δραστηριοτήτων των Αμερικάνικων βά­σεων, πλήρη αποχώρηση του προσωπικού τους και έναρξη των δια­δικασιών ξηλώματός τους
  •       Να τεθούν υπό περιορισμό οι ύποπτες οικονομικές δοσοληψίες της ολιγαρχίας και του παρασιτισμού, ν’ αποκρουστεί κάθε υπο­νομευτική δραστηριότητα τους
  •        Να τεθούν υπό ειδικό καθεστώς όλοι οι κατασταλτικοί  μηχανι­σμοί·.’
  •        Να πάρουν οι  μαζικές λαϊκές οργανώσεις καθήκοντα ελέγχου και υλοποίησης των καθηκόντων αυτών.
  •        Να προβληθεί η απαίτηση για Συντακτική Συνέλευση, η ριζική τροποποίηση του συντάγματος στην κατεύθυνση της κατοχύρωσης και διεύρυνσης των δημοκρατικών δικαιωμάτων του λαού. Της πο­λιτικής συμμετοχής της εργατικής τάξης και του λαού μέσα α­πό τις κοινωνικές οργανώσεις τους στα κέντρα εξουσίας.

ΠΕΡΕΣΤΡΟΙΚΑ: Το τέλος και η αρχή ενός δρόμου

του Μιχάλη Βασιλάκη, γραμματέα του Εργατικού Αντιιμπεριαλιστικού Μετώπου (γραμμένο το 1989)

Η συμφωνία ΗΠΑ-ΕΣΣΔ για τα πυρηνικά και η σημασία της

Η πρόσφατη συμφωνία ανάμεσα στην Αμερική και την Σοβιετική Ένωση για τα πυρηνικά όπλα μέσου βεληνεκούς, συγκέντρωσε το παγκόσμιο εν­διαφέρον σαν το πιο σημαντικό γεγονός των μεταπολεμικών χρόνων.

Δεν είναι εξ άλλου τυχαίο, ότι από τον τύπο παγκόσμια και στην Ελ­λάδα, προβλήθηκε σαν νεκροθάφτης της συμφωνίας της Γιάλτας!

Πράγματι μπορεί κανείς να διατυπώσει και επαρκώς να στηρίξει το συμπέρασμα, ότι οι οικονομικοπολιτικές βάσεις της συμφωνίας, αμφι­σβητούν και συγκεκριμένα τείνουν να αναιρέσουν και τα αποτελέσμα­τα του Β’ παγκοσμίου πολέμου και τις μέχρι σήμερα διεθνείς οικονομικοπολιτικές εξελίξεις.

Η συμφωνία αυτά βάζει ουσιαστικά σε επανεξέταση ολόκληρη την στρατηγική του επαναστατικού κινήματος από το 1920 και μετά .Γι αυτό και η εξέταση της κάνει αναγκαία μια συνοπτική ιστορική αναφορά σ’ αυτήν.

Στην συμφωνία των πυρηνικών αντικαθρεφτίζεται με σαφήνεια η σύγκρου­ση δύο στρατηγικών  και τα αποτελέσματα της. Φωτίζονται ακόμη με αρ­κετή καθαρότητα οι ίδιες οι στρατηγικές  και το περιεχόμενό τους.

0 πόλεμος εξ άλλου έγραφε ο Λένιν, δεν είναι παρά συμπυκνωμένη πολι­τική και η πολιτική συμπυκνωμένη οικονομία.

Μόνα έτσι βέβαια αν αντιμετωπίσουμε τα πράγματα ,μπορεί ν’ αποφύγουμε τον πειρασμό να εξηγήσουμε την συμφωνία με το ότι ξαφνικά στον 80άρη Ρήγκαν παρουσιάστηκε ο αρχάγγελος Μιχαήλ και πριν τον οδηγή­σει «εν τόπο χλοερό», τον πέρασε από την Γενεύη για μια ειρηνική υπογραφούλα, ώστε να είναι αχρείαστη μια κιβωτός του Νώε.

Ο πόλεμος και τα χαρακτηριστικά του

0 πόλεμος λοιπόν όπως όλα τα κοινωνικά φαινόμενα οικονομικά πολι­τικά κ.τ.λ. εξελίσσεται ποσοτικά κι ποιοτικά, ολοκληρώνεται σε μο­ρφή και περιεχόμενο.

Στην εποχή του ιμπεριαλισμού, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού , απόκτησε καθολικό παγκόσμιο χαρακτήρα.

Σαν βασικό χαρακτηριστικό και περιεχόμενό του είχε την κατα­στροφή και αναδιάταξη των παραγωγικών δυνάμεων σαν όρο για μια νέα παραπέρα ανάπτυξή τους.

Αυτό σε γενικές γραμμές μεταφραζόταν σε μια ανακατανομή των σφαι­ρών οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής επιρροής, ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κράτη.

0 πόλεμος όμως παρά την καταστροφή και αναδιάταξη των παραγωγικών δυνάμεων που προκαλούσε, δεν άλλαζε την βάση των κυρίαρχων παραγωγι­κών σχέσεων.

Αντίθετα προωθούσε την ολοκλήρωση τους. Την ολοκλήρωση και υπεράσπι­ση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής.

Σαν αντίφαση βέβαια, περιείχε και συσσώρευε τους όρους καταστροφής των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής όπως αυτό που λέγεται : «ο καπιταλισμός γεννά τους νεκροθάφτες του.»

Η συνειδητή  δράση του προλεταριάτου ένας από τους όρους που συσσώ­ρευε ο πόλεμος ενάντια στον ίδιο τον εαυτό του και ενάντια στον κα­πιταλισμό- με την προλεταριακή επανάσταση το 1917, άλλαξε ριζικά τα πράγματα.

Η απειλή πολέμου και ο πόλεμος, απόκτησαν σαν ένα βασικό χαρακτη­ριστικό τους την καταστροφή και των νέων παραγωγικών σχέσεων που άρχισαν να διαμορφώνονται, των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής.

Αυτές ήταν που όχι απλά έβαζαν εμπόδιο στην καπιταλιστική εκμετάλλευση και καταλήστευση των λαών, αλλά περιείχαν στην προοπτική ανάπτυξης και τελειοποίησής τους, την πλήρη αναίρεση του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και μαζί με αυτό τους όρους και τις βάσεις του πολέμου.

0 πόλεμος σήμερα και η απειλή πολέμου, πιο άμεσα και πιο καθολικά είναι προϊόν κάθε πολλοστημορίου του καπιταλιστικού προτσές παραγωγής.

Παράγεται απο αυτό με τον ίδιο τρόπο και σαν απαραίτητο στοιχείο προδιαγραφής τους μαζί με τα κομπιούτερ, τα ηλεκτρονικά κυκλώματα κλπ. Όλα αρχίζουν και καταλήγουν σε κάποιο οπλικό σύστημα.

Πάνω στις βάσεις αυτές οικονομικές και πολιτικές, πάνω στους ριζικά διαφορετικούς δρόμους που τραβούσαν μετά το τέλος του Α’ παγκοσμίου πολέμου η παλιά και η νέα κοινωνία, διαμορφώθηκαν και εξελισσόταν δύο αντίθετες στρατηγικές σε συνεχή σύγκρουση.

Δυο στρατηγικές που δεν αφορούσαν απλά και μόνο τις σχέσεις των δυο κόσμων, αλλά τους ίδιους τους εσωτερικούς νόμους κίνησης τους την ανάπτυξη και ολοκλήρωση τους.

Η σύγκρουση αυτών των στρατηγικών σ’ όλα τα επίπεδα, διαμόρφωσε μέσα από βασανιστικά αγκομαχητά της ιστορίας τον σημερινό κόσμο. Μέσα στην ιστορική πορεία αυτή, εξελίσσονταν και διαμορφώνονταν και οι ίδιες οι στρατηγικές για να συνδέσουν τις συγκυρίες και την αν­τιμετώπιση τους, με τους γενικότερους νόμους και τις κατηγορίες που τις προσδιόριζαν. Στην πορεία αυτή ακολουθώντας  τες μπορούμε να ερ­μηνεύσουμε και να τοποθετήσουμε ολόπλευρα και τη σημερινή συμφωνία, μαζί τα αποτελέσματα και τις συνέπειές της.

Η επανάσταση στη τσαρική Ρωσία του 1917 στηρίχτηκε θεωρητικά στη Λενινιστική θεωρία για τους αδύνατους κρίκους του ιμπεριαλισμού και την δυνατότητα νίκης του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα.

Η  θεωρία αυτή που στάθηκε στο κέντρο γενικότερων θεωρητικών συγκρούσεων τόσο πριν, όσο και μετά το 1917, νίκησε και μαζί της και η προλεταριακή σοσιαλιστική επανάσταση.

Η ζωή απόδειξε την ορθότητά της, αλλά μέσα στη ζωή κάτω από τη δράση μιας σειράς αντικειμενικών παραγόντων παραποιήθηκε και διαστρεβλώθηκε σε σημαντικές πλευρές στην εξέλιξη της. Πράγμα που είχε σημαντικές επιπτώσεις στην στρατηγική του παγκόσμιου επαναστατικού κι­νήματος σ’ ολόκληρη την ιστορική διαδρομή του, τόσο από τ’ αριστερά όσο και από τα δεξιά.

Η Λενινιστική θεωρία αποδείκνυε την δυνατότητα της ανατροπής της αστικής τάξης σε μια χώρα, την νίκη του προλεταριάτου, την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού σαν στοιχείο  του επαναστατικού προτσές στη συνολική διαδικασία ανάπτυξής τους.

 Γιατί:

Η νίκη του σοσιαλισμού σε μια χώρα θα μετέβαλε ποιοτικά την συγκρότηση και δράση του επαναστατικού κινήματος στον κόσμο, καθώς αυτό κατακτούσε νέες υλικές βάσεις με τις σοσιαλιστικές οικονομικές και κοινωνικές σχέσεις.

Η  νέα κατάσταση στο παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα θα επέτρεπε αφενός  μεν την υπεράσπιση της σοσιαλιστικής νίκης, αλλά αφετέρου θα αποδιάρθρωνε με επιταχυνόμενους ρυθμούς τον ιμπεριαλισμό οξύνοντας τις αντιθέσεις του.                        Ο Σοσιαλισμός στη Ρωσία θα επιτάχυνε την επαναστατική εξέλιξη στον κόσμο και σε πρώτη γραμμή στα αναπτυγμένα καπιταλιστικά κράτη, πράγμα που θα αφαιρούσε αποφασιστικά την στρατηγική πρωτοβουλία από τον ιμπεριαλισμό.

Η επανάσταση στη Ρωσία έφερε και την επανάσταση στη Γερμανία, η οποία όμως ηττήθηκε κάτω από την ανοικτή προδοσία της σοσιαλδημοκρατίας.

Η ήττα της επανάστασης του  Γερμανικού προλεταριάτου, καθυστέρησε μέσα από ένα μακρόχρονο ιστορικό ζιγκ-ζαγκ την επαναστατική εξέλιξη όμως ούτε την σταμάτησε ούτε βέβαια διέψευσε τον Λενινισμό.

Η νίκη του Γερμανικού προλεταριάτου σαν συνέχεια της επανάστασης των Μπολσεβίκων θα απέτρεπε και τον Β ‘Παγκόσμιο Πόλεμο μέσα από το σφοδρό επαναστατικό κύμα στην Ευρώπη και δεν θα επέτρεπε σημαντική σταθεροποίηση και ανάπτυξη του καπιταλισμού μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Μέσα στις συνθήκες αυτές της ιστορικής καθυστέρησης της επαναστατικής εξέλιξης, πρέπει να δούμε και την ανάπτυξη των διαστρεβλώσεων του Λενινισμού που τελικά απόκτησαν στρατηγικό χαρακτήρα.

Η διαρκής επανάσταση του Τρότσκι ο πιο ολοκληρωμένος από τα αριστερά  αντίποδας της Λενινιστικής θεωρίας, κατάληξε στην πλήρη  άρνηση των δυνατοτήτων οικοδόμησης του Σοσιαλισμού στη Ρωσία, αποδεχόμενη και υπερασπιζόμενη μονάχα τον μπολσεβικισμό με μια μεταφυσική έννοια, σαν συνεχή σώρευση των δυνάμεων του προλεταριάτου για την ταυτόχρονη παγκόσμια επανάσταση. Έφτασε έτσι στο αριστερό χέρι του Πλεχάνοφ που αρνιόταν και τη δυνατότητα της επανάστασης στη Ρωσία, σαν αποτέλεσμα της καπιταλιστικής της καθυστέρησης.

Ο Τροτσκισμός σαν ρεύμα ηττήθηκε θεωρητικά και πολιτικά από το κόμμα των μπολσεβίκων με επικεφαλής τον Στάλιν. Μέσα από την θεωρητική αι πολιτική αυτή σύγκρουση διατυπώθηκε η θεωρία της όξυνσης της ταξικής πάλης με την οικοδόμηση του Σοσιαλισμού, που τελικά σφοδρά καταγγέλθηκε σε σημαντικές πλευρές της από το 20ο συνέδριο του ΚΚΣΕ της λεγόμενης αποσταλινοποίησης. Ο θεωρητικά διατυπωμένος αυτός νόμος από τον Στάλιν, σαν δημιουργική ανάπτυξη του Λενινισμού, στάθηκε βασική κατεύθυνση της τρίτης Διεθνούς και του μπολσεβίκικου  κόμματος στα ζητήματα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Παρά την πληρότητα του θεωρητικού οπλοστασίου του Μπολσεβικισμού, η κατάσταση τον κόσμο στη μετά το 1920  περίοδο μέχρι και το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, δεν εκτιμήθηκε ολοκληρωμένα, σωστά, ούτε ο ίδιος ο Β’ παγκόσμιος Πόλεμος.

Η ιστορική καθυστέρηση του επαναστατικού προτσές, αποτέλεσε την βάση μιας έντονα εθνικοκεντρικής αντίληψης για το σοσιαλισμό και την οικοδόμησή του.

Υποτιμήθηκε και παραβλέφθηκε σημαντικά στις συνθήκες του μεσο­πολέμου, η ίδια η θεωρητική επεξεργασία του Στάλιν για την όξυνση της ταξικής πάλης με την οικοδόμηση του σοσιαλισμού που επέκτεινε τον Λενινισμό για      την νίκη του σοσιαλισμού σε μια χώρα.

Έτσι ο φασισμός σαν μια συγκεκριμένη πολιτική έκφραση της κρίσης του ιμπεριαλισμού και των ενδοιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, της οξύτητας και της προοπτικής τους, μέσα στις συνθήκες ύπαρξης της Σ.Ε. και των νέων σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής δεν εκτιμήθηκε σ’ όλο το περιεχόμενο και την έκτασή του.

0 Β’ παγκόσμιος πόλεμος

0 Β’ παγκόσμιος πόλεμος ήταν και έγινε αναπόφευκτος από το ότι οιμπεριαλισμός διατήρησε τη στρατηγική πρωτοβουλία και οι ενδοιμπεριαλιστικές αντιθέσεις είχαν τον κυρίαρχο ρόλο στις διεθνείς εξελίξεις. Η ύπαρξη και το δυνάμωμα της Σ.Ε. μετέβαλε σημαντικά αλλά δεν ανέτρεπε τις στρατηγικές ισορροπίες.

0 Β’ πόλεμος ήρθε να λύσει το ζήτημα της ενδοιμπεριαλιστικής κυ­ριαρχίας που προώθησε ο Α’ πόλεμος αλλά δεν έλυσε, πράγμα που α­παιτούσε την λύση του ποια ιμπεριαλιστική δύναμη θα κυριαρχούσε στην Ευρώπη.

Στα πλαίσια αυτά των ενδοιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, ήταν απαραίτητο να λυθεί και το πρόβλημα της καταστροφής της Σ.Ε. και των σοσιαλιστι­κών σχέσεων παραγωγής, σαν βάση διαμόρφωσης ενός καινούργιου συστή­ματος διεθνών οικονομικών και πολιτικών και κοινωνικών σχέσεων.

Η χώρα των Σοβιέτ αντιμετωπιζόταν σαν ζωτικός χώρος για τον ιμπερι­αλισμό, αλλά μέσα στα πλαίσια των ενδοιμπεριαλιστικών αντιθέσεων και της λύσης τους.

Έτσι ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος ήταν αναπόφευκτο να ξεκινήσει σαν ενδοιμπεριαλιστικός πόλεμος, αλλά και το ίδιο αναπόφευκτο, να ενσωματώσει σαν βασικό χαρακτηριστικό στην εξέλιξη του, σαν απαραίτητο στοιχείο του την εξαφάνιση  της Σ.Ε. και των νέων σχέσεων παραγωγής.

0 Β’ Παγκόσμιος πόλεμός ήταν έτσι ένα αναπόφευκτο γεγονός, λόγω και της  ιστορικής καθυστέρησης της επαναστατικής εξέλιξης. Ήταν αποτέλεσμα της διατήρησης της στρατηγικής πρωτοβουλίας από τον ιμπεριαλισμό.

Σε όλα αυτά, μπορούσε να δώσει απάντηση η θεωρητική διατύπωση του Στάλιν  για την όξυνση της ταξικής πάλης με την οικοδόμηση του Σοσιαλισμού . Όμως  ολοκληρωμένη απάντηση δεν δόθηκε ούτε ακόμη με την φασιστική επίθεση στην Σοβιετική Ένωση. 

Από την μεριά του παγκοσμίου επαναστατικού κινήματος, ο πόλεμός δεν πέρασε τα όρια του πατριωτικού πολέμου, δεν μετατράπηκε σε επαναστατικό πόλεμο της εργατικής τάξης εναντία στη κεφαλαιοκρατία, παρά μόνο μέσω  διάμεσου του ΚΟΚΚΙΝΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ  σαν  ζήτημα στρατιωτικών ισορροπιών σε μεγάλο  βαθμό.

Η αντιφασιστική συμμαχία της εργατικής τάξης δεν εξελίχτηκε ολοκληρωμένα, σε επαναστατική συμμαχία με επικεφαλής την εργατική τάξη.

Όλα τα προβλήματα αυτά, εκφράστηκαν με αποφασιστικό τρόπο και στην γραμμή των κομμουνιστικών κομμάτων ιδιαίτερα της Ευρώπης μαζί και της χώρας μας.

Για την ήττα του κινήματος της χώρας μας

Δυο βασικά ζητήματα που έχουν να κάνουν με την ήττα του επαναστατικού  κινήματος της χωράς μας είναι χαρακτηριστικά.

  1. Η αλλαγή των εκτιμήσεων του Κ.Κ.Ε. το 1939 για την θέση της χώρας σε σχέση με τον Γερμανικό και τον Εγγλέζικο Ιμπεριαλισμό.

Κάτω από την αύξουσα φασιστική απειλή και το βασιλομεταξικό καθεστώς τις θεωρητικές ανάγκες του αντιφασιστικού μετώπου, το ΚΚΕ εκτίμησε, ότι  ο Γερμανικός ιμπεριαλισμός εκτόπισε από την χώρα τις κυριαρχικές θέσεις του Εγγλέζικου. Με αυτή την θέση αντιμετωπίζεται ο εγγλέζικος ιμπεριαλισμός σε όλη τη διάρκεια της αντίστασης, ακόμα και μετά τη Βάρκιζα  ως την επιστροφή του Ν. Ζαχαριάδη από το στρατόπεδο συγκέντρωσης.

  • Ακόμα και μετά τη φασιστική επίθεση ενάντια στη χώρα του Οκτώβρη του 1940 και το γράμμα του Ν. Ζαχαριάδη από τις φυλακές της Κέρκυρας, υπήρξαν ηγετικά κλιμάκια του ΚΚΕ που κατάγγειλαν το γράμμα του Ζαχαριάδη σαν Μεταξική προβοκάτσια, υποστηρίζοντας την θέση, ότι ο πόλεμος είναι μονάχα ενδοιμπεριαλιστικός και η χώρα έπρεπε να κρατήσει ουδετερότητα.

Στα ζητήματα αυτά, δεν μπορεί παρά να δει κανείς τις ίδιες τις ελλείψεις, στις επεξεργασίες της τρίτης διεθνούς.

Το γράμμα του Νίκου  Ζαχαριάδη που συκοφαντήθηκε πολύ μετά τον πόλεμο, την ηρωική Εθνική Αντίσταση και την ήττα του Δ.Σ.Ε. από την αναθεωρητισμό, αποτέλεσε τότε ένα ντοκουμέντο που βρέθηκε μπροστά ακόμη και από την Τρίτη  διεθνή και γι αυτό αποτελεί πολύτιμη θεωρητική και αγωνιστική κληρονομιά του επαναστατικού κινήματος της χώρας μας.

Έτσι παρά το ότι η τρίτη διεθνής με ψυχή το κόμμα των μπολσεβίκων καθοδήγησε γενικά νικηφόρα το παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα ενάντια στο φασισμό, και τις ιμπεριαλιστικές επιβουλές, την δημιουργία του παγκόσμιου σοσιαλιστικού στρατοπέδου που σημάδευε την ανατροπή των στρατηγικών ισορροπιών στο κόσμο σε βάρος του ιμπεριαλισμού, πράγματα που βρήκαν την έκ­φραση τους στην συμφωνία της ΓΙΑΛΤΑΣ, δημιουργήθηκαν και δυνάμωσαν οι όροι επιβολής στάτους κβο στην ΕΥΡΩΠΗ, καρδιά του επαναστατικού εργατικού νήματος.

Δυνάμωσε η εθνικοκεντρική αντίληψη για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, πάνω στην διαστρέβλωση της Λενινιστικής θεωρίας για τη δυνατότητα της νίκης  και της οικοδόμησής του σε μια μόνη χώρα. Η διάλυση της Τρίτης Διεθνούς το 1945 αντανακλά αυτές τις διαστρεβλώσεις και αντιστοιχούσε σε μια μακροπρόθεσμα υποχώρηση του κινήματος, όπως τελικά εξελίχθηκε.

Μέσα στην ίδια την Σ.Ε. σαν αποτέλεσμα της παλλαϊκής κινητοποίησης για την υπεράσπιση της πατρίδας, δυνάμωσαν τις θέσεις τους τα μικροαστικά και αστικά στοιχεία που με διάφορες μορφές μέσα από τον καταμερισμό εργασίας πρόβαλαν αξιώσεις και διεκδικήσεις για την εξουσία, επιβεβαιώνοντας ακόμα μια φορά τις θεωρητικές επεξεργασίες του Στάλιν.

Συνοψίζοντας τα αποτελέσματα μπορούμε να πούμε:

α. Τον χωρισμό του κόσμου με την δημιουργία του σοσιαλιστικού στρατοπέδου σε δύο αντίπαλες και αλληλοαναιρούμενες ενότητες.

β. Την λύση του ζητήματος της κυριαρχίας στο στρατόπεδο του ιμπεριαλισμού με την πλέρια επικράτηση των Αμερικανών.

γ. Το μπουμ στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στον καπιταλισμό την αποφασιστική είσοδο και χρησιμοποίηση της επιστήμης, και τεχνολογίας ην οικονομία.

Στην μεταπολεμική περίοδο αναδεικνύεται σε γενικευμένη θεωρία η επι­στημονικό τεχνική επανάσταση, που οι θεωρητικοί του ιμπεριαλισμού, αυτονομούν από τις παραγωγικές σχέσεις και οικοδομούν την θεωρία της «σύγκλισης» τέρμα, στο οποίο συναντώνται με τον αναθεωρητισμό στις γραμμές του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος.

Γύρω από αυτό εξελίσσεται και μέσα στις γραμμές του ΚΚΣΕ μια σκληρή εσωκομματική, στα πλαίσια του επαναπροσδιορισμού και συμπλήρωσης της στρατηγικής του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος στις μεταπολεμικές νέες συνθήκες.

Για συζήτηση μπαίνουν οι έννοιες ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ, το ΑΛΜΑ στην κομμουνι­στική κοινωνία, ποιοι είναι οι βασικοί οικονομικοί νόμοι του σοσιαλι­σμού κ.λ.π

Οι ειδικοί, οι τεχνοκράτες, τα αστικά και μικροαστικά στοιχεία που δυνάμωσαν τις θέσεις τους, συσπειρώνονται ουσιαστικά γύρω από την μετέπειτα αποκληθείσα θεωρία της επιστημονικοτεχνικής επανάστασης.

«Κομμουνισμός = επιστήμη-τεχνική και ορθολογική οργάνωση της παραγωγής.»

Η εργατική εξουσία ούτε αναφέρεται, σαν να έχει εκλείψει ο ιστορικός της ρόλος.   Ο Μπολσεβικισμός συσπειρωμένος γύρω από τον Στάλιν δίνει μια τεράστια  θεωρητική και πολιτική μάχη για τον επαναπροσδιορισμό της στρατη­γικής του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος και ενάντια στον αναθεωρη­τισμό, που αποτυπώνεται στην μπροσούρα του Στάλιν «Οικονομικά προβλή­ματα του Σοσιαλισμού» στις αρχές της δεκαετίας του 1950.0 Στάλιν κερδίζει την μάχη μόνο προσωρινά και λόγω του τεράστιου κύρους του.

Μετά το θάνατό του οι τεχνοκράτες, η γραφειοκρατία και ο αναθεωρητι­σμός κατακτούν σημαντικές νίκες, που επισημοποιούνται και στο 20ο Συ­νέδριο, όπου καταγγέλθηκαν και οι σοβαρότερες πλευρές από τις θεωρητι­κές του επεξεργασίες.

Το άλμα στον κομμουνισμό με την επιστήμη την τεχνική και την ορθολο­γιστική οργάνωση της παραγωγής , θεοποιείται από την Χρουστσοφική ηγεσία. Όμως είναι άλμα στο κενό των γραφειοκρατών και ο Χρουστσόφ συνταξιοδοτείται. Μένει παρ όλα αυτά όμως ο σημαντικός σφετερισμός της; εξουσίας από τους γραφειοκράτες και τεχνοκράτες, που επεξεργάζονται τη θεωρία του παλλαϊκού κράτους, προωθώντας ακόμα παραπέρα τις θέσεις τους στην εξουσία. Στην πορεία αυτή το επαναστατικό προτσές δεν ανακόπηκε βέβαια, όμως σημαδεύτηκε πολύπλευρα από μια νέα ιστορική καθυστέρηση και υπο­χωρήσεις που βρίσκουν σήμερα την αντανάκλαση τους σε μια πλημμυρίδα ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας μ’ επικεφαλής τους Αμερικάνους που φέρνουν τον κόσμο στο χείλος ενός πυρηνικού πολέμου.

Η ιμπεριαλιστική προπαγάνδα όπως την ακούμε και στην χώρα μας από τα διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα τύπου «ΚΙΠΑΕΑ», προσπαθούν να πείσουν, ότι ο πόλεμος έχει τις ρίζες του, τις αιτίες του στο εποικοδόμημα.

«Ο πόλεμος προέρχεται από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα» .Συνταιριάζουν αυτό με την θεωρία του μαύρου και κόκκινου φασισμού και σαλπίζουν την έφοδο την κόκκινη πλατεία της Μόσχας.

Δυστυχώς όμως και από την πλευρά του κομμουνιστικού και προοδευτικού κινήματος με τις πασιφιστικές επιλογές υπάρχει και μεγαλώνει η τάση για τέτοιες  τοποθετήσεις του προβλήματος.

«Οι δυο κόσμοι δεν έχουν συμφέρον από τους εξοπλισμούς» ,»Τα περιστέρια κα σ γεράκια του πενταγώνου». Οι ψύχραιμοι και οι υστερικοί κύκλοι» και διάφορες άλλες ποικιλίες τέτοιων απόψεων που περιέχουν σοβαρές υποχωρήσεις  ιδεολογικού και πολιτικού χαρακτήρα απέναντι στον ιμπεριαλισμό, υποχωρήσεις που υποδηλώνουν και σημειώνουν σοβαρές διαστρεβλώσεις στις στρατηγικές κατευθύνσεις ανάπτυξης του σοσιαλισμού και του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος. Διαστρεβλώσεις των ίδιων των αρχών του Μαρξισμού- Λενινισμού. Στην ανατύπωση αυτών των διαστρεβλώσεων και του αναθεωρητισμού  στην χώρα μας, θα βρει κανείς με τη μεγαλύτερη σοβαρότητα στελέχη του Κ.Κ.Ε  να διατυπώνουν τη θεωρία «Πρώτα να κατοχυρώσουμε την ΕΙΡΗΝΗ και μετά βλέ­πουμε για το σοσιαλισμό » βέβαια οι σοβαρές  ιδεολογικοπολιτικές παρεκκλίσεις που παίρνουν πιο ολο­κληρωμένο χαρακτήρα μετά το 20ο συνέδριο του ΚΚΣΕ δεν μπορούν να αφήσουν άθικτο και το ζήτημα της ειρήνης και του πολέμου.

Η αλλοίωση που προκαλείται στην ίδια την φύση της εξουσίας, της δικτατορίας του προλεταριάτου, αντανακλάται και στην αλλοίωση της Λενινιστικής αρχής της ειρηνικής συνύπαρξης, σαν συνέχεια και συνέπεια των γενικότε­ρων αναθεωρήσεων των αρχών και νόμων τις οικοδόμησης του σοσιαλισμού και της ανάπτυξης του επαναστατικού προτσές.

Το πλαστό δίλημμα:  ΕΙΡΗΝΗ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Ουσιαστικά η επεξεργασία μετά το 20ο Συνέδριο της στρατηγικής της ΥΦΕΣΗΣ και της ΕΙΡΗΝΙΚΗΣ ΣΥΝΥΠΑΡΞΗΣ  οδηγείται στην αντίληψη για την επικράτηση ενός στάτους κβο στις παγκόσμιες εξελίξεις, για  την πλέρια ειρηνική επίλυση των διαφορών στον κόσμο, μαζί φυσικά και των ενδοιμπεριαλιστικών  αντιθέσεων, για την αυτόνομη και απομονωμένη οικοδόμηση του σοσιαλισμού σε εθνικό επίπεδο.

Συνέχεια μεγαλώνει η πορεία για την δημιουργία μιας ολοκληρωμένης βάσης εννοιολογικού προσδιορισμού που μετατρέπει τον Μαρξισμό-Λενινισμό  από θεωρία του επαναστατικού προτσές  σε θεωρία της στασιμότητας, του αμετάβλητου, της ακινησίας, παρά την συνεχή διάψευση τέτοιων απόψεων από την ίδια την ζωή.

Η ειρηνική συνύπαρξη  του Λένιν  προϋποθέτει την συνεχή και αδιάλειπτη σύγκρουση των δύο αντίθετων ενοτήτων. Προϋποθέτει και έχει σαν βάση την πρόοδο και το δυνάμωμα της επαναστατικής εξέλιξης. Στηρίζεται στην συνεχώς αυξανόμενη μεταβολή των στρατηγικών ισορροπιών σε βάρος του ιμπεριαλισμού.

Η ειρηνική συνύπαρξη  του Λένιν βλέπει την σοσιαλιστική οικοδόμηση σε μια αδιάσπαστη ενότητα με όλες τις άλλες συνιστώσες του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος.

Η ύφεση και η ειρηνική συνύπαρξη  σήμερα, αντί να δυναμώσει τα επανα­στατικά χαρακτηριστικά του ειρηνικού κινήματος καθώς η απειλή του πολέμου και ο πόλεμος αποκαλύπτουν πιο καθαρά τις βάσεις και τις αιτίες τους, αντίθετα δυναμώνει τα πασιφιστικά χαρακτηριστικά του, την ανα­φορά του μόνο στα ζητήματα του εποικοδομήματος.»Να προλάβουμε το λά­θος» ”Να προλάβουμε το τυχαίο» λες και ο πόλεμος δεν είναι αποτέλεσ­μα της δράσης του βασικού και κύριου νόμου της κεφαλαιοκρατικής παρα­γωγής, που μετατρέπουν σε συνειδητή δράση των κυρίαρχων τάξεων το να υπηρετούν τον πόλεμο.

Η ύφεση  και η ειρηνική συνύπαρξη  σήμερα αντί να αποκαθιστά  από την ιστορική καθυστέρηση την επαναστατική εξέλιξη στην ίδια την Δ. Ευρώπη  την συντηρεί και την αναπαράγει, την ντύνει ιδεολογικά με τον ευρωκομμουνιστικό μανδύα.

Η ύφεση και η ειρηνική συνύπαρξη  με σημαντικούς σταθμούς το 20ο και 22ο συνέδριο του ΚΚΣΕ εξελίσσεται συνεχώς μέσα από πολλαπλές αντιφατικότητες, σαν η γραμμή που όλο ένα και περισσότερο παραγκωνίζει το ζήτημα των ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ στα ζητήματα της ειρήνης και του πολέμου και τα τοποθετεί σε σημαντικό βαθμό στο επίπεδο στατιστικών ισορροπιών ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα και ειδικά ανάμεσα ΗΠΑ και ΕΣΣΔ. Αυτό εναρμονίζεται και πηγάζει από τις επιδιώξεις της γραφειοκρατίας  και των τεχνοκρατών για την εξουσία τόσο στην ΕΣΣΔ όσο και στις άλλες σοσιαλιστικές χώρες, απέναντι στο κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Στην εξουσία της δικτατορίας του προλεταριάτου οι τεχνοκράτες και η γραφειοκρατία απαντά: Εμείς έχουμε την τεχνική και την επιστήμη στα χέρια μας, Εμείς ξέρουμε την οργάνωση τη ς παραγωγής. Αφήστε λοιπόν προλετάριοι τα Σταχανοφικά σας οράματα, της εποχής του εξηλεκτρισμού της κολεκτιβοποίησης, της εκβιομηχάνισης. Η πυρηνική  εποχή απαιτεί την δική μας εξουσία.

Στην κατεύθυνση αυτή προοδευτικά το ειρηνικό κίνημα  ιδιοποιείται από την γραφειοκρατία και αντιπαρατίθεται στην εξανάσταση και την εργατι­κή εξουσία.

Πίσω από αυτό με την ταυτόχρονη πορεία μιας πασιφιστικής του ολοκλή­ρωσης, επιχειρείται η ολοκληρωτική παραίτηση από την επανάσταση και  την εργατική εξουσία σαν όρους του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας.

0 Στάλιν στο 20ο συνέδριο καταγγέλθηκε με σφοδρότητα όχι για τις ελ­λείψεις και τις όποιες ανεπάρκειες στην δεκαετία του 1930, ούτε βέβαια για την διάλυση της τρίτης διεθνούς, αλλά για τις επεξεργασίες του ενάντια σε αυτές τις τάσεις που στα τέλη πια της δεκαετίας του 1940 διεκδικούσαν αποφασιστικά να γίνουν κυρίαρχες μέσα στο Κ.Κ.Σ.Ε. και την Σ.Ε. στα πλαίσια του επαναπροσδιορισμού της στρατηγικής του επα­ναστατικού κινήματος, στη νέα από ποσοτική και ποιοτική άποψη κατάστ­αση που δημιούργησε ο Β παγκόσμιος πόλεμος.

Οι ατομικές βόμβες στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι δεν ήταν η τελευταί­α σελίδα του Β΄ παγκοσμίου πολέμου όπως ισχυρίζονται διάφοροι κύκλοι. Ήταν η πρώτη σελίδα της μεταπολεμικής εποχής. Η πρώτη σελίδα που έγ­ραφε η στρατηγική του ιμπεριαλισμού για τη νέα κατάστασή συνολικά. Την στρατηγική του πρώτου πλήγματος, της περικύκλωσης οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής του νέου σοσιαλιστικού κόσμου, της στρατη­γικής της νεοαποικιοκρατίας.

Το δόγμα Τρούμαν και το σχέδιο Μάρσαλ, το ΝΑΤΟ, το ΣΕΝΤΟ και τ’άλλα διμερή πολιτικοοικονομικά και στρατιωτικά σύμφωνα, οδηγούσαν στον συ­νασπισμό και συντονισμό ενός τεράστιου οικονομικού και πολιτικού και στρατιωτικού δυναμικού ενάντια στη Σ.Ε. και τις άλλες χώρες του Σο­σιαλισμού.

Η ίδια η ανάπτυξη του καπιταλισμού, το δυνάμωμα των ενδοιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, η διέξοδός τους, παράγουν την καθολική αντιπαράθεση με τον σοσιαλισμό και το επαναστατικό κίνημα σε όλα τα επίπεδα.

Τα ατομικά όπλα αυτό ακριβώς εκφράζουν και προσπαθούν να υλοποιήσουν σε στρατιωτικό επίπεδο σαν στρατηγικά όπλα. Σ’ αυτήν την κατεύθυνση αναπτύσσονται μέχρι και σήμερα όπου γίνεται προσπάθεια να επεκτείνουν το ρόλο τους και σαν τακτικά όπλα σε τοπικές και περιφερειακές συγκρο­ύσεις, πράγμα που εξελίσσεται σε βασική συνιστώσα του Αμερικάνικου δόγματος της στρατηγικής άμυνα (πόλεμος των άστρων).

Το Στρατηγικό στρατιωτικό δόγμα του ιμπεριαλισμού που υπαγορεύτηκε από την κυριαρχία των Αμερικανών, το δόγμα του πρώτου πλήγματος, διαμορφώνεται στρατιωτικά στην μεταπολεμική περίοδο πάνω σε τέσσερες βασικές κατευθύνσεις.

Α) Την οικονομική και πολιτική απομόνωση της Σ.Ε. και των χωρών του σοσιαλισμού.

Β) Την ανάσχεση του επαναστατικού κινήματος στη Δ. Ευρώπη  και την οικονομικοπολιτική της σταθερότητα, κάτω από την κυριαρχία των Αμερικάνων και τη διαμόρφωσή της σε ενιαία ιμπεριαλιστική ασπίδα απέναντι στο σοσιαλισμό και το παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα.

Γ)Την ανάσχεση των επαναστατικών εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων και την αντικατάσταση της νεοαποικιοκρατίας που κατέρρεε ολοκληρωτικά μέ­σα από λυσσασμένες μάχες οπισθοφυλακών των παλιών ιμπεριαλιστικών κρα­τών, μ’ ένα νέο σύστημα οικονομικών και πολιτικών σχέσεων που  θα έδε­ναν τις χώρες του τρίτου κόσμου στο παγκόσμιο σύστημα του ιμπεριαλι­σμού και τον καταμερισμό της εργασίας του.

Δ) Την επέκταση και κατοχύρωση της πλήρους κυριαρχίας των Αμερικανών μέσα στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο.

Έτσι η ανάπτυξη του στρατιωτικού δυναμικού του ιμπεριαλισμού συντε­λείται και εξελίσσεται αφ’ ενός μεν πάνω στην τεράστια συσσώρευση του πυρηνικού δυναμικού και των μέσων μεταφοράς του σ’ όλη την έκταση της Σ.Ε. και αφ’ ετέρου στην τεράστια ανάπτυξη τακτικών δυνάμεων ικανών να επεμβαίνουν άμεσα σε κάθε σημείο της γης.

Στα πλαίσια αυτά σχηματίζεται η βαλλιστική διηπειρωτική ομπρέλα στο έδαφος των Η.Π.Α. και η πυρηνική ομπρέλα  των στρατηγικών βομβαρδιστικών στην Ευρώπη η οποία συμπληρώνεται με τις υποβρύχιες πυρηνικές μο­νάδες στη Μεσόγειο και τις Βόρειες θάλασσες. Παράλληλα ανανεώνεται και επεκτείνεται σε τεράστια κλίμακα το δυναμικό των αεροπλανοφόρων και οι στρατιωτικές βάσεις εξυπηρέτησης τακτικών δυνάμεων σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.

Η  λογική που επιβάλλεται  είναι : «να μπορούμε να εξασφαλίσουμε την ολοκ­ληρωτική καταστροφή του στρατιωτικού δυναμικού της Σ.Ε. όταν αποφασίσουμε την καθολική σύγκρουση, για να μπορούμε συνεχώς να επεμβαί­νουμε παντού, κρατώντας και επεκτείνοντας τον ζωτικό μας χώρο».

Επιστημονικοτεχνική επανάσταση η σύγχρονη κεφαλαιοκρατική ιδεολογία του πολέμου

Το επιθετικό στρατιωτικό δόγμα του ιμπεριαλισμού αποκτά και το ιδεολο­γικό πολιτικό του ένδυμα που μαζί του εξελίσσεται διαρκώς, υπηρετώντας την κυριαρχία του ιμπεριαλισμού γενικά και ειδικά του Αμερικάνικου.

Η Αμερική ανακηρύσσεται  σε χώρα πρότυπο οδηγό και προστάτη της ελευθε­ρίας, της ηθικής, της προόδου και της ευημερίας. Αυτό της δίνει το «δικαίωμα» αλλά και την «υποχρέωση» να υπερασπιστεί κάθε έθνος και λαό να μείνει ελεύθερος από τα ερυθρά δεσμά. Να  αντικαταστήσει την πα­λιά αποικιοκρατία στο όνομα της ανεξαρτησίας των λαών. Να  εξασφαλί­σει τους όρους της ανάπτυξης του με την πολιτική των ανοικτών θυρών στα Αμερικάνικα μονοπωλιακά συμφέροντα.0 Β’ Παγκόσμιος πόλεμος μαζί με το πρόβλημα της ενδοιμπεριαλιστικής κυριαρχίας που έλυσε, προώθησε την κυριαρχία του στρατιωτικού τομέα της οικονομίας, έβαλε τις βάσεις για την πλέρια πολιτική κυριαρχία στις ΗΠΑ του στρατιωτικοβιομηχανικού  συμπλέγματος επιταχύνοντας και την ολοκληρωμένη δια­μόρφωσή του.

Από την άλλη μέρα του Β’ πολέμου, ο ιμπεριαλισμός έβαζε άμεσα και καθολικά το ζήτημα της επέκτασης του ζωτικού του χώρου συ­νολικά, αλλά και ταυτόχρονα το ζήτημα της αναδιανομής συνεχώς του ίδιου του ζωτικού χώρου που κατείχε, ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κράτη.0 πόλεμος και η απειλή πολέμου όχι μόνο δεν μετέβαλαν αιτίες αλλά ακόμη πιο πολύ ο πόλεμος, πιο ολοκληρωτικά ενσωματώθηκε στο προτσές ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, στο καταμερισμό εργασία  του ιμπεριαλισμού. Η  επιστήμη και η τεχνική όχι μόνο σαν αποτελέσματα στην τεχνολογική εφαρμογή τους, αλλά σαν διαδικασία ανάπτυξης τους υποτάχθηκαν κατά το βασικό και κύριο μέρος τους στις ανάγκες του πο­λέμου.

Η  ατομική και πυρηνική βόμβα δεν είναι μια τερατογέννεση των τεχνολογικών εφαρμογών της επιστήμης και της τεχνικής.Είναι η ίδια η επιστήμη και η τεχνική στο κεφαλαιοκρατικό προτσές ανάπτυξης τους.

Η επιστημονικοτεχνική επανάσταση  είναι ο ενσαρκωμένος θεός της κεφαλαιοκρατίας με ολόκληρο σύστημα προφητών, αγίων και μαρτύρων, που περιφέρουν την ατομική και πυρηνική βόμβα  σαν σύμβολα της κυριαρχίας του.

Η νίκη της εργατικής τάξης, η νίκη του σοσιαλισμού, δεν καθορίζεται από την δημιουργία ενός αντίπαλου θεού βέβαια. Αλλά από την πλέρια αναίρεση του συστήματος των κοινωνικών σχέσεων που παράγουν αυτούς τους θεούς.

Πορεία και όροι διαμόρφωσης της στρατηγικής του επαναστατικού κινήματος μεταπολεμικά.

Η γενίκευση της στρατιωτικοποίησης

Η πυρηνική εποχή με τα πυρηνικά όπλα δημιουργούσε φυσικά μια νέα κατά­σταση στις στρατηγικές στρατιωτικές ισορροπίες. Όμως τα πυρηνικά όπλα δεν μπορούσαν να αποτελούν την βάση  των στρατηγικών .

Τα στρατιωτικά δόγματα εξελίχθηκαν πάνω στην βάση των γενικότερων οικονομικοπολιτικών στρατηγικών και τα πυρηνικά όπλα ήταν τα μέσα επι­βολής αυτών των στρατηγικών.

Η πυρηνική εποχή το καινούργιο που σημάδευε, ήταν μια νέα ορμητική άνοδος των παραγωγικών δυνάμεων στον καπιταλισμό, όπου η στρατιωτικοποίηση της οικονομίας έπαιζε ένα πρωτόγνωρα ευρύτερο ρόλο.

Με το τέλος του πολέμου, δεν έχουμε απλά μια τεράστια συγκέντρωση κεφαλαίου. Υπάρχει μια τεράστια συσσώρευση στο στρατιωτική τομέα, που τον κάνει να βρίσκεται ουσιαστικά ολόκληρη περίοδο πιο μπροστά από την γενικότερη κεφαλαιοκρατική σώρευση. Δεν συγκέντρωνε μονάχα την εκμετάλλευση της πιο «πρωτοπόρας » επιστήμης ή τεχνικής , αλλά γινόταν το κέ­ντρο της παραγωγής της πρωτοπόρας επιστήμης και τεχνικής.

Η γενικότερη καπιταλιστική ανάπτυξη περνούσε και περνάει μέσα από τους ρυθμούς σώρευσης στον στρατιωτικό τομέα. Γίνεται κινητήριος μοχλός ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων του καπιταλισμού και περνάει μέσα από τους ρυθμούς σώρευσης στον στρατιωτικό τομέα. Γίνεται κινητήριος μοχλός ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων του καπιταλισμού και ταυτό­χρονα πολλαπλασιαστικός παράγοντας της κρίσης του και των ενδοιμπεριαλιστικών αντιθέσεων.

Η γενικευμένη στρατιωτικοποίηση της οικονομίας απορρέει από τον βα­σικό και κύριο νόμο της κεφαλαιοκρατίας: Του ανώτατου κέρδους και της ανισόμετρης οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης.

Έρχεται να δώσει λύσεις στην πιεστική ανάγκη του καπιταλισμού για ανακατανομή των ζωνών επιρροής σε έκταση αλλά και σε βάθος. Έτσι εξελίσ­σεται σε μοχλό για ανακατανομή όχι μόνο του ζωτικού χώρου που αποτελεί ο τρίτος κόσμος, αλλά να ανακατανείμει και τον ίδιο τον χώρο των ιμ­περιαλιστικών κρατών.0 ανταγωνισμός μεταξύ τους δεν αφορά ένα ανταγω­νισμό σε επίπεδο αγοράς μόνο, αλλά κύρια ανταγωνισμό πια σε επίπεδο ε­πένδυσης κεφαλαίων κι ακόμη περισσότερο, ανταγωνισμό στις κατευθύνσεις και το είδος των κεφαλαίων επένδυσης.

Απ’ αυτό εξαρτάται η διαμόρφωση και ο έλεγχος μιας αγοράς, πράγμα που η στρατιωτικοποίηση της οικονομίας προσφέρει στον ανώτατο βαθμό.

Η εξάρτηση μιας αγοράς είναι άμεσα συναρτημένη με το επίπεδο των τεχνολογικών αναγκών που της δημιουργούνται και γι αυτό η στρατιωτικοποίηση της οικονομίας γενικεύεται σαν έκφραση των ενδοιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών.

Το αναπόφευκτο ή όχι ολοκληρωτικού πολέμου

Το ενιαίο επαναστατικό προτσές

Εδώ μπορεί να μπει ένα βασικό και κρίσιμο ερώτημα: Στην μεταπολεμική πραγματικότητα του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, είναι δυνατόν, ένας ολοκ­ληρωτικός πόλεμος ενδοιμπεριαλιστικός, ανεξάρτητα αν και σε πιο βαθμό σε αυτόν εμπλακούν οι χώρες του σοσιαλισμού, κάτω από ποιους όρους είναι δυνατόν.  Είναι αναπόφευκτος ή όχι;

Στα ερωτήματα αυτά επιχειρεί θεωρητική απάντηση ο Στάλιν  στην μπ­ροσούρα του «οικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ» αποκαλύ­πτοντας ότι το ζήτημα του πολέμου είναι δεμένο με το ζήτημα της επανα­στατικής εξέλιξης και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού.

Πως έχει το ζήτημα: Η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στον καπι­ταλισμό , όχι μόνο δεν άμβλυνε αλλά όξυνε ακόμη πιο γρήγορα, ακόμη πιο πολύ την αντίθεση κεφαλαίου- εργασίας την αναντιστοιχία παραγωγικών δυνάμεων – παραγωγικών σχέσεων, τις αντιθέσεις ανάμεσα στα διάφορα ιμ­περιαλιστικά κέντρα. Όμως η κυριαρχία του πόλου ΚΕΦΑΙΑΙΟ απέναντι στην ΕΡΓΑΣΙΑ έσπασε και όχι μόνο αυτό. Άλλαξε στρατηγικά η ισορροπία ανάμεσα στους δυο αυτούς πόλους με την δημιουργία του σοσιαλιστικού στρατοπέδου. 0 πόλεμός γεννιέται από το κεφαλαίο σαν στοιχείο του ίδιου του προτσές ανάπτυξης του σε ιστορικά καθορισμένες στιγμές, που προσδιορίζονται από το νόμο της ανισόμετρης ανάπτυξης, του ανώτατου κέρδους και το μπλοκάρισμα των λειτουργιών τους. στον ανώτατο βαθμό. Τότε οι ενδοιμπεριαλιστικές αντιθέσεις μετατρέπονται σε πόλεμο, για να λύσουν προς όφελος του κεφαλαίου τη βασική αντίθεση του κεφαλαίου – εργασίας. Αυτό όμως προϋποθέτει κυριαρχία του πόλου κεφάλαιο στην εργασία ή ότι οι ενδοιμπεριαλιστικές αντιθέσεις κυριαρχούν σαν στρατηγικές αντιθέσεις στον κόσμο.

Η μεταβολή της στρατηγικής ισορροπίας άρα προς τον πόλο της αντίθεσης «εργασία” αποτελεί και το φραγμό στο να εκφραστούν οι ενδοιμπεριαλιστικές αντιθέσεις σε πόλεμό, προωθεί το ξεπέρασμα τους με την κοινωνική επαναστατική ανατροπή. Η αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας μπορεί να λύνεται με την κοινωνική επανάσταση. Κάτω από αυτό το πρίσμα μπορούμε να δούμε τρία πράγματα βασικά για την στρατηγική του Κομμουνιστικού Κινήματος.

1. Το ειρηνικό κίνημα και το ρόλο του ότι δεν μπορεί να αποτρέψει στρατηγικά τον πόλεμό. Μπορεί να τον αποτρέψει κάποια στιγμή, να τον μεταθέσει  αλλά όχι να τον αποτρέψει γιατί διαφορετικά το ειρηνικό κίνημα θα  ήταν απλούστατα επαναστατικό κίνημα.

2. Το επαναστατικό προτσές είναι ενιαίο. Η έκφραση του πόλου εργασία στο πολίτικο επίπεδο, δεν διαιρείται σε αυτόνομα ή αποσπασματικά μέρη, αλλά αποτελεί μια διαλεκτική ενότητα σαν σοσιαλιστική οικοδόμηση, προ­λεταριακή επανάσταση, αντιιμπεριαλιστική-ανεξαρτησιακή επανάσταση.

Παραγωγικές δυνάμεις- παραγωγικές σχέσεις, κεντρικό πρόβλημα στο σοσιαλισμό

Αν και ο κόσμος όμως έχει δυο χρώματα με πολλές αποχρώσεις, στην ιστορική πορεία, οι αποχρώσεις μπορούν καμιά φορά να καλύπτουν τα χρώματα, με αναπόφευκτα ιστορικά ζιγκ-ζαγκ που δεν αποκλείουν και μια συνολική με­ταβολή της πορείας του κόσμου.

Τέτοιο ζήτημα είναι η σχέση παραγωγικών δυνάμεων – παραγωγικών σχέσεων  στο σοσιαλισμό. Τι αντιθέσεις περιέχει και πως λύνονται. Το πρόβλημα αυτό στάθηκε κεντρικό ζήτημα στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού και κεντρικό θεωρητικό πρόβλημα για το ΚΚΣΕ και το παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα. Σήμερα μάλιστα τίθεται ακόμη με πιο καθοριστικό τρόπο.

Στο κόμμα των μπολσεβίκων μάλιστα στην εποχή του μεσοπολέμου, μπήκε σαν ζήτημα ύπαρξης της Σ.Ε. λόγο της τεράστιας απόστασης ανάμεσα στις χαμηλές παραγωγικές δυνάμεις από τη μια και των πιο προωθημένων στον κόσμο παραγωγικών σχέσεων.

Με το τρόπο και τις μορφές που λύθηκε με την διαμορφούμενη σε παγκό­σμια κλίμακα αντικειμενική πραγματικότητα, συνδέεται η συσσώρευση μιας σειράς στοιχείων που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο και στη διαμόρφωση της με­ταπολεμικής στρατηγικής του κομμουνιστικού κινήματος.

Για όλα αυτά διαμορφωθήκαν μια σειρά θεωρίες όπως η τριτοκοσμική θε­ωρία του Μάο και της καπιταλιστικής παλινόρθωσης μετά τον θάνατο του Στάλιν.

Η Τροτσκιστική θεωρία της Θερμιδοριανής παλινόρθωσης.

Θεωρίες που σε διαφορετικές εποχές και από διαφορετικούς δρόμους και μάλιστα θανάσιμα αντίπαλες, καταλήγουν σε μια σειρά κοινά συμπεράσματα για φαινόμενα που αφορούν θεμελιακά ζητήματα του κομμουνιστικού κινήμα­τος.

Μαζί με τη σημερινή στρατηγική του επαναστατικού κινήματος και οι θε­ωρίες αυτές, δεν μπορούν παρά να μπουν κάτω από το φως μιας γενικότερης κριτικής που έχει ξεκινήσει από χρόνια σε παγκόσμια κλίμακα, αλλά στις μέρες μας παίρνει καθολικό  χαρακτήρα.

Οι συνιστώσες του επαναστατικού κινήματος μεταπολεμικά

Η λήξη του πολέμου ουσιαστικά βρίσκει το ΚΚΣΕ και το κομμουνιστικό κίνημα να χαράζει τη γραμμή του σε κατευθύνσεις άμυνας.

Φαίνεται αναπαραγμένη η γραμμή του μεσοπολέμου να «φτάσουμε τον καπιταλισμό». Η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων του καπιταλισμού, προσθέτει νέο βραχνά στο κομμουνιστικό  κίνημα που τον κάνει ασφυκτικό η πυρηνική βόμβα.

Η συμφωνία της Γιάλτας  αναμορφώνει το παγκόσμιό σοσιαλιστικό στρα­τόπεδό αλλά με ορούς στρατιωτικών ισορροπιών παγιώνουν ένα στάτους κβο στην Ευρώπη πράγμα που οδήγησε σε ραγδαία ανάσχεση του επαναστατικού κινήματος στην Ήπειρο. Μια νέα τεράστια ιστορική καθυστέρηση του επα­ναστατικού προτσές συντελείται.

Είναι χαρακτηριστικό ότι και μετά τον δεύτερο παγκόσμιό πόλεμο ο φασισμός στην Ισπανία παραμένει. Η πρώτη ένοπλη αντίσταση στον αμερικα­νικό ιμπεριαλισμό στην Ευρώπη, η επανάσταση στην Ελλάδα, γνωρίζει την ήττα.

Τα αλλά δυτικοευρωπαϊκά κομμουνιστικά κόμματα, αφού χρησιμοποιηθούν για σύντομο χρονικό διάστημά σαν χρωματιστά μπιχλιμπίδια του αστικοκοινοβουλευτισμού  ώστε να αφοπλιστεί το προλεταριάτο δρομολογούν τις διερευνήσεις τους στο δημοκρατικό δρόμο για το σοσιαλισμό σαν νομοτε­λειακή αναγκαιότητα που γεννήθηκε από τον πόλεμό και τα αποτελέσματα του.

Η ένταση των εθνικοανεξαρτησιακών αγώνων στις αποικιοκρατούμενες και ημιαποικιοκρατούμενες χώρες μεταπολεμικά και ιδιαίτερα μετά την δεκαετία του 1950, δίνει την εντύπωση επαναστατικής πυρκαγιάς, όμως και εδώ τα πράγματα δεν είναι έτσι.

Η σφραγίδα της καθυστέρησης του επαναστατικού προτσές σε παγκόσμια κλίμακα, μπαίνει ανεξίτηλα και σ’ αυτούς τους επαναστατικούς αγώνες.

Στην ουσία στο μεταπολεμικό διάστημά έχουμε και όχι πάντα ολοκληρω­μένα, την εκπλήρωσή των καθηκόντων που αντιστοιχούσαν στη προπολεμική κατάσταση, στις χώρες του λεγομένου τρίτου κόσμου.

Η επανάσταση στη Κίνα, είναι η παρέκκλιση από τον κανόνα και όχι ο κανόνας. Το ίδιο και οι επαναστάσεις αργότερα  στη Κούβα και το Βιετ­νάμ.

Οι αστικές τάξεις που αναπτύσσονται σε σύγκρουση με την αποικιοκ­ρατία όχι μόνο βρίσκονται επικεφαλής των αγώνων αλλά και στις περισσότερες περιπτώσεις σε σύγκρουση με τα κομμουνιστικά κόμματα αυτών των χωρών που στις γραμμές τους έχουν μεταφυτευμένο το σαράκι των κομμά­των της καπιταλιστικής Μητρόπολης.

Η περίπτωση της Αλγερίας είναι η πιο χαρακτηριστική ίσως, ή ακό­μα και η πιο κοντινή σε μας περίπτωση της Κύπρου κάτω από διαφορετι­κούς βέβαια όρους, οπού τα κομμουνιστικά κόμματα αρνήθηκαν και τον ένοπλο αγώνα, ανεξάρτητα αν στη πορεία συμμετείχαν ή όχι σ’ αυτόν.

Η τυπική διάλυση (Αίγυπτος) ή η ουσιαστική διάλυση των κομμουνι­στικών κομμάτων σε άλλες χώρες, που έγινε μετά το εικοστό συνέδριο της αποσταλινοποίησης, αντανακλά ακριβώς την αδυναμία των κομμάτων αυτών, να ανταποκριθούν στα ιστορικά τους καθορισμένα καθήκοντα.

Ο μη καπιταλιστικός δρόμος ανάπτυξης πρακτικά χρεωκοπημένος σήμε­ρα ή καλύτερα ηττημένος, βρίσκεται, παρατημένος στο περιθώριο αφού πέρασε χωρίς όμως και να απαντηθεί στα ζητήματα της εσωκομματικής πάλης του κομμουνιστικού κινήματος.

Ο επαναστατικός εμπειρισμός κλήθηκε να δώσει και σε αυτό απάντη­ση, αφήνοντας το τελικά στην άκρη.

Το βασικό πρόβλημα αναπαράγεται

Το πρόβλημα βέβαια αυτό δεν είναι στο βάθος του, παρά το θεωρητικό πρόβλημα που βγήκε στην επιφάνεια στα ζητήματα οικοδόμησης του σο­σιαλισμού στην ΕΣΣΔ στο μεσοπόλεμο και στη Κίνα μεταπολεμικά·

Μπορεί δηλαδή να ξεπεραστεί μια ολόκληρη περίοδος καθυστέρησης με ένα ποιοτικό άλμα στις παραγωγικές σχέσεις. Μέσα σε συνθήκες τε­ράστιου ανοίγματος της ψαλίδας παραγωγικών δυνάμεων-παραγωγικών σχέ­σεων πως μπορεί χρονικά να υπερπηδηθεί ένα τεράστιο καπιταλιστικό προτσές;

Στη σημερινή συγκυρία αυτό ξαναμπαίνει για συζήτηση, με ιδιαίτε­ρη ένταση, πρακτικά και θεωρητικά και από το ίδιο το ΚΚΣΕ και το ΚΚΚ. Πάνω σε αυτό συγκρούστηκαν, πάνω σε αυτό συγκλίνουν σήμερα.

Στην περιοχή του τρίτου κόσμου ή αλλιώς καθυστερημένων χωρών μπαίνουν ακριβώς τα βασικά προβλήματα θεωρητικά και πρακτικά που συσσώρευσε η τέτοια και όχι διαφορετική ανάπτυξη του επαναστατικού προτσές με την Οκτωβριανή επανάσταση. Ακριβώς γιατί σε αυτήν την οικονομικοπολιτική πραγματικότητα των καθυστερημένων χωρών, αυτά παρουσιάζονται με την μεγαλύτερη οξύτητα. Με την κατάκτηση της πυρηνικής βόμβας από την ΕΣΣΔ που πρόσθεσε στο να «φτάσουμε” και, το να ξεπεράσουμε τον καπιταλισμό” δεν δόθηκε ασφαλώς ολοκληρωμένη απάντηση στα προβλήματα στρατηγικής του κομμουνιστικού κινήματος.

Το «να φτάσουμε και να ξεπεράσουμε τον καπιταλισμό”, έτσι ή αλ­λιώς αποσπασματοποιεί το επαναστατικό προτσές, αυτονομεί  τις συν­ιστώσες του.

Στρώνεται ο δρόμος ώστε τα χτυπήματα που δέχτηκαν οι δυο συνισ­τώσες του, στον αναπτυγμένο καπιταλισμό και τον τρίτο κόσμο, να προστεθεί και ένα τέτοιο που αφόρα το ίδιο το σοσιαλιστικό στρατό­πεδό.

Οι οικονομικοί και ταξικοί όροι διαμόρφωσης της στρατηγικής του σοσιαλιστικού στρατοπέδου

Η ανασυγκρότηση στην ΕΣΣΔ με το 27ο συνέδριο του ΚΚΣΕ, έφερε και  πάλι τον Στάλιν στην άμεση παγκόσμια επικαιρότητα. Φαίνεται πως κάθε εξαγγελία από την Μόσχα για νέα ανώτερη έφοδο του σοσιαλισμού, απα­ραίτητα δένεται με μια ανανέωση της καταδίκης του 20ου συνεδρίου για τον Στάλιν. Καταδίκες βέβαια που δεν έχουν να κάνουν με μια α­νοικτή τοποθέτηση πάνω στα θεωρητικά και πολιτικά ζητήματα της στρα­τηγικής και τακτικής που επεξεργάστηκε και εφάρμοσε το ΚΚΣΕ επί Στά­λιν, αλλά με μια εγκληματολογική ψυχογραφία της προσωπικότητας του εύκολα αποδεκτής μέσα από ένα σύγχρονο πολιτικό μάρκετινγκ.

Έμμεσα βέβαια τα ζητήματα αυτά που αφορούν βασικές αρχές και θέσεις της Μαρξιστικής – Λενινιστικής θεωρίας, ακολούθησαν μια θεωρία προ­σαρμογής, στην εξέλιξη των ταξικών χαρακτηριστικών της εξουσίας και της διαχείρισης στην ΕΣΣΔ.

Στην δεκαετία του 1970, όταν η ΕΣΣΔ όπως εκτιμάται σήμερα από το ίδιο το ΚΚΣΕ, έμπαινε σε μια περίοδο μακρόχρονης στασιμότητας, ο Μπρέζνιεφ είχε κάνει μια βαρυσήμαντη δήλωση. « Ο Σοσιαλισμός αντιμετω­πίζει εγγενή προβλήματα στην ανάπτυξή του.»

Στην γλώσσα του Μαρξισμού αυτό σημαίνει απλά, ότι η αντίθεση παρα­γωγικών δυνάμεων – παραγωγικών σχέσεων στο σοσιαλισμό όχι μόνο υπάρ­χει αλλά φτάνει στα όρια κρίσης.

Η «ανασυγκρότηση» και εννοιολογικά αποδείχνει και τεκμηριώνει το παραπάνω και ακόμη πιο πέρα, ότι η αντίθεση αυτή εξελίσσεται και ως το επίπεδο της σύγκρουσης.

Έτσι τα φαινόμενα της διαφθοράς, του νεποτισμού, της αδιαφορίας κτλ δεν είναι παρά αποτελέσματα και όχι αιτίες. Είναι τα φαινόμενα πάνω στο εποικοδόμημα που έχουν τη βάση τους πάνω σε μια οικονομικό- κοινωνική πραγματικότητα και την κρίση που την χαρακτηρίζει.

Το βασικό πρόβλημα λοιπόν είναι ο προσδιορισμός αυτής της πρα­γματικότητας και των εξελίξεων της. Μαζί μ’αυτό και σε όποιο βαθμό συνδέεται με τον Στάλιν, σαν προσωπικότητα, υπάρχει και θέμα Στάλιν, όχι μόνο στον χαρακτηρισμό των αποτελεσμάτων της καθοδήγησής του, αλ­λά και όλου του πλέγματος των θεωρητικών και πολιτικών αρχών που δια­μόρφωσαν αυτή την καθοδήγηση.

Το ότι αυτό δεν γίνεται, αλλά σε στυλ αστυνομικών συντακτών και δίκην πρωτοδικείου αντιμετωπίζεται το θέμα Στάλιν, είναι και αυτό αποτέλεσμα των αναγκών  της πορείας προσαρμογής  και στην σημερινή φάση της, της ανασυ­γκρότησης με την πιο πολυδιαφημισμένη της εκδήλωση, την συμφωνία των πυ­ρηνικών, που αποτελεί το προφίλ της εξουσίας μαζί με την καταδίκη του Στάλιν.

Περί του νόμου της αξίας

Μια βασική κατηγορία ενάντια του αποτέλεσε η θέση, ότι παρέβλεψε την ισχύ του οικονομικού νόμου της αξίας στο σοσιαλισμό.

Ανεξάρτητα από την αλήθεια ή όχι αυτής της θέσης που εύκολα μπορεί να καταδειχτεί το αστήριχτο της, η ισχύς του νόμου της αξίας στο σοσιαλισμό και η ιστορική αντικειμενικότητα της, προσδιόρισαν και προσ­διορίζουν την εξέλιξη μιας ταξικής πάλης, τα αποτελέσματα της οποίας σφραγίζουν την στρατηγική του ΚΚΣΕ, την παγκόσμια επανάσταση, την ση­μερινή κρίση, την ίδια την πολιτική της ανασυγκρότησης μετά το 20ο συ­νέδριο πορείας.

Ο νόμος της αξίας ισχύει βέβαια και στο σοσιαλισμό με διαφορετικά όμως ποιοτικά χαρακτηριστικά και δεν έχει την καθολικότητα που έχει στην κεφαλαιοκρατική παραγωγή.

Τα διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά του και τα πλαίσια ισχύος του, αφορούν τα δύο βασικά ζητήματα που λύνει η σοσιαλιστική επανά­σταση. Την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας και την προλεταριακή εξουσία.

Τα δύο αυτά ζητήματα που εξασφαλίζουν τη μη αντιθετική ανταγωνιστι­κή εξέλιξη όταν λειτουργούν αξεχώριστα, καταργούν το διαχωρισμό σε εργασία και υπερεργασία, σε αξία και υπεραξία, σαν το βασικό όρο του προτσές αυτοαξιοποίησης του κεφαλαίου. Δηλαδή της μετατροπής της υπε­ραξίας σε κεφάλαιο. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο καταργείται η ΙΔΙΟΠΟΙΗΣΗ της υπεραξίας σαν απαραίτητο στοιχείο της κεφαλαιοκρατικής αναπαραγωγής.

Τα διαφορετικά όμως ποιοτικά χαρακτηριστικά του νόμου της αξίας στο σοσιαλισμό, δεν καταργούν γενικά την εμπορευματική παραγωγή, ούτε κα­ταργούν αυτόματα τον κεφαλαιοκρατικό καταμερισμό της εργασίας, την κατα­νομή και την διανομή που επηρεάζονται σε σημαντικό βαθμό από τον συγκε­κριμένο καταμερισμό και ρυθμίζονται ακόμη από αρκετές πλευρές από τα χα­ρακτηριστικά της εμπορευματικής παραγωγής.

Η ιδιοποίηση που επιβάλλεται έτσι μέσα από τον καταμερισμό εργασίας την κατανομή και την διανομή, που στις συγκεκριμένες συνθήκες υλοποι­εί η εμπορευματική παραγωγή, παραμένει και διεκδικεί την πλέρια ολοκλή­ρωσή της σαν ιδιοποίηση της υπεραξίας, αποκαθιστώντας την καθολική ισχύ του νομού της αξίας και τα κεφαλαιοκρατικά χαρακτηριστικά της εμπορευματικής παραγωγής. Βρισκόμαστε έτσι κάτω από ένα καθεστώς σοσια­λιστικών σχέσεων παραγωγής που περιέχουν αντιφάσεις και μάλιστα εν δυνάμει αντιφάσεις βασικές του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής.

Αντιφάσεις και αντιθέσεις που εκδηλώνονται και στη σχέση παραγωγικές δυνάμεις – παραγωγικές σχέσεις, τόσο περισσότερο έντονα όσο η αντικει­μενικότητα που προσδιορίζουν οι παραγωγικές δυνάμεις, βρίσκεται σε αναντιστοιχία με τις παραγωγικές σχέσεις.

Οι παραγωγικές σχέσεις που συνιστούν τον υποκειμενικό παράγοντα, δια­μέσου της προλεταριακής εξουσίας, μπορούν να αποκαθιστούν αυτή την αν­τιστοιχία με, τον συνεχή πλέριο μετασχηματισμό τους σε σοσιαλιστικές σχέ­σεις παραγωγής, μέχρι την πλήρη κατάργηση- εξάλειψη της εμπορευματικής παραγωγής.

Αυτά βέβαια αφορούν το σοσιαλιστικό κράτος σαν μια αυτόνομη, απομο­νωμένη οντότητα. Στη πραγματικότητα τα πράγματα γίνονται επιπλέον σύνθε­τα καθώς το σοσιαλιστικό κράτος λειτουργεί σε μια ευρύτερη κεφαλαιοκρα­τική επίδραση μέσω των διεθνών οικονομικοπολιτικών του σχέσεων. Σχέσεων που συντείνουν στην παραπέρα ενίσχυση της εμπορευματικής παραγωγής και των κεφαλαιοκρατικών χαρακτηριστικών του καταμερισμού εργασίας. Απέναντι αυτού του παράγοντα η προλεταριακή εξούσια ορθώνει το μονοπώ­λιο του εξωτερικού εμπορίου, πράγμα που αντιστοιχεί στην κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στο εσωτερικό του σοσιαλιστικού κράτους.

Συμπερασματικά η ταξική πάλη όχι μόνο υπάρχει στη μεταβατική περίο­δο προς τον κομμουνισμό, αλλά, οξύνεται καθώς, καταμερισμός εργασίας και εμπορευματική παραγωγή περιέχουν τους όρους της αναπαραγωγής τους ως την αποκατάσταση του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής.

Η δικτατορία του προλεταριάτου, είναι αυτή που μπορεί να παρεμβαίνει στις αναπαραγόμενες αντιθέσεις ν’ αποκαθιστά την αντιστοιχία παραγωγικών σχέσεων με την εξέλιξη των παραγωγικών σχέσεων.

Εξέλιξη που δεν καθορίζει απλά διοικητικά ένα τρόπο διανομής, αλλά την ίδια την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στην κατεύθυνση του βασι­κού νόμου του σοσιαλισμού. Ότι σκοπός του σοσιαλισμού δεν είναι το κέρ­δος αλλά η ολόπλευρη ικανοποίηση των υλικών και πνευματικών αναγκών του ανθρώπου. Τότε η εμπορευματική παραγωγή καταργείται πλέρια. Τότε συν­ταυτίζεται με απολυτότητα η ανώτατη ικανοποίηση των υλικών και πνευμα­τικών αναγκών της κοινωνίας με την ιδιαίτερη διακεκριμένη και πολύπλε­υρη ικανοποίηση της ατομικότητας. Η πολύπλευρη ικανοποίηση της προσωπι­κότητας, η ανάδειξη της σαν τέτοιας στον ανώτατο βαθμό αποτελεί προϋπόθεση και αποτέλεσμα ταυτόχρονα της κοινωνίας της ελευθερίας, της κομμου­νιστικής κοινωνίας.

Δεν είναι λοιπόν η οποιαδήποτε σώρευση υλικών όρων αυτή που οδηγεί στον κομμουνισμό. Αλλά η σώρευση των υλικών όρων που πραγματοποιούν οι σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής στην πορεία της συνεχούς ανέλιξης τους. Έτσι στις σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής ενσωματώνεται και η βία. Όχι βέβαια στην κατεύθυνση του ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, αλλά σαν στοι­χείο των ταξικών συγκρούσεων που πηγάζουν από τις ίδιες τις αντιφάσεις που περιέχει το συγκεκριμένο επίπεδο εξέλιξης των παραγωγικών σχέσεων. Η βία του σοσιαλισμού δεν είναι η κρατική καταστολή αν και μπορεί να εμφανιστεί σαν τέτοια, αλλά η επιβολή της πολιτικής κυριαρχίας της εργα­τικής τάξης με την μαζική πολιτική ενεργοποίησή της.

Η δικτατορία του προλεταριάτου, σαν η μοναδική εξουσία που βρίσκε­ται σε αντίθεση με το ίδιο το κράτος της, το οποίο καταργεί μετασχημα­τίζοντας το, είναι αντίθετη και εχθρική με την κρατική καταστολή και με κάθε τάση αυτονόμησής της.

Ο χαρακτήρας ακριβώς αυτός της δικτατορίας του προλεταριάτου, χαρά­ζει επακριβώς τις σχέσεις κράτους – πρωτοπορίας – τάξης, την σχέση των θεσμών και την λειτουργικότητα τους.

Η ΝΕΠ (νέα οικονομική πολιτική), διαδέχθηκε τον πολεμικό κομμουνισμό δεν ήταν παρά η αναγκαιότητα αποκατάστασης του νόμου της αξίας και της εμπορευματικής παραγωγής στα πλαίσια των νέων παραγωγικών σχέσεων, σαν απαραίτητου όρου της διαδικασίας της σοσιαλιστικής σώρευσης, της αντα­λλαγής χωριού-πόλης, βιομηχανίας-αγροτικής οικονομίας.  Η ΝΕΠ προώθησε την σώρευση στην αγροτική οικονομία δυνάμωσε τους υλικούς όρους της σοσιαλιστικοποίησης της, επέκτεινε τις βάσεις της σοσιαλιστικής βιομηχα­νίας.

Όμως πάνω στην ΝΕΠ αναπτύχθηκαν οι κουλάκοι και οι τεχνοκράτες του προγραμματισμού και της διεύθυνσης, σαν αντικειμενική διαδικασία των χαρακτηριστικών της εμπορευματικής παραγωγής.

Το μπλοκάρισμα της σοσιαλιστικής αναπαραγωγής δεν προερχόταν πια α­πό την αντίθεση της καπιταλιστικής ανάπτυξης και του μικροπαραγωγού με την καταστροφή του που αυτή απαιτεί αλλά από την αντίθεση του αστού κουλάκου και της ανάγκης για αλματώδη αύξηση του πρωτόγεννη τομέα σαν ο­ρού της σοσιαλιστικής εκβιομηχάνισης.

Η ύπαρξη των κουλάκων σαν τάξεις όχι μόνο αποσυνέθετε πια τη γεωργι­κή οικονομία, αλλά καθιστούσε αδύνατη την σώρευση στη βιομηχανία, χωρίς το πέρασμα της στον ελεύθερο συναγωνισμό, στην κεφαλαιοκρατική αναπαρα­γωγή. Οι κουλάκοι σαν τάξη δεν αναπαράγουν μόνο την αστική τάξη, αλλά αποτελούσαν και τον όρο και βασικό στήριγμα για τη λειτουργία και ολοκληρωμένη μετατροπή του στρώματος των τεχνοκρατών και διευθυντών της πόλης σε αστική τάξη, αφού μόνο ή ανταγωνιστική σχέση μπορούσε να αποκαταστήσει την ανταλλαγή χωρίου -πόλης, γεωργικής οικονομίας- βιομη­χανίας. Ανταγωνιστική σχέση η οποία πρέπει να περάσει και ν’ αλώσει το ίδιο το προτσές σώρευσης σοσιαλιστικής εκβιομηχάνισης.

Η πολιτική της εξάλειψης των κουλάκων σαν τάξης πήγαζε ακριβώς από τα όρια που μπορούσε να λειτουργεί ο νόμος της αξίας στον σοσια­λισμό. Γι αυτό και η εξάλειψή τους, ήταν αποτέλεσμα αναγκαιότητας της ταξικής πάλης για την αποκατάσταση της αντιστοιχίας παραγωγικών δυνάμεων παραγωγικών σχέσεων.

Για την γραμμή της εξάλειψης των κουλάκων σαν τάξης πολλά έχουν γραφτεί, όμως οι σφοδροί πολέμιοι αυτής της γραμμής, στο μόνο που καταλήγουν είναι ότι δεν μπορούσε να οικοδομηθεί ο σοσιαλισμός στην καθυστερημένη Ρωσία. Δηλαδή η ίδια η Οκτωβριανή επανάσταση ήταν λάθος. Βέβαια η εξάλειψη των κουλάκων σαν τάξης και σαν συνέπεια της, την καταστροφή των όρων και μηχανισμών της εμπορευματικής παραγωγής που τους στήριζαν, γέννησε και ανέπτυξε νέες αντιφάσεις και αντιθέσεις.

Η δικτατορία του προλεταριάτου, έπρεπε να απαντήσει όχι μόνο στην εξάλειψη των κουλάκων, αλλά και να απαντήσει στην ανισότιμη ανταλλαγή χωριού-πόλης ταυτόχρονα με την πιο γρήγορη διαδικασία σώρευσης στην Βιομηχανία. ‘Έπρεπε ν’ απαντήσει στο πρόβλημα της ανάπτυξης των παρα­γωγικών δυνάμεων, έξω από τις διαδικασίες της κεφαλαιοκρατικής αυτοαξιοποίησης του κεφαλαίου.

Να επιβάλλει ένα πιο προωθημένο καταμερισμό εργασίας και μηχανι­σμούς κατανομής και διανομής που θα στήριζαν την κεντρική σχεδιοποίηση. Χωρίς αυτά η κεντρική σχεδιοποίηση δεν είναι παρά ένας ουδέτερος και αποτελεσματικός γραφειοκρατικός μηχανισμός.

Η εργατική τάξη ερχόταν έτσι αντιμέτωπη πιο καθολικά μετά χαρακτη­ριστικά της κεφαλαιοκρατικής αναπαραγωγής στις στοιχειακές βάσεις της. Ερχόταν αντιμέτωπη με το αυτονομημένο στρώμα της διεύθυνσης των ειδικών και των τεχνοκρατών, σ’ ολόκληρη την κλίμακα της κοινωνικής αναπα­ραγωγής.

Η εργατική τάξη έπρεπε να προχωρεί ταυτόχρονα στην κατάργηση της αυτονόμησης των διαδικασιών του καταμερισμού και της εξειδίκευσης σαν μηχανισμών της κοινωνικής αναπαραγωγής. Ούτε μονάχα ο έλεγχος, από την εργατική τάξη, ούτε μονάχα ο προσδιορισμός από τα ποσοτικά μεγέθη των υλικών όρων, μπορεί να καταστρέψει και να μετασχηματίσει ολοκληρωμένα τα κεφαλαιοκρατικά στοιχεία του καταμερισμού εργασίας και της εξειδίκευσης που παραμένουν στο μεταβατικό στάδιο του σοσιαλισμού.

Αυτό μπορεί να γίνει αν ο έλεγχος και ο προσδιορισμός τους συμπληρωθεί και με την ανάδειξη  τους από την συλλογικότητα του άμεσου παρα­γωγού. Το εργοστάσιο δεν είναι μόνο το αντικείμενο της τεχνικής, του σχολείου, του πολιτισμού, η παθητική βάση τους, αλλά το υποκείμενό τους.

Ο σοσιαλισμός δεν υλοποιείται με τα : μόρφωση για το λαό, παραγωγή για το λαό, πολιτισμός για το λαό. Αλλά πραγματοποιείται με την εξέλιξή τους σε: μόρφωση από το λαό πολιτισμός από το λαό, τεχνική από το λαό, παραγω­γή από το λαό.

Στα πλαίσια αυτά ο Σταχανοφισμός σαν πολιτικό κίνημα με την επίδραση και την εξέλιξή του, αποτελεί ένα κεφάλαιο ιστορικής πείρας του παγκό­σμιου επαναστατικού κινήματος.

Οι πρόσφατες αλλαγές στην ΕΣΣΔ αποδυναμώνουν το κόμμα και δυναμώνουν το κράτος

Αίσθηση προκάλεσε η ολομέλεια της Κ.Ε. του Κ.Κ.Σ.Ε. το φθινόπωρο του 1988, τόσο για τον ξαφνικό της προσδιορισμό, κύρια όμως για τις αποφάσεις της.

Η απαλλαγή από τα καθήκοντα τους των κορυφαίων μέχρι τώρα στελεχών του Π.Γ. της Κ.Ε., του ΚΚΣΕ Α. Γκρομύκο, Μ. Σολομεντσέφ, Π. Ντεμιτσέφ και Α. Ντομπρύνιν ήταν μόνο η αρχή. Ακολούθησε η κυρία αλλαγή με την συνεδρίαση του Ανώτατου Σοβιέτ πού ήταν η παραίτηση του Α. Γκρο­μύκο από το αξίωμα του προέδρου στο προεδρείο του Ανώτατου Σοβιέτ και η εκλογή του Μ. Γκορμπατσόφ σαν νέου προέδρου της ΕΣΣΔ. Μετά απ’αυτές τις αλλαγές ακολούθησαν συνεδριάσεις όλων των Σοβιέτ των Δημοκρατιών που αποφάσισαν και αυτά σαρωτικές αλλαγές κυρία στην ηγεσία της κρατικής μηχανής. Φυσικά οι αλλαγές παρ’ όλη την αίσθηση που προκάλεσαν για τους προσεκτικούς μελετητές των πολιτικών πραγμάτων και την πορεία της περεστρόικα στη Σ.Ε. δεν ήταν αιφνιδιαστικές.

Έδωσαν όμως όπως σχεδιάστηκαν από τους εμπνευστές τους μια δραματικότητα στις εξελίξεις, που λειτούργησε αρκετά εντυπωσιακά στην κατεύ­θυνση ενός πολιτικού μάρκετινγκ για την εξυπηρέτηση της περεστρόικα η οποία συναντά ανεβασμένες και πολύπλευρες δυσκολίες.

Ας μην διαφεύγει της προσοχής ότι η αιφνιδιαστική σύγκλιση της Κ.Ε. έγινε ακριβώς μετά την περιοδεία του Μ. Γκορμπατσόφ στην ενδοχώρα της Σ.Ε. κατά την οποία άκουσε τα «παράπονα του λαού” για την οικονομική κατάσταση.

Με τις τελευταίες αποφάσεις γίνεται φανερό ότι η ΕΣΣΔ μπαίνει σε μια φάση κοινωνικοπολιτικών και οικονομικών ανακατατάξεων στην κατεύ­θυνση των αποφάσεων της τελευταίας πανενωσιακής κομματικής συνδιάσκε­ψης του ΚΚΣΕ.

Αν και τα πρόσωπα βέβαια παίζουν κάποιο ρόλο, η σημασία των αλλαγών δεν βρίσκεται σ’αυτά, κατά κύριο λόγο. Στη πανενωσιακή συνδιάσκεψη εξ’άλλου, που είχε ήδη αποφασίσει τις αλλαγές, ο λόγος ήταν για μετα­βολές του πολιτικού συστήματος, δομικού χαρακτήρα.

Αποδυνάμωση του κόμματος

Έτσι το βασικό των μεταβολών είναι, η ενίσχυση των κρατικών οργάνων απέναντι στα κομματικά με κυριότερο την ενίσχυση του ρόλου του προέδρου της ΕΣΣΔ, που τώρα πλέον θα έχει αυτός την ευθύνη της εξωτερικής πολι­τικής και άμυνας και όχι το κόμμα.

Αν σ’ αυτή την απόφαση της τελευταίας πανενωσιακής συνδιάσκεψης

προστεθούν καν άλλες όπως στα ζητήματα της οικονομίας και του σχεδιασμού που αυτονομούν τα κρατικά όργανα στο σχεδιασμό  της οικονομικής πολιτι­κής, γίνεται φανερό το συμπέρασμα πως έχουμε πλέον μια σοβαρή αποδυνάμωση του κομμουνιστικού κόμματος σαν ηγέτιδα καθοδηγητική δύναμη της κοινωνίας, απέναντι στο κράτος.

Ο ίδιος ο Γκορμπατσόφ  Ν0 1 στην κομματική ιεραρχία σαν γραμματέας της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ, γίνεται πρόεδρος της Σ.Ε.

Η βασική επιλογή του Γκορμπατσόφ -που ερμηνεύει τις τελευταίες αλ­λαγές- η οποία πέρασε στην πανενωσιακή Συνδιάσκεψη ήταν ότι οι μηχα­νισμοί αντίδρασης στην περεστρόικα ήταν μέσα στο κόμμα, αλλά και συνο­λικά το ίδιο το κόμμα (στο όνομα της γραφειοκρατίας).

Αυτό όχι γιατί η λεγόμενη γραφειοκρατία είχε φωλιάσει αποκλειστικά στο κόμμα και όχι στα κρατικά όργανα -από καιρό είχε συντελεστεί η ταυτοποίησή τους- αλλά γιατί το κόμμα γραφειοκρατικό ή όχι περιέχει μέσα του, από την φύση του δυνάμεις αντίθετες στις οικονομικές και κοινωνικές βάσεις της περεστρόικα, δυνάμεις αντίθετες στο προτσές ολο­κλήρωσης αυτών των βάσεων.

Η γραφειοκρατοποίηση του κόμματος και όχι μόνο αυτή -ακριβέστερο θάταν , η αλλοίωση του ταξικού χαρακτήρα του- είναι το πολιτικό άλλοθι όχι για τις μεταβολές αλλά για το είδος των μεταβολών που συντελούνται. Μεταβολές που οδηγούν σε μια υποταγή τού κόμματος στο κράτος και από τυπική και ουσιαστική άποψη, υποταγή της πολιτικής (κόμμα) στην γραφει­οκρατία (κράτος).

Οδηγούμεθα λοιπόν σε μια «γραφειοκρατική” μεταμφίεση η οποία να ανταποκρίνεται στις κοινωνικοοικονομικές βάσεις της περεστρόικα και της ολοκλήρωσής τους, τις οποίες η κομματική γραφειοκρατία ήταν από τη φύση της αναγκασμένη να αφήνει ημιτελείς. Γι’ αυτό εξ’ άλλου η λεγόμενη κομματική γραφειοκρατία δεν κτυπήθηκε με μια ευρύτερη εκκαθά­ριση των γραμμών του κόμματος, με την ενίσχυση ποιοτική και ποσοτική του εργατικού του χαρακτήρα, με την ενίσχυση του πολιτικοκαθοδηγητικού του ρόλου πάνω στη κοινωνία και το κράτος με την ενίσχυση της προλετα­ριακής δημοκρατίας.

Αλλά βρισκόμαστε μπροστά σε μια αυτονόμηση  της κρατικής εξουσίας απέναντι στο κόμμα και θεσμοθετημένη επιβολή του Κράτους πάνω στο Κόμμα.

Η διττή Γκορμπατσοφική εξουσία, Πρόεδρος και Γραμματέας: Πρόεδρος με δημοκρατική επιλογή και γραμματέας με κομματική -άρα μειωμένου κύρους- εκλογή δεν είναι παρά ένα μεταβατικό απαραίτητο στάδιο για μια παρα­πέρα πολιτική περιθωριοποίηση του κόμματος. Ή αλλιώς ένα ιδιόμορφο στάδιο μιας ιδιόμορφης δυαδικής εξουσίας η οποία θα εξελίσσεται με τις κοινωνικές και οικονομικές ανακατατάξεις και ισορροπίες που προσδιορίζει η περεστρόικα. Η περεστρόικα, η οποία στο πολιτικό επίπεδο ουσιαστικά οδηγεί γρήγορα στην αυτονόμηση και θεσμοθετημένη χειραφέτηση και έκφραση των μικροαστικών και αστικών στρωμάτων απέναντι στην εργατική τάξη, πράγμα που απαιτεί η οικονομική φιλελευθεροποίησή της.

Ο βραχνάς ανάπτυξης και η λαθροχειρία της Ν.Ε.Π.

Προωθώντας τις μεταβολές αυτές στο πολιτικό σύστημα η περεστρόικα ελπίζει στην ολοκλήρωση της κοινωνικοοικονομικής λειτουργίας αυτών των μικροαστικών και αστικών στρωμάτων, την οποία φαίνεται να θεωρεί και να προωθεί σαν αναγκαίο όρο της ανάπτυξης  που έχει γίνει η μαγική λέξη της περεστρόικα.

Εξ άλλου η ανάπτυξη και κύρια η αντίληψη για το είδος της ανάπτυξης έγινε ο βραχνάς της ΕΣΣΔ. Ο βραχνάς που κατά κύριο λόγο δεν είναι ποσοτικών οικονομικών μεγεθών, αλλά με κοινωνικοπολιτικά αίτια, με τα οποία αίτια είναι συναρτημένα ποιοτικά και ποσοτικά τα οικονομικά μεγέθη.

Αν και δεν μπορεί να μιλήσει κανείς εκφράζοντας με ακρίβεια την κατάσταση στην ΕΣΣΔ με κεφαλαιοκρατικούς όρους, μπορεί να εκφράσει όμως με προσέγγιση την γενική κατάσταση με το ότι στην ΕΣΣΔ η πραγματο­ποίηση του κεφαλαίου δεν ξεπέρασε κατά μεγάλο βαθμό τους όρους της ΑΠΟΛΥΤΗΣ ΥΠΕΡΑΞΙΑΣ.

Το πέρασμα ολοκληρωμένα στους όρους πραγματοποίησης της σχετικής υπεραξίας εμποδιζόταν και εμποδίζεται ακριβώς και από το σε ποιο βαθμό τα αστικά και μικροαστικά στρώματα λειτουργούσαν σαν τέτοια στην διαχείριση της εξουσίας, αλλά και αν ήταν ολοκληρωμένα στο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Αν υπήρχε αντιστοιχία στον χαρακτήρα και τη λειτουργία τους σ’ όλα αυτά τα επίπεδα.

Το κέρδος π.χ. για να λειτουργήσει ολοκληρωμένα σαν οικονομική κα­τηγορία όπως την προσδιορίζει η πολιτική οικονομία του καπιταλισμού θέλει και την αστική τάξη ολοκληρωμένη σε χαρακτηριστικά και λειτουργίες

Η αναφορά στην ΝΕΙΙ που επιχειρείται για να καλυφθεί ιδεολογικά και πολιτικά η περεστρόικα αποτελεί το λιγότερο λαθροχειρία.

Η ΝΕΠ αναφερόταν σε οικονομική και κοινωνική σχεδόν κυριαρχία της αστικής τάξης. Η ΝΕΠ δεν ωθούσε στην ολοκλήρωση της αστικής τάξης αλλά περιόριζε την κοινωνικοοικονομική της κυριαρχία και λειτουργία σε συνθήκη πολιτικής απομόνωσής της.

Η ΝΕΠ «επέτρεπε” απλά την εμπορευματική παραγωγή όταν η εμπορευματική παραγωγή κυριαρχούσε. Δεν  δημιουργούσε όρους κυριαρχίας της εμπορευματικής παραγωγής, όπως η περεστρόικα, όταν υποτίθεται ότι η σχεδιοποίηση έχει συντρίψει την εμπορευματική παραγωγή.

Η περεστρόικα βέβαια δεν αποτελεί το ξεστράτισμα μιας σωστής πορείας. Αποτελεί τη γραμμή αυτοδιαστρέβλωσης στο κοινωνικό, οικονομικό και πο­λιτικό επίπεδο με όρους και συνταγές όμως κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας του μετά το 1950 Σοβιετικού οικοδομήματος.

Η αιφνιδιαστικότητα στην σύγκληση της Κ.Ε. για τις αλλαγές, μετά την πραγματοποίηση μιας μεγάλης περιοδείας του Γκορμπατσόφ μέσα στην Σ.Ε. ήταν λίγο ως πολύ αποτέλεσμα της αντίληψης που απόκτησε, ότι χωρίς γρήγορο και αποφασιστικό ξεκαθάρισμα περεστρόικα δεν μπορεί να σταθεί.

Το κόμμα σαν γραφειοκρατία ή όχι πρέπει να παραμεριστεί από την εξουσία. Να υποταχθεί στην παλιά «δημοκρατική” κρατική εξουσία σή­μερα, και να αποκτήσει επιπλέον πολιτικούς ανταγωνιστές, διαμορφώνο­ντας και αποκαθιστώντας από ταξική άποψη την οικονομική πολιτική και κοινωνική αντιστοιχία στην σημερινή πραγματικότητα της ΕΣΣΔ.

Οι εξελίξεις θα πρέπει να περιμένουμε να αποκτήσουν χαρακτήρα χιο­νοστιβάδας .

Οι πρόσφατες εκλογές στην ΕΣΣΔ και η σημασία τους

«Σε μια πολύπλοκη και αντιφατική κατάσταση, κερδίσαμε την ισχυρή υποστήριξη των εργαζομένων στην πολιτική της ανασυγκρότησης, στη γραμμή του κόμματος. Αυτό είναι μάλλον το κύριο πολίτικο αποτέλεσμα των εκλογών» Αυτό δήλωσε ο Μ. Γκορμπατσόφ σχετικά με τις πρόσφατες εκλο­γές στη Σοβιετική Ένωση και πρόσθεσε: » Οι εκλογές επιβεβαίωσαν τις τεράστιες δυνατότητες για έκφραση των απόψεων και των συμφερόντων, που υπάρχουν στη σοσιαλιστική δημοκρατία»!!

 Είναι όμως έτσι τα πράγματα;

Όχι τόσο τ’ αποτελέσματα των εκλογών σε ποσοστά ψήφων, όσο οι εκλο­γές σαν μέρος μιας γενικότερης αναπροσαρμογής, αναδιάρθρωσης αλλά και ανατροπής του πολιτικού συστήματος στην ΕΣΣΔ αποτελούν κορυφαίο σταθμό των διαδικασιών, που δρομολόγησε επίσημα το 27ο συνέδριο.

Σαν οι πρώτες ελεύθερες εκλογές  αναγγέλθηκαν μετά το 1917!  Αναγ­γέλθηκαν τόσο από τα Δυτικά αλλά και από τα Σοβιετικά μέσα ενημέρωσης αν και βέβαια κάπως πιο διστακτικά.

Μετά τις τελευταίες ελεύθερες εκλογές του Τσάρου Νικολάου δηλαδή της Δούμας του Κερένσκυ, οι πρώτες ελεύθερες εκλογές μετά από 72χρονια του Γκορμπατσόφ… Ιδού το πρόβλημα λοιπόν των τελευταίων Σοβιετικών εκλογών! Το 1917 ο Λενινισμός! Η γραφειοκρατία, η παράλυση, η δια­φθορά δεν είναι παρά ο διάδρομος για να φτάσουμε στην καρδιά του προ­βλήματος το 1917!

Αυτό στέκεται βασικό εμπόδιο για να γίνει από διεφθαρμένη νομενκλατούρα, η ιθύνουσα τάξη στην ΕΣΣΔ, δημιουργική κεφαλαιοκρατία δυτικού τύπου!

Τα περί Στάλιν, εγκλημάτων, στασιμότητας κλπ. δεν είναι παρά το προπέτασμα για να φτάσουμε στην καρδιά του προβλήματος: Η επέλαση των προλεταρίων, στα χειμερινά ανάκτορα ! Να εξαλειφθεί σαν ιστορικός σταθμός το 1917.

Από τις ισορροπίες σε τεντωμένο σχοινί στις κοινωνικές συγκρούσεις

Δύο μέρες μετά τις εκλογές, οι ιθύνοντες της Δύσης, έβαλαν το πρό­βλημα ακόμη πιο ουσιαστικά και πιο συγκεκριμένα.

Δεν μπορεί λέει να υπάρξει ριζική πολιτική μεταβολή χωρίς να πε­ράσει η ΕΣΣΔ από ένα μεταβατικό στάδιο ! Δηλαδή χωρίς γενικευμένες κοινωνικές συγκρούσεις και ανατροπές πρώτα απ’ όλα σε κοινωνικό επίπεδο.

Στα πλαίσια αυτά συνεχίζουν οι ειδικοί της Δύσης, ο Γκορμπατσόφ θα κληθεί ν’ αποφασίσει με ποιούς τέλος πάντων είναι.

Θα καταφέρει να περάσει μ’ άλλα λόγια η ριζική ανατροπή μέσα από

το ίδιο το κόμμα είτε σαν Γκορμπατσοφική ανασυγκρότηση, είτε σαν πλατφόρμα Γέλτσιν, ή θα περάσει μέσα από τις εθνικιστικές πλατφόρμες των Δημοκρατιών, τα μέτωπα των διανοουμένων κλπ που ξεφυτρώνουν καθη­μερινά.

Αυτό πάντως που επισημαίνεται είναι ότι ο Γκορμπατσόφ με την περε­στρόικα του, δεν μπορεί για πολύ ακόμα να βαδίζει στο τεντωμένο σχοινί.

Οι μεταβατικές κοινωνίες δεν μπορούν να στηριχτούν στους παλιούς φορείς τους είτε για κοινωνικούς, είτε για πολίτικους πρόκειται.

Οι μεταβατικές κοινωνίες, δεν εξελίσσονται πάνω σε ομαλότητες, αλλά μέσα σε κλίμα των πιο έντονων κοινωνικών συγκρούσεων.

Η συντριπτική νίκη του Γιέλτσιν που αμέσως δήλωσε θερμός σύμμαχος του Γκορμπατσόφ, ο οποίος με τη σειρά του δεν έδειξε καθόλου  δυσαρεστημένος για την νίκη αυτή, μπορεί να δημιουργεί ελπίδες και αυταπάτες  πως μετά την Γκορμπατσοφική περεστρόικα, θα βαδίσουν ομαλά στη Γιελτσική μεν αλλά κομματική δε περεστρόικα.

Όμως πολύ γρήγορα τα πράγματα θα διαψεύσουν τις ελπίδες

Ο Γιέλτσιν σαν εναλλακτική λύση, μόνο έξω από το κόμμα και κόντρα σ’ αυτό μπορεί να υπάρξει.

Ριζική μεταβολή προϋποθέτει την ουσιαστική καταστροφή του ίδιου του κόμματος. Όχι βέβαια γιατί το κόμμα είναι εργατικό επαναστατικό λενινιστικό αν ήταν τέτοιο δεν θα μπορούσε να νικηθεί- αλλά γιατί η τάξη που το κυριαρχεί και το χρησιμοποιεί σαν μηχανισμό εξουσία της δεν μπορεί να υπερβεί τον εαυτό της τον ίδιο. Να ολοκληρωθεί σαν α­στική τάξη.

Οι Σοβιετικές εκλογές λοιπόν βάζουν στην ημερήσια διάταξη και με συγκεκριμένο τρόπο άμεσα πολιτικά προβλήματα,, αλλά και γενικότερα ιδεολογικά και θεωρητικά ζητήματα, που ξεκινούν από το 1917.

Ζητήματα που αφορούν ολόκληρο το σύστημα της σοβιετικής εξουσίας της δικτατορίας του προλεταριάτου, της μεταβατικής σοσιαλιστικής κοι­νωνίας, των οικονομικών νόμων της.

Τυπική κατάργηση των σοβιέτ σαν φορέων

Βέβαια η ουσιαστική κατάργηση των Σοβιέτ σαν φορείς εξουσίας της εργατικής τάξης και των συμμάχων της είχε συντελεστεί από αρκετές δεκαετίες. Αυτές οι εκλογές αποτέλεσαν μια μετωπική επίθεση και για την τυπική κατάργησή τους σαν μηχανισμού εξουσίας.

Και αυτό όχι γιατί οι εκλογές πήραν «παλλαϊκό” χαρακτήρα, αλλά γιατί ο αστικός κοινοβουλευτικός πλουραλισμός που αποτελεί την ουσία των εκλογών, αναδείχνεται πάνω από τα σοβιετικά όργανα.

Ακόμη και μια κοινοβουλευτικού τύπου παλλαϊκή έκφραση, θα μπορούσε να υπάρχει σε μια μεταβατική σοσιαλιστική κοινωνία, με αρμοδιότητες μέχρι και το επίπεδο διαχείρισης της εξουσίας, όμως κάτω από την απο­φασιστική εξουσία της εργατικής τάξης και των Σοβιέτ, τα οποία βέβαια θάταν πραγματικά ταξικά από κοινωνική άποψη, πολιτικά όργανα της εργα­τικής τάξης και των συμμάχων της.

Απέναντι σε μια τέτοια διαχείριση της εξουσίας, που θα ενσωμάτωνε ολόκληρο το πλέγμα των ταξικών αντιθέσεων και ταξικών συγκρούσεων που ενυπάρχουν σ’ ολόκληρη την μεταβατική σοσιαλιστική κοινωνία, τα σοβιέτ σαν έμμεση- έκφραση της εργατικής δημοκρατίας, αλλά και μηχανισμοί ενερ­γοποίησης κάθε μορφής άμεσης δημοκρατίας, θα ενεργοποιούσαν την πολι­τική δυναμική των εργατικών μαζών σ’ όλα τα επίπεδα.

Με τα σοβιέτ η δικτατορία του προλεταριάτου θα εκπλήρωνε τον ρόλο της, σαν δύναμης αντιθετικής απέναντι στο ίδιο το κράτος της και τον καταναγκασμό του, που έχει την βάση του, στο ότι οι ταξικές αντιθέσεις υπάρχουν στη μεταβατική σοσιαλιστική κοινωνία και από πολλές πλευρές οξύνονται.

Τα Σοβιέτ έτσι θάταν δύναμη καταναγκασμού απέναντι στην εκμεταλλευ­τική δράση και την αναπαραγωγή των κεφαλαιοκρατικών βάσεων και ταυτό­χρονα δύναμη πλέριας οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής απελευθέρω­σης της εργατικής τάξης.

Τέτοια βέβαια Σοβιέτ υπήρξαν για πολύ λίγο χρονικό διάστημα. Και η τέτοια προοπτική τους έσβησε μετά από μερικές επετείους του θανάτου του Λένιν.

Τα Σοβιέτ από πολιτικά όργανα της τάξης, έγιναν κομματικοί μηχανι­σμοί ελέγχου της τάξης. Η τάξη έχασε τα όργανα μέσω των οποίων επέ­βαλε την ηγεσία της στην κοινωνία και το κόμμα όπου άρχισαν να δυνα­μώνουν τ’ αστικά και μικροαστικά στοιχεία.

Το κόμμα στερήθηκε τη κοινωνική δύναμη που θα το υπεράσπιζε και θα το προστάτευε από την επίθεση άλωσής του από την αστική τάξη.

Έτσι ουσιαστικά η αντίθεση Κράτους-τάξης καλύφθηκε με την ταυτοποί­ηση κράτους-κόμματος και τάξης-κόμματος.

Το κόμμα σαν πολιτικός καθοδηγητής, δεν μπορούσε να δράσει ούτε προς την κατεύθυνση του κράτους, ούτε προς την κατεύθυνση των εργατι­κών μαζών.

Το κράτος αναπαρήγαγε τα ταξικά χαρακτηριστικά ενσωματώνοντας το κόμμα, το οποίο λειτουργούσε πια σαν διαμεσολαβητής αστικών ταξικών χαρακτηριστικών του κράτους προς την εργατική τάξη και όχι αντίστροφα σαν διαμεσολαβητής της εργατικής τάξης ενάντια στα χαρακτηριστικά ασ­τικής ταξικότητας του κράτους.

Η κατεύθυνση της περεστρόικα

Η Γκορμπατσοφική περεστρόικα και οι εκλογές της, θέλουν να λύσουν αυτήν την κατάσταση όμως σε ποια κατεύθυνση;

Αυτονομώντας το κράτος από το κόμμα και αχρηστεύοντας το σαν μηχα­νισμό εξουσίας.

Αυτονομώντας το κράτος από την τάξη στ’ όνομα της αυτονόμησης του από το κόμμα.

Το κόμμα τόσο στην ενότητα Κράτος-κόμμα, όσο και στην ενότητα κόμμα- τάξη συντρίβεται όχι για να αποκατασταθεί ο επαναστατικός ρόλος του, αλλά για ν’ αποκατασταθεί η πλέρια αντιστοιχία ταξικού κράτους και ταξι­κής κοινωνίας. Γιατί διαφορετικά άλλη μπορούσε και έπρεπε νάναι η πορεία και η ταξική φύση της περεστρόικα.

Μια πορεία που θα αποκαθιστούσε κατά πρώτο λόγο τα ταξικά και λενινιστικά χαρακτηριστικά του κόμματος.

Μια πορεία που θα αποκαθιστούσε την κυριαρχία στα Σοβιέτ της εργα­τικής τάξης και την κυριαρχία των Σοβιέτ στο κράτος.

Τότε μια Βουλή και μια κυβέρνηση σαν διαχειριστές μιας δοσμένης από ταξική άποψη εξουσίας.

Μια Βουλή και μια κυβέρνηση που θα απολογιόταν και θα ελεγχόταν από την εργατική τάξη άμεσα αλ/\ά και έμμεσα διά των Σοβιέτ, θα μπορούσε μέσω παλλαϊκής εκλογής να αντανακλά και τις συγκρούσεις των ταξικών συμφερόντων της Σοβιετικής κοινωνίας.

Όμως τα πράγματα είναι ακριβώς αντίθετα.

Η Βουλή και η Κυβέρνηση της άμεσης καθολικής εκλογής της περεστρόικα, έρχεται να επιβληθεί στα Σοβιέτ όσο και στο κόμμα για την ολοκληρωμένη παλινόρθωση.

Οι ιθύνοντες της Δύσης βλέπουν καθαρά το χέρι της που αγγίζει το 1917 και φυσικά το ενισχύουν.

Η περεστρόικα θα επιβληθεί μόνο αν επιβληθεί και συντρίψει και τον ίδιο τον Γκορμπατσόφ μαζί και τον Γιέλτσιν. Η Δύση το ξέρει πολύ καλά αυτό.

Περεστρόικα: η ολοκλήρωση του αναθεωρητισμού

Ο παρατηρούμενος σήμερα «διεθνικός» ανταγωνισμός, για την «ανάπτυξη» και την ΕΤΕ, έξω από κοινωνικές σχέσεις και όρους, είναι ανταγωνισμός που επέβαλε η κεφαλαιοκρατία και δυστυχώς, αυτός εκφράζει και ένα απο­φασιστικό μέτρο της ιδεολογικής επιβολής της.

Στο μεταπολεμικό σοσιαλιστικό στρατόπεδο, η περεστρόικα με το οικο­νομικό και ιδεολογικοπολιτικό της περιεχόμενο, έχει κυριαρχήσει σήμερα σαν στρατηγική εξόδου από την κρίση. Η περεστρόικα σημαδεύει μέσα στις γραμμές του κομμουνιστικού κινήματος, την νίκη του αναθεωρητισμού και της συγκλησιακής κατεύθυνσης που αυτός επέβαλε μεταπολεμικά σαν γραμμή πλεύσης του κομμουνιστικού κινήματος, τόσο στα ζητήματα οικοδό­μησης, όσο και στα ζητήματα της επανάστασης.

Με το 27ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ το Συνέδριο του ΚΚΣΕ το Συνέδριο της περεστρόικα, ο αναθεωρητισμός απόκτησε την ολοκληρωμένη πλατφόρμα προσχώρησης στην σοσιαλδημοκρατία και άνοιξε τον δρόμο για μια μακροπρόθεσμη συγχώνευση σοσιαλδημοκρατικών και κομμουνιστικών κομμάτων.

Η αναθεωρητική προσαρμογή του Μαρξισμού φτάνει σήμερα μέχρι τις πιο γενικές αρχές του διαλεκτικού υλισμού τις οποίες προσαρμόζει σε πραγμα­τιστική, θετικιστική κατεύθυνση, εχθρική στον Μαρξισμό, στον ιστορικό και διαλεκτικό υλισμό. Ο αναθεωρητισμός έχει οδηγήσει σήμερα τα πράγ­ματα, ώστε οι δύο κόσμοι που οριοθέτησε η Οχτωβριανή επανάσταση, να ταυτοποιούν τα μέτρα σύγκρισής τους.

Να είναι αυτά: ενέργεια – εργάτη, δολάρια – κάτοικο, ποσότητες τοξικών ουσιών – κυβικό εκατοστό αέρα, μονάδες εμπορευμάτων – προλετάριο.

Ο αναθεωρητισμός αφαίρεσε τον προλεταριακό προσδιορισμό του διεθνισμού και υιοθέτησε την αταξική διεθνοποίηση της οικονομικής πολιτικής, πο­λιτιστικής και κοινωνικής ζωής, με φυσικό επακόλουθο την διεθνική απο­δοχή του Δ.Ν.Τ. της διεθνούς τράπεζας, της ΕΟΚ κ.α.

Το χαρακτηριστικό των ημερών μας, των ήμερων της περεστρόικα, είναι ακόμη και η τυπική παραίτηση από έννοιες όπως, σοσιαλιστικό στρατόπεδο, σοσιαλιστική ολοκλήρωση, προλεταριακός διεθνισμός, πράγμα που δείχνει καθολική σχεδόν παραίτηση από την Μ-Λ θεωρία και πράξη.

Το κομμουνιστικό κίνημα, που κατά τεκμήριο εκπροσώπησε μεταπολεμικά τον τριτοδιεθνισμό, είναι αιχμάλωτο και σχεδόν αμήχανο της λεγάμενης «ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ» και της λατρείας της «ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ».

Ο αναθεωρητισμός έχει καταφέρει σε τελευταία ανάλυση, να μετατρέψει την κρίση της κεφαλαιοκρατίας, σε δική του κρίση και της πολίτικης του, στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού. Να μετατρέψει τα Κ.Κ., σε ουρά και εφεδρικές δυνάμεις του καπιταλισμού, στις κεφαλαιοκρατικές χώρες.

Μετά την τελευταία συμφωνία ΗΠΑ- ΕΣΣΔ

0 Ιμπεριαλισμός στο κατώφλι της μεταπυρηνικής εποχής, της ρομποτικής και της πληροφορικής, στο απόγειο μιας συνεχώς διευρυνόμενης ισχύος του, αντιμετωπίζει την πιο βαθιά και εκτεταμένη κρίση σήμερα..

Την κρίση αυτή φαίνεται να ξεπερνά προσωρινά, όχι με στρατιωτική σύγκρουση και επικράτηση, αλλά με πολίτικα μέσα. Ο ιμπεριαλισμός πετυχαίνοντας μια πολιτική νίκη προσπαθεί να περάσει σε μια ανασύν­ταξη και επαναδιάταξη των δυνάμεών του. Ανιχνεύει τους δρόμους μιας ανασύνθεσης της κεφαλαιοκρατικής διαδικασίας παραγωγής ολοκληρω­τικού χαρακτήρα.

Η κρίση της Σ.Ε. και του υπαρκτού σοσιαλισμού, υπήρξε η δική του προσωρινή διέξοδος.

Η κρίση στις χώρες αυτές, αν και εκδηλώνεται σε διαφορετικά επί­πεδα, έχει στη βάση της τις ίδιες αιτίες.

Γι’ αυτό εξ άλλου και τα φαινόμενα της κρίσης παρουσιάζουν παράλληλα χαρακτηριστικά. Η κύρια και βασική διαφορά τους ήταν ότι  οι χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, αν και βρίσκονταν και αυτές στην ιδεολογικο­πολιτική τροχιά της ΈΤΕ, στα οικονομικά αποτελέσματα, βρέθηκαν έξω απ’ αυτή.

Τα ιθύνοντα στρώματα στις χώρες αυτές, αν και λατρευτικά ενατένιζαν την ΕΤΕ, περισσότερο αρκέστηκαν να απολαμβάνουν, τα εισαγόμενα αποτε­λέσματα της από την Δύση.

Τα στρώματα αυτά, όχι μόνο δεν μπόρεσαν να εκφράσουν στο ιδεολογι­κοπολιτικό ή οικονομικό επίπεδο την δυναμική της εργατικής τάξης, αλλά στάθηκαν αδύνατον να αντιγράφουν έστω και με σχετική επιτυχία τους ταξικούς τους συγγενείς της Δύσης.

Η τελευταία Αμερικανοσοβιετική συμφωνία, που οι οικονομικοπολιτικές βάσεις και προεκτάσεις της αποκαλύπτονται καθημερινά, ουσιαστικά, περι­έχει την παραχώρηση στον ιμπεριαλισμό σαν ζωτικό χώρο του, το σοσια­λιστικό στρατόπεδο. Η συμφωνία αυτή, η οποία επισημοποιεί και προ­διαγράφει τους όρους αυτής της παραχώρησης, δίνει ήδη μια πρόσκαιρη διέξοδο στις ενδοιμπεριαλιστικές αντιθέσεις, καθώς αποκαθιστά  μια ισορ­ροπία στους ανταγωνισμούς των τριών ιμπεριαλιστικών κέντρων.

Η αμερικανοσοβιετική συμφωνία πολιτική νίκη του ιμπεριαλισμού

Ο Αμερικάνικος ιμπεριαλισμός (με τον Ρήγκαν), συμφώνησε τελικά σε ένα πολιτικό συμβιβασμό, που αποτελεί πολιτική νίκη της στρατηγικής του, αντί της στρατιωτικής ολοκληρωτικής επικράτησης, αφενός, γιατί η πυρηνική εποχή επέβαλε μια στρατιωτική ισορροπία στον στρατιωτικό τομέα. Και αφετέρου, γιατί η ΕΤΕ για να προχωρήσει και να εξυπηρε­τήσει την κεφαλαιοκρατική σώρευση, απαιτεί μια ανώτερη και πιο ολοκληρωτική στρατιωτική στρατηγική οπλικών συστημάτων.

Το δόγμα της στρατηγικής άμυνας, ανιχνεύει αυτή την στρατηγική, παράλληλα με τον τρόπο που η κεφαλαιοκρατία ανιχνεύει, την ανασύν­θεση της διαδικασίας παραγωγής της, σε πιο ολοκληρωτικές κατευθύνσεις.

Στο μεταίχμιο αυτών των αναζητήσεων, η συμφωνία αυτή, αντικειμε­νικά εξυπηρετεί και ανακουφίζει την κεφαλαιοκρατία, καθώς λειτουργεί σαν προσωρινός εναλλακτικός δρόμος, για το προχώρημα της σώρευσης στον καπιταλισμό.

Η Αμερικανοσοβιετική συμφωνία, δεν είναι και ούτε θα μπορούσε να είναι, μια συμφωνία για το μοίρασμα του κόσμου ανάμεσα στους δύο ισχυρούς.

Η Αμερικανοσοβιετική συμφωνία όμως, έχοντας οικονομικοπολιτικούς αντικειμενικούς όρους, αποδεσμεύει εξελίξεις σε διεθνή κλίμακα, σύμ­φωνες στις βασικές τους κατευθύνσεις, με αυτούς τους όρους.

Έτσι πρέπει να δούμε τις εξελίξεις και στις περιφερειακές συγκρού­σεις και τις τάσεις των εξελίξεων, πιο συνολικά στην περιφέρεια, είτε πρόκειται για τον πόλεμο ΙΡΑΝ-ΙΡΑΚ, είτε το Κυπριακό, το Αφγανιστάν, Αλγερία….Χιλή κ.α.

Η άμβλυνση των περιφερειακών συγκρούσεων, προπαγανδίζεται σαν θε­τική εξέλιξη, γιατί σταμάτησε επιτέλους η σφαγή των λαών.

Τέτοια θετικά δημιουργήματα, η ιστορία της ταξικής πάλης δεν τα αναγνωρίζει, γιατί θα έλυνε μια και καλή θετικά το πρόβλημα, όταν οι λαοί θα έσφαζαν τις κυρίαρχες τάξεις.

Με την προσωρινή άμβλυνση τους, οι συγκρούσεις στην περιφέρεια, έκλεισαν μια φάση κάτω και από τη δυναμική της Αμερικανοσοβιετικής συμφωνίας, με αποτελέσματα που βρίσκονται σύμφωνα με τις κύριες κατευ­θύνσεις αυτής της συμφωνίας και είχαν νικητές και ηττημένους. Νικητές τις αστικές τάξεις και ηττημένους τούς λαούς και την εργατική τάξη.

Οι εξελίξεις τόσο στις περιφερειακές συγκρούσεις, όσο και στο εσω­τερικό των περιφερειακών κρατών, έχουν κατεύθυνση την πιο ολοκληρωμένη νίκη των αστικών τάξεων και την ολοκλήρωση του αντεπαναστατικού προσα­νατολισμού, των εθνικοανεξαρτησιακών και εθνικοδημοκρατικών επαναστάσεων.

Οι εξελίξεις συνολικά στις χώρες αυτές, στον οικονομικό τομέα, επι­διώκουν την αναζωογόνησή τους, μέσω μιας ανάπτυξης, ώστε να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της ιμπεριαλιστικής οικονομικής επεκτατικότητας. Αυτή είναι η φιλοσοφία της βοήθειας προς τον τρίτο κόσμο είτε σαν προγράμματα του ΟΗΕ, είτε σαν Αμερικάνικη βοήθεια, είτε σαν προγράμματα της ΕΟΚ.

Στο κοινωνικοπολιτικό επίπεδο, η κατεύθυνση τους είναι μαζί με την αποκατάσταση της ταξικής καθαρότητας της εξουσίας, ένα πολιτικό εποι­κοδόμημα, αντίστοιχο του αναπτυξιακού οικονομικού φιλελευθερισμού, λίγο ως πολύ όμοιο, με το αστικοκοινοβουλευτικό εποικοδόμημα των ιμπε­ριαλιστικών κέντρων.

Η δυναμική των εξελίξεων

Αυτό που πρέπει να σημειώσουμε, είναι, ότι οι αντικειμενικοί όροι που οδηγούν την αντίθεση κεφαλαίου- εργασίας, σήμερα τις προσδίδουν εκρηκτικές και καθολικές διαστάσεις.

Όμως ταυτόχρονα πρέπει να σημειώσουμε μια σταθεροποίηση και επέκ­ταση της κεφαλαιοκρατίας, με σημαντικές πολίτικες νίκες.

Όμως επίσης πρέπει να σημειώσουμε, ότι αυτή η κεφαλαιοκρατική  σταθεροποίηση και επέκταση δεν στηρίζεται στο ξεπέρασμα των αδιεξόδων του, ούτε καν σε μεσοπρόθεσμη βάση.

Δεν είναι ξεπέρασμα, όπως π.χ. το πέρασμα του καπιταλισμού στην μηχανοποίηση, στη χημεία, ή στον αυτοματισμό, μεταπολεμικά.

Στα περάσματα αυτά η αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας οξυνόταν σε τερά­στιο βαθμό, αλλά η κεφαλαιοκρατία κατάφερνε να λύνει αντιθέσεις προς όφελος της, στοιχειακού χαρακτήρα στην παραγωγική διαδικασία.

Σήμερα η ρομποτική πληροφορική, παράλληλα με την συνολική όξυνση της αντίθεσης κεφαλαίου-εργασίας, την οδηγεί στα στοιχειακά μέρη της σε τέτοια όξυνση, που ουσιαστικά βάζει ζήτημα άμεσης καθολικής κατα­στροφής της στοιχειακής βάσης, της παραγωγικής διαδικασίας.

Η διέξοδος, στην επαναστατική επανασυγκρότηση του Μαρξιστικού Λενινιστικού  κινήματος

Η διέξοδος στην κρίση της κεφαλαιοκρατίας είναι προσωρινή, εντατι­κού χαρακτήρα και όχι αποτέλεσμα ξεπεράσματος εγγενών αντιθέσεων.

Οφείλεται κατά κύριο λόγο, στην καθυστέρηση της ανάπτυξης του σο­σιαλισμού, της κρίσης αυτών των χωρών.

Γι’ αυτό η σταθεροποίησή του είναι προσωρινή και φαινομενική.

Έτσι όσο και αν αυτές οι εξελίξεις κάνουν να φαίνεται μακρινή υπό­θεση η επαναστατική διέξοδος, επιταχύνεται η σώρευση των αντικειμενι­κών και υποκειμενικών όρων, για επαναστατικές ανατροπές και μάλιστα μέσα στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις.

Μάλιστα οι υποκειμενικοί όροι, θα σωρεύονται πιο γοργά από κάθε άλλη ιστορική περίοδο. Οδηγώντας στην αναγέννηση του επαναστατικού κινήματος, την Μ-Λ αναζωογόνηση και επανασυγκρότηση του.

Η περεστρόικα από την άποψη αυτή, είναι το τέλος και η αρχή ενός δρόμου. Σφραγίζει την χρεωκοπία του αναθεωρητισμού και αντικειμενικά οδηγεί τόσο στο εσωτερικό, όσο και σε διεθνές επίπεδο, σε ευρύτερες συγκρούσεις για την Μ-Λ επανασυγκρότηση, του επαναστατικού κινήματος.

Με την περεστρόικα, η κηδεμόνευση από μια νέου τύπου μπουρζουαζία, δέχεται το πιο ισχυρό πλήγμα.

Έτσι η περεστρόικα δεν αποτελεί, παρά την «νεανική” δυναμική της θρίαμβο του αναθεωρητισμού, αλλά έκφραση των εκρηκτικών αδιεξόδων.

Αποτελεί, την τελευταία γραμμή άμυνας του αναθεωρητισμού και ταυτό­χρονα βέβαια, την τελική γραμμή επίθεσης, των μικροαστικών και αστικών στρωμάτων, για μια ολοκληρωμένη κοινωνική ανατροπή.

Προσδιορίζει έτσι, μια προσωρινή μεταβατική κατάσταση, εξισορρόπησης των οξυμένων ταξικών αντιθέσεων, που βάζουν επί τάπητος το ζήτημα της εξουσίας και της ταξικής της καθαρότητας.

Η απαίτηση αυτή, που πηγάζει από τούς ίδιους τους οικονομικούς στό­χους της περεστρόικα, θα οδηγήσει σχετικά σύντομα στο ξεπέρασμα των ισορροπιών της, βάζοντας συνολικότερα αντιμέτωπους την εργατική τάξη με τα μικροαστικά και αστικά στρώματα, με συγκρούσεις που θα περιλάβουν και τα ίδια τα κομμουνιστικά κόμματα.

Τα αποτελέσματα αυτά των συγκρούσεων δεν είναι δοσμένα. Θα εξαρτηθούν, τόσο από το μέγεθος της δυναμικής που περιέχουν οι οικοδομημένες σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισ­μού, αλλά και από τις εξελίξεις στο επαναστατικό κίνημα στις χώρες της κεφαλαιοκρατίας.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ στις κριτικές της ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ

του Μιχάλη Βασιλάκη,  γραμματέα του Εργατικού Αντιιμπεριαλιστικού Μετώπου

Στις 15 Νοέμβρη συνήλθε  στη Ν. Υόρκη το φόρουμ G20 του παγκόσμιου ηγετικού καπιταλιστικού μπλοκ με θέμα την επανίδρυση του «ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ» κατά τον κ. Σαρκοζί.

Ο όρος που χρησιμοποιείται ολοένα και περισσότερο από πολιτικούς ηγέτες των ιμπεριαλιστικών  μητροπόλεων, αρκεί από μόνος του για να προσδιορίσει την έκταση, το βάθος αλλά και τις αιτίες της κρίσης που αγκαλιάζει την υφήλιο.

Αν και η σημερινή κρίση περιέχει και εκδηλώνονται στην εξέλιξή της και όλα τα στοιχεία των περιοδικών κυκλικών καπιταλιστικών κρίσεων, όλες οι προσεγγίσεις της με τα παραδοσιακά μοντέλα – θεωρίες της ελεύθερης αγοράς αποδείχνονται ανεπαρκείς και προβληματικές. Είναι φανερό πως δεν βρισκόμαστε μπροστά μόνο σε μια οικονομική κρίση και μάλιστα απλή, αλλά σε μια γενικευμένη οικονομική και κοινωνικοπολιτική κρίση.

Για την διαπίστωση αυτή αρκούν μερικές παρατηρήσεις.

Για πρώτη φορά στην ιστορία του καπιταλισμού, η κρίση προσλαμβάνει τόσο γενικευμένο και παγκόσμιο χαρακτήρα. Δεν αφορά μόνο μια χώρα ή μια ομάδα χωρών, αλλά όλες μαζί ταυτόχρονα.

Εκδηλώνεται με τον ίδιο τρόπο και τα ίδια χαρακτηριστικά σε όλες τις χώρες.

Αν και ενεργοποιήθηκε με πρωτοφανή παγκόσμιο συντονισμό όλο το παραδοσιακό καπιταλιστικό οπλοστάσιο, αυτό στέκεται ανεπαρκές όχι μόνο για μια αποτελεσματική αντιμετώπισή της, αλλά έστω για να μετριάσει τις εκδηλώσεις και τις συνέπειές της.

ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ, Ο ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΗΓΕΜΟΝΑΣ

Η πορεία της παγκόσμιας κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού, κατέστησε το χρηματιστηριακό κεφάλαιο παγκόσμιο ηγεμόνα της οικονομίας, γιατί έτσι το χρηματιστηριακό κεφάλαιο ανταποκρινόταν και αντιστοιχούσε στους οικονομικούς , κοινωνικούς και πολιτικούς όρους διαμόρφωσης του νεοφιλελευθερισμού σε παγκόσμιο σύστημα.

Στην πορεία αυτή το χρηματιστηριακό κεφάλαιο ουσιαστικά αυτονομήθηκε από τον καθαυτό παραγωγικό κύκλο μιας εθνικής αγοράς και τις δεσμεύσεις της, αναλαμβάνοντας οικονομικές και πολιτικές λειτουργίες παγκόσμιας εμβέλειας.

Ρύθμιζε με πρωτοφανή αυτοματισμό τις διακλαδικές και ενδοκλαδικές σχέσεις της οικονομίας, τη νομισματική κυκλοφορία, την πίστη, διαχειριζόταν τον πληθωρισμό, ρύθμιζε την εκδήλωση των οικονομικών κρίσεων και την μεταφορά τους από περιοχή σε περιοχή, καθόριζε τους όρους σώρευσης, συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, δημιουργούσε τους όρους λειτουργίας και αναπαραγωγής του κεφαλαίου με βάση το μέγιστο κέρδος, ενεργοποιούσε κάθε οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό όρο που μπορούσε να δράσει σαν αντεπιδραστικό αίτιο στην πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους.

Το χρηματιστηριακό κεφάλαιο ενσωματώνοντας και ολοκληρώνοντας τα χαρακτηριστικά του μονοπωλιακού κεφαλαίου και του διεθνικού μονοπωλίου, μπορεί να θεωρηθεί ότι υποκαθιστά το μονοπώλιο και τις λειτουργίες του σαν βασικής οικονομικής μονάδας του ιμπεριαλισμού μέσω της οποίας ασκείται η καπιταλιστική ιδιοκτησία και ρυθμίζεται η καπιταλιστική αναπαραγωγή στη φάση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.

Σαν τέτοιο  το χρηματιστηριακό κεφάλαιο προσδιορίζει και προσδιορίζεται από εξαιρετικά σοβαρές τροποποιήσεις στην οικονομική βάση (παραγωγικές δυνάμεις και παραγωγικές σχέσεις) αλλά και στο εποικοδόμημα (περιεχόμενο και μορφές της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας) στην αστικοκοινοβουλευτική της έκφραση.

Ένας φανταστικός  κόσμος υποκαθιστά τον πραγματικό κόσμο, όπως το άυλο φανταστικό χρήμα της πίστης, υποκαθιστά την μεταμόρφωση των εμπορευμάτων στο πραγματικό κύκλο Χρήμα- Εμπόρευμα-Χρήμα. Το πρόβλημα εμφανίζεται όταν το καπιταλιστικό βαμπίρ του νεοφιλελευθερισμού απαιτεί όχι μια απλή υποκατάστασή , αλλά και την αντικατάσταση του  πραγματικού κόσμου

Συμπερασματικά βρισκόμαστε μπροστά σε ένα νέο κοινωνικό καταμερισμό εργασίας σε εθνικό και διεθνικό επίπεδο όπως και στη διαμόρφωση ενός κοινωνικοπολιτικού ολοκληρωτισμού, που δεν αποτελεί μερική ή συγκυριακή μόνο παρέκβαση από την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, αλλά άρνηση όλων των βασικών αρχών της.

ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΒΑΘΡΑ ΤΟΥ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ

ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ

Οι καθημερινές παγκόσμιες γυροβολιές του χρηματιστηριακού  κεφαλαίου στην διάρκεια της κρίσης αποκαλύπτουν ότι η καπιταλιστική αναπαραγωγή στη νεοφιλελεύθερη φάση της, δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μονό με όρους μέγιστου κέρδους!!

Η πραγματοποίησή του όμως δεν οφείλεται στις μαγικές χρηματιστηριακές και τραπεζικές πράξεις των τουρμποκαπιταλιστών – golden–boys – αλλά στην διαμόρφωση αντίστοιχων οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών όρων.

Η διαμόρφωση αυτών των όρων οξύνει όλες τις υπάρχουσες  αντιφάσεις και αντιθέσεις της καπιταλιστικής αναπαραγωγής, αλλά δημιουργεί και νέες, καθώς μ’ αυτούς ο νεοφιλελευθερισμός οδηγεί στα πιο ακραία όρια ισχύος των νόμων της καπιταλιστικής αναπαραγωγής. Ουσιαστικά το κεφάλαιο τείνει ν’ αρνηθεί τον εαυτό του, για να μπορέσει να συνεχίσει να υπάρχει και ν’ αναπαράγεται σαν τέτοιο. Να υπάρχει σαν εκμεταλλευτική κοινωνική σχέση.

Η «ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ» της καταστροφικής δύναμης του κεφαλαίου, που επικαλούνται οι ιδεολόγοι του νεοφιλελευθερισμού, κλείνει το μάτι σ΄ ένα πιο γενικευμένο περιφερειακό ή παγκόσμιο πόλεμο σαν λύση στα προβλήματα της σημερινής κρίσης. Οι πόλεμοι στο Ιράκ, το Αφγανιστάν, κ.λ.π. δεν φτάνουν να δώσουν απάντηση και διεξόδους στην κρίση.

Η παγκόσμια κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού σ΄όλα τα επίπεδα οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό και στην ιδεολογία, βασίστηκε στη δυνατότητά του ν’ απαντήσει στο εικοσαετές τέλμα της καπιταλιστικής αναπαραγωγής που εντεινόταν από τις αρχές της δεκαετίας του ’60, εκδηλωνόταν με ολοένα και πιο συχνές κυκλικές κρίσεις και οφειλόταν στην συνεχώς αυξανόμενη πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους.

Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 είχαν δημιουργηθεί οι όροι και σ’ επίπεδο διεθνών συσχετισμών και σχέσεων για την μεγάλη έφοδο του νεοφιλελευθερισμού. Οι εξελίξεις  στην Κίνα με την επικράτηση του Τενγκ-Χσιάο-Πινγκ και της πλατφόρμας του, την οδηγούσαν σ’ένα ακραίο νεοφιλελεύθερο μόρφωμα με αλματώδη ανάπτυξη των παραγωγικών της δυνάμεων. Το γεγονός ολοκλήρωνε την περικύκλωση του Σοβιετικού στρατοπέδου, στο οποίο τα κρισιακά φαινόμενα ήταν πολύ πιο έντονα από την ιμπεριαλιστική Δύση. Η αποδιάρθρωση του Σοβιετικού στρατοπέδου που ήταν αναπόφευκτη επιταχύνθηκε ραγδαία επεκτείνοντας τον γεωπολιτικό χώρο του δυτικού ιμπεριαλισμού. Η επανένωση της παγκόσμιας κεφαλαιοκρατικής αγοράς που συντελέστηκε και τυπικά, ολοκλήρωσε μια στρατηγική ήττα του εργατικού κινήματος που παραδόθηκε σχεδόν αφοπλισμένο στην ολοκληρωτική επίθεση του νεοφιλελευθερισμού.

ΟΙ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ

Η απάντηση στη μεγενθυμένη πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους που προκαλούσαν οι ρυθμοί αύξησης της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου την εποχή μιας εξαιρετικής επιστημονικοτεχνολογικής έκρηξης, απαιτούσε μια νέα οικονομετρία του κοινωνικού χωροχρόνου. Μέσα απ’ αυτή την οικονομετρία η κεφαλαιοκρατική αναπαραγωγή θα αύξαινε δραστικά πολλαπλασιαστικά την μάζα της παραγόμενης υπεραξίας γενικά και της σχετικής υπεραξίας ειδικά, μεγιστοποιώντας την συστολή του χρόνου και την διαστολή του χώρου και αντίστροφα , για την κεφαλαιοκρατική αναπαραγωγή.

Η νέα οικονομετρία, η πολιτική πλατφόρμα του νεοφιλελευθερισμού θα περιλάμβανε έτσι τρεις βασικού παράγοντες της κοινωνικής αναπαραγωγής που επηρέαζαν και καθόριζαν την λειτουργία των νόμων της καπιταλιστικής αναπαραγωγής.

  • Εργασία γενικά και μισθωτή εργασία ειδικά
  • Ελευθερία (εκτατική και εντατική) δράσης του κεφαλαίου
  • Ηθική υπαξίωση του κεφαλαίου και του κοινωνικού προϊόντος

Η βίαιη και με πολιτικού όρους μέγιστη απόσπαση αναγκαίας εργασίας προς την μεριά της υπερεργασίας περιέχει την πλήρη αμφισβήτηση της εργασίας σαν κοινωνικής σχέσης.

Η νέα οικονομετρία περιθωριοποιεί και ουσιαστικά δεν εντάσσει την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης στους όρους της κοινωνικής αναπαραγωγής άρα και την κατανάλωση της εργατικής τάξης στην διαδικασία της κεφαλαιοκρατικής αναπαραγωγής.

Οι κοινωνικές προσαρμογές στη σφαίρα της μισθωτής εργασίας πρέπει να υπηρετούν αυτή την κατεύθυνση ταυτόχρονα με την ένταξη στο καπιταλιστικό προτσές εργασίας του μέγιστου βιολογικού χρόνου του ανθρώπου, στο χώρο και το χρόνο.

Όλα τα κοινωνικά στάτους που προσδιόριζε η μισθωτή μορφή εργασίας για την κατανάλωση της εργατικής δύναμης, πρέπει να ανατραπούν.

  • Σταθερότητα της εργασίας.
  • Εργασιακός χώρος,
  • Εργασιακός χρόνος,
  • Εργασιακή ειδικότητα,
  • Εργασιακή και συνταξιοδοτική ηλικία,
  • Ασφάλιση,
  • Μισθός και ημερομίσθιο,
  • Συλλογικές συμβάσεις,
  • Συνδικαλιστικά δικαιώματα και ελευθερίες.

Η αποειδίκευση  της εργασίας που αντικειμενικά περιέχεται στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, αξιοποιείται από το κεφάλαιο για την απογνωσιολογικοποίηση της εργασίας και την επιβολή μιας χωρίς όρια διαφορικοποίησης στην αμοιβή της εργασίας προς τα κάτω.

Η επιχειρηματικότητα δεν αξιολογεί πια μόνο την εργασία, γίνεται μέτρο του ποσού της εργασίας και της εργατικής δύναμης που καταναλώνεται για αυτή.

Δεν είναι η διάρκεια της εργασίας, δηλαδή ο χρόνος κατανάλωσης της εργατικής δύναμης που μετράει ποσοτικά την εργασία αλλά αντίστροφα. Η εργασία και τ’ αποτελέσματά της με το ρολόι της επιχειρηματικότητας μετρούν τον χρόνο.

Το νεοφιλελεύθερο ρολόι της καπιταλιστικής αναπαραγωγής συστέλλει και διαστέλλει τον κοινωνικό χωροχρόνο τείνοντας στη μετάλλαξη ολόκληρης της αναγκαίας εργασίας σε υπερεργασία αλλά και στην άλωση κάθε θύλακα ελεύθερου χρόνου και ανθρώπινης δραστηριότητας από το καπιταλιστικό προτσές εργασίας. Σχεδόν το σύνολο του κοινωνικά ελεύθερου χρόνου που εμπεριέχεται στους τομείς του αθλητισμού, του πολιτισμού, της γνώσης, της υγείας, εντάσσονται σ’ αυτό το προτσές, με όρους απόλυτης ιδιοποίησης της εργασίας από το κεφάλαιο.

Η μέγιστη δυνατή ποσότητα κεφαλαίου πρέπει να μπαίνει στην σφαίρα της κυκλοφορίας, της οποίας ταυτόχρονα ο χρόνος πρέπει να ελαχιστοποιείται, για ν’ αυξάνεται η μάζα και το ποσοστό του κέρδους. Το χρηματιστηριακό κεφάλαιο με τις διάφορες μορφές του  ανταποκρίνεται και στα δύο, σαν βασική δομική μονάδα της καπιταλιστικής αναπαραγωγής με την οποία ο ιμπεριαλισμός ολοκληρώνεται στην φάση της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης.

Στη θέση της κατανάλωσης (που περιθωριοποιείται) της εργατικής τάξης με την οποία βάζει στην κυκλοφορία την αξία της εργατικής δύναμης που κατανάλωσε στην παραγωγική διαδικασία, μπαίνει η κατανάλωση των στρωμάτων της επιχειρηματικότητας που ασκούν ή διαχειρίζονται την ιδιοκτησία, τα στρώματα που διαμορφώνονται σε καταναλωτικές κάστες μεσαίων έως και μυθικών εισοδημάτων, οδηγώντας ουσιαστικά την γενικότερη κοινωνική αναπαραγωγή σε παραγωγική και καταναλωτική ασυμμετρία.

Η ηθική υπαξίωση του κεφαλαίου και του κοινωνικού προϊόντος αναφύεται βέβαια σαν τάση μέσα από την άνοδο των παραγωγικών δυνάμεων. Αυτή η ηθική υπαξίωση ενεργούσε σαν αντεπιδραστικό  αίτιο στην πτωτική τάση του ποσοστού του κέρδους και ενίσχυε την κινητοποίηση ευρύτερων παραγωγικών δυνάμεων (κεφαλαίου και εργατικής δύναμης), πράγμα που ίσχυε στον προμονοπωλιακό καπιταλισμό αλλά και σε σημαντικά μεγάλη περίοδο του μονοπωλιακού καπιταλισμού.

Αυτή ακριβώς τη λειτουργία της, ο θεμελιωτής ιδεολόγος του νεοφιλελευθερισμού  ΦΡΙΝΤΜΑΝ παρουσίασε σαν «ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ» της καταστροφικής δύναμης (υπαξίωση του κεφαλαίου) του καπιταλισμού. Δημιουργικότητα και καταστροφή που θα ρύθμιζε εξισορροπητικά ο ανταγωνισμός της ελεύθερης αγοράς. Η ηθική υπαξίωση του κεφαλαίου με το νεοφιλελευθερισμό, μεταμορφώθηκε από αντεπιδραστικό αίτιο στην πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους, σε παράγοντα αποκλειστικά πραγματοποίησης του μέγιστου κέρδους, προσαρμόζοντας την κοινωνική αναπαραγωγή μόνο σένα μειοψηφικό πληθυσμό κάθε κοινωνικού σχηματισμού που το ποσοστό του στο συνολικό πληθυσμό συνεχώς και επιταχυνόμενα, μικραίνει.

Η μαζική ηθική υπαξίωση κεφαλαίου και κοινωνικού προϊόντος, υποκαταστάθηκε με την  «παραγωγή»  άυλου φανταστικού πλούτου που η βαμπιρική του ύπαρξη ενσωματώνει και μελλοντικό κοινωνικό χρόνο.

Αυτό το κοινωνικό βαμπίρ ανταλλάσσεται από την κοινωνική μειοψηφία του ασύμμετρου καταναλωτισμού με πραγματικό πλούτο διαμέσου του χρηματιστηριακού κεφαλαίου.

Αυτό το φανταστικό πλούτο ή τον ηθικά κατεστραμμένο πραγματικό πλούτο, αντικατασταίνουν στα χαρτοφυλάκια του χρηματιστηριακού κεφαλαίου τα τρις ευρώ που ανακοινώνονται από τις κυβερνήσεις του καπιταλιστικού κόσμου σαν στήριξη στην αγορά. Με αυτές τις ρυθμίσεις ο κόσμος καλείται να μπει στην επόμενη πιο  τρομακτική φάση της νεοφιλελεύθερης βαρβαρότητας και κρίσης

ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΑΣ

Το κλασικό καπιταλιστικό «έθνος – κράτος» στο οποίο βάθρο και πυλώνας του είναι η αντιθετική ενότητα-συμμαχία «εθνικό κεφάλαιο – μισθωτή εργασία» όχι μόνο δεν  μπορεί ν’ ανταποκριθεί στη νέα οικονομετρία του κοινωνικού  χωροχρόνου, αλλά την αντιστρατεύεται και από τους δύο πόλους της.

Οι προσαρμογές στην οικονομική βάση και το εποικοδόμημα που απαιτεί η νεοφιλελεύθερη διαχείριση, δεν μπορούν να υλοποιηθούν χωρίς την διάσπαση αυτής της ενότητας. Το κεφάλαιο πρέπει ν’ απαλλαχτεί από κάθε δέσμευση που προσδιορίζει η μισθωτή εργασία, αλλά και από οποιοδήποτε άλλο ιστορικά διαμορφωμένο εθνικό χαρακτηριστικό. Η εργασία θα υπάγεται στο κεφάλαιο γενικά και όχι μόνο η κύρια διαμέσου του εθνικού κεφαλαίου. Καμιά συμμαχία κοινωνικών συμφερόντων με εθνικά χαρακτηριστικά που να εδράζεται στο κεφάλαιο και την μισθωτή εργασία δεν είναι πια δυνατή για να διαμορφώνει και την ανάλογη πολιτική ισχύ του καπιταλιστικού κράτους.

Το νέο κράτος οφείλει να διασφαλίζει πλήρως την ιμπεριαλιστική λειτουργία του κεφαλαίου τόσο μέσα  όσο και έξω από τα όρια του εθνικού κοινωνικού σχηματισμού. Απ’ αυτή ακριβώς την λειτουργία του και την αποτελεσματικότητα στην άσκησή της το νεοφιλελεύθερο κράτος αντλεί την πολιτική του ισχύ. Με αυτή την πολιτική ισχύ, το νέο κράτος διεκδικεί μια θέση στην ανταγωνιστική παγκόσμια ιμπεριαλιστική αλυσίδα.

Οι θεσμοί του λειτουργούν με όρους μάνατζμεντ και η πολιτική του ηγεσία ως μάνατζερ . Το εποικοδόμημα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας υποκαθίσταται από ένα παράκεντρο κράτος, που διαχειρίζεται την πραγματική εξουσία περιθωριοποιώντας κάθε θεσμό και πολιτικό όργανο εξουσίας για τα οποία κύρια αποστολή έχει απομείνει η διαχείριση της καταστολής στο κοινωνικό, πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο. Η διαχείριση της εργασιακής και κοινωνικής ανασφάλειας που παράγει ο νεοφιλελευθερισμός μαζικά. Η διεθνοποίηση της οικονομικής, κοινωνικής, πολιτικής και πολιτιστικής ζωής έχει αντικειμενικούς όρους. Αναδείχνεται σαν εσωτερική δυναμική της ιστορικής εξέλιξης κάθε κοινωνικού σχηματισμού. Το μπλοκάρισμα της επόμενα με οποιοδήποτε τρόπο αντανακλά στοιχεία και φαινόμενα κρίσης στην ιστορική εξέλιξη του κοινωνικού σχηματισμού. Όμως η διεθνοποίηση δεν είναι μια ουδέτερη καθαρή διαδικασία. Συντελείται  με όρους ταξικούς τους οποίους οφείλει να αναπαράγει, να επεκτείνει και να βαθαίνει τόσο προς τα έξω όσο και προς το εσωτερικό του κοινωνικού σχηματισμού. Η ουσία έτσι βρίσκεται στο περιεχόμενο και τη μορφή της διεθνοποίησης, στο ταξικό της περιεχόμενο. Η άρση της διαλεκτικής αντίθεσης ανάμεσα στο «εθνικό και το διεθνικό» που μπλοκάρει την εξέλιξη και δημιουργεί την κρίση δεν μπορεί παρά να συντελεστεί με ένα ποιοτικό άλμα στον κοινωνικό μετασχηματισμό. Το πισωγύρισμα στο «εθνικό» με τους ίδιους κοινωνικούς, ταξικούς όρους της κρίσης, δεν θαναι παρά μια νέα έκδοση του φασισμού και του ναζισμού. Από την άλλη η συντριβή του «εθνικού» από το «διεθνικό» πόλο της αντίθεσης, δεν θαναι παρά μια πορεία σε ένα παγκοσμιοποιημένο κοινωνικοπολιτικό ολοκληρωτισμό όπως αυτό που βιώνει σήμερα η ανθρωπότητα σε όλα τα επίπεδα με κατάληξη τον πόλεμο.

Το δίλημμα για την ανθρωπότητα που βάζει η κρίση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης είναι:

φασισμός και πόλεμος ή σοσιαλιστικός μετασχηματισμός της κοινωνίας

H ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΚΡΙΣΗΣ ΤΟΥ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ

Το βασανιστικό ερώτημα για τους απολογητές του νεοφιλελευθερισμού αλλά και την εργατική τάξη και τους λαούς του κόσμου είναι, το αν και σε ποιες κατευθύνσεις είναι δυνατόν να ξεπεραστεί έστω και μεσοπρόθεσμα, η κρίση της καπιταλιστικής αναπαραγωγής. Υπάρχει κάποιο επόμενο σκαλί κυριαρχίας του χρηματιστηριακού κεφαλαίου που θα εξισορροπεί τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς , θα εξασφαλίζει έστω και μεσοπρόθεσμα μια παγκόσμια οικονομική σταθερότητα ή πρέπει να γυρίσουμε πίσω και πόσο αυτό άραγε είναι δυνατό? Ποιο θα είναι το πέρασμα προς τη καπιταλιστική «επανίδρυση»?

Από όλα όσα εκτέθηκαν στις προηγούμενες ενότητες, κάθε γύρισμα προς τα πίσω ισοδυναμεί με γεωπολιτικές αναδιατάξεις, κοινωνικές προσαρμογές, και καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων σε τέτοια έκταση, που θα έφερναν τον κόσμο στην εποχή του Α΄ παγκοσμίου πολέμου.

Καμιά επιστροφή στον Κέυνς  δεν είναι δυνατή, αλλά ούτε ακόμα στον κλασικό νεοφιλελευθερισμό του Φρίτμαν.

Φυσικά ούτε στην σημερινή κατάσταση είναι δυνατό να παραμείνει ο κόσμος.

Η αγορά των Η.Π.Α απώλεσε σε σημαντικό βαθμό την δυνατότητα να ασκεί την οικονομική ηγεμονία στο κόσμο και το νόμισμά της να παίζει το ρόλο του παγκόσμιου νομίσματος, εξασφαλίζοντας μια σταθερότητα στη παγκόσμια οικονομική τάξη. Ο νεοφιλελευθερισμός αν και αποτέλεσε την αιχμή του δόρατος των Η.Π.Α για την επέκταση του ηγεμονικού ρόλου τους, υπονόμευσε και εξάντλησε την οικονομική δυναμική της αγοράς τους. Μόνο η συνάρθρωση του χρηματιστηριακού κεφαλαίου με την στρατιωτικοπολιτική ισχύ των Η.Π.Α, τους επιτρέπει ακόμη να ασκούν αυτό το ρόλο. Όμως η μεταβατικότητα σε αυτό το ρόλο είναι εμφανής. Οι αδυναμίες άσκησης από τις Η.Π.Α της παγκόσμιας ηγεμονίας οδηγούν τους ανταγωνισμούς για ηγεμονία στην Ευρώπη να παράγουν αποδιαρθρωτικές διαδικασίες για την ιμπεριαλιστική της ολοκλήρωση.

Η στρατηγική απέναντι στη Ρωσία και την Κίνα, οι εσωτερικές διαδικασίες μέσα στην ίδια την Ε.Ε για την λειτουργία της σαν ενιαίος ιμπεριαλιστικός πόλος αντανακλούν τους οξυμένους ενδοιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς στο χώρο της Ευρώπης, που ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός δεν μπορεί να ελέγξει αποτελεσματικά. Το ίδιο διαφαίνεται και στις εξελίξεις στην περιοχή της Λατινικής Αμερικής όπου διαμορφώνεται κατάσταση δημιουργίας μετώπου ικανού να κρατήσει ολόκληρη την περιοχή έξω από την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση και την αμερικάνικη ηγεμονία. Η στρατηγική γεωπολιτικής κατάκτησης όλου του πρώην σοβιετικού χώρου και ιδιαίτερα των χώρων ενέργειας, έφερε τις Η.Π.Α σε μια μετωπική αντιπαράθεση με την Ρωσία που τελικά αποδυνάμωσε και την επιρροή τους μέσα στην Ε.Ε παρά τις επιτυχίες του με την ένταξη του δυτικού μέρους της πρώην Σοβιετικής ένωσης σε αυτή, ενισχύοντας τον Αγγλοαμερικανικό άξονα.

Αποτυχία φαίνεται τουλάχιστον προς το παρόν να σημαδεύει και την στρατηγική των Η.Π.Α και του δυτικού ιμπεριαλισμού απέναντι στη Κίνα.

Η στρατηγική αυτή επένδυσε και επενδύει σε μια εθνική και κοινωνική της αποδιάρθρωση που θα έδινε την δυνατότητα επέκτασης του νεοφιλελευθερισμού και της αμερικάνικης ηγεμονίας σε ένα κρίσιμο και μεγάλο γεωπολιτικό χώρο, που μόνο με την αποδιάρθρωση του Σοβιετικού στρατοπέδου μπορεί να συγκριθεί. Αντί για αυτό επιταχύνθηκε η συγκρότηση ενός άλλου πόλου της λεγόμενης ομάδας της Σαγκάης με την προσέγγιση Ρωσίας-Κίνας μέσω της οποίας η Κίνα μπορεί όχι μόνο οικονομικά, αλλά και πολιτικά να ασκήσει παγκόσμιο ρόλο. Σήμερα η Κίνα έχοντας στα θησαυροφυλάκια της, σαν διαθέσιμα κεφάλαια το 30% του δημοσίου χρέους των Η.Π.Α μπορεί να αντικαταστεί με αυτά στη παγκόσμια οικονομικοπολιτική σκηνή τις τεράστιες αδυναμίες της εσωτερικής της αγοράς. Σε κάθε περίπτωση έχουν συσσωρευτεί οι αντικειμενικοί όροι αμφισβήτησης της παγκόσμιας ηγεμονίας των Η.Π.Α  και της μετατόπισης του κέντρου βάρους των παγκόσμιων εξελίξεων. Το ότι δεν υπάρχει διάδοχος ηγεμόνας όχι μόνο δεν εξομαλύνει τα πράγματα, άλλα αυξάνει την αστάθεια οξύνοντας σε όλα τα επίπεδα τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.

Η επανακατάκτηση  και η υπεράσπιση της παγκόσμιας ηγεμονίας των Η.Π.Α έχει σημαδέψει αποφασιστικά και τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις στην Αμερική την τελευταία 10ετία όπως και σήμερα που το πιο σημαντικό μέρος του πολιτικού κατεστημένου προωθεί έναν Αφροαμερικανό στο Λευκό οίκο για τη διαμόρφωση μιας νέας στρατηγικής επανακατάκτησης και υπεράσπισης της παγκόσμιας ηγεμονίας των Η.Π.Α.

Το πρόβλημα είναι αν μπορεί να υπάρξει άλλη στρατηγική. Η γραμμή και τα μέτρα του Μπούς για την αντιμετώπιση της κρίσης, στηρίζουν και ενδυναμώνουν την ισχύ και την κυριαρχία του χρηματιστηριακού κεφαλαίου. Μόνο διαμέσου αυτού και την παραπέρα ένταση της στρατιωτικοπολιτικής επιθετικότητας κρίνεται δυνατό να συνεχίσει να λειτουργεί η παγκόσμια ηγεμονία των Η.Π.Α. έστω και βραχυπρόθεσμα.

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ ΤΟΥ ΔΥΤΙΚΟΥ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΥ

Οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές δεν φαίνεται να αποδέχονται μια τέτοια χωρίς όρους ηγεμονία. Οι προτάσεις τους αν και δεν αμφισβητούν την ηγεμονική κυριαρχία του χρηματιστηριακού κεφαλαίου, περιέχουν και θέσεις εθνικής αναδίπλωσης, μέτρα προστασίας των εθνικών αγορών τους, καθώς βλέπουν πως και ο ίδιος ο μητροπολιτικός τους χώρος, γίνεται επίδικος των γεωπολιτικών αναδιατάξεων.

Οι ρυθμίσεις που προτείνονται στο επίπεδο των διεθνικών καπιταλιστικών οργανισμών Δ.Ν.Τ., Παγκόσμια τράπεζα . και άλλων που προτείνεται η δημιουργία τους συγκλίνουν στην μετατροπή τους σε επίσημα θεσμικά όργανα του διεθνούς δικαίου και την υπαγωγή τους στον Ο.Η.Ε. ώστε να διεκδικήσουν μέρος της ηγεμονίας από τον Αμερικάνικο ιμπεριαλισμό σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο. Για τον Ευρωπαϊκό Ιμπεριαλισμό είναι καθαρό πως η άμεση και ευθεία πολιτική αμφισβήτηση της Αμερικάνικης ηγεμονίας οδηγεί σε πλήρη αποδιάρθρωση την Ευρωπαϊκή Ένωση και όλων των στρατηγικών για περιφερειακή και παγκόσμια ηγεμονία που οικοδομούνται στην εκτατική και εντατική ανάπτυξη της. Όμως και οι τακτικές αντιδράσεις του Ευρωπαϊκού Ιμπεριαλισμού στην κρίση έχουν πολύ περιορισμένο ορίζοντα. Δεν μπορούν παρά να κινούνται στο επίπεδο μιας αυστηρής δημοσιονομικής σταθερότητας καθώς το ευρώ στο χώρο της ευρωζώνης, άλλα και το νομισματικό ευρωκαλάθι (υποκατάστατο του ευρώ)για ολόκληρη την Ε.Ε, λειτουργούν σε ένα χώρο με περιοχές έντονης οικονομικής ανισομετρίας. Χωρίς την αυστηρή δημοσιονομική σταθερότητα και μάλιστα σε περιόδους έντονων κρίσεων τόσο το ΕΥΡΩ όσο και το νομισματικό ευρωκαλάθι δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν και μια επιστροφή στα εθνικά νομίσματα θα ήταν αναπόφευκτη με τις ανάλογες συνέπειες σε όλα τα επίπεδα. Χωρίς τη δημοσιονομική σταθερότητα που φαίνεται να πνίγει σήμερα την Ε.Ε  και να κάνει αδύνατη την άσκηση έστω και περιορισμένα εθνικών πολιτικών, θα ήταν σαν να καθιέρωνε π.χ. η Αργεντινή εθνικό της νόμισμα το αμερικανικό δολάριο! για να ξεπεράσει τη κρίση.

Γενικά ο χώρος του Ευρωπαϊκού Ιμπεριαλισμού χαρακτηρίζεται από τις πιο έντονες αντιθέσεις και αστάθεια. Οι ασθενικοί του κρίκοι είναι πολλοί και σε διάφορα επίπεδα. Οι ανταγωνισμοί για ηγεμονία στην Ευρώπη δεν μπορεί παρά να οξυνθούν μέχρι και τα επίπεδα μερικής ή γενικότερης αποδιάρθρωση της.

ΕΛΛΑΔΑ – ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΣ – ΚΡΙΣΗ

Την τελευταία εικοσαετία η άρχουσα τάξη και οι πολιτικοί της εκπρόσωποι όχι μόνο αποδέχονται τον όρο και το ρόλο ιμπεριαλιστικής δύναμης, αλλά τον προβάλουν σε κάθε ευκαιρία σαν κατάχτηση για μια καλύτερη θέση στον παγκόσμιο και τον ευρωπαϊκό καταμερισμό εργασίας. Αυτό συμφωνεί με τη διαπίστωση ότι η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση – διεθνοποίηση κάνει τον ιμπεριαλισμό εσωτερικό στοιχείο κάθε καπιταλιστικού κοινωνικού σχηματισμού ανεξάρτητα από την ωριμότητα και την πληρότητα της εσωτερικής του αγοράς.

Ο εθνικισμός του ελληνορθόδοξου φονταμενταλισμού έδωσε την θέση του στην «ισχυρή ευρωπαϊκή Ελλάδα» που αναβαθμίζει τον ρόλο της όχι μόνο στη Βαλκανική που τη καθιστά κυρίαρχη, αλλά και στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική.

Ο εθνικισμός ανασύρεται για να παγιδεύεται ο λαός και η εργατική τάξη να αναδείχνει σε εχθρούς τους γειτονικούς λαούς, να ενεργοποιεί κάθε είδους ρατσιστικό ένστικτο των καθυστερημένων πολιτικά στρωμάτων, να εντάσσει αυτά τα στρώματα στο πιο αντιδραστικό κοινωνικά και πολιτικά μπλοκ δυνάμεων. Η «ισχυρή  ευρωπαϊκή Ελλάδα» είναι ένα σύμπλοκο προϊόν του ελληνορθόδοξου φονταμενταλισμού και του δορυφορικού ιμπεριαλιστικού χαρακτήρα της άρχουσας τάξης. Αυτός ο ιμπεριαλισμός έχει καταστήσει τη χώρα από κάθε άποψη τον πιο ασθενικό κρίκο της νεοφιλελεύθερης ευρωπαϊκής αλυσίδας μέχρι του σημείου να την καθιστά άμεσα επίδικο των ιμπεριαλιστικών αναδιατάξεων στη Βαλκανική. Η ένταση και η εξέλιξη της παγκόσμιας κρίσης του καπιταλισμού και των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών ειδικά στο χώρο της Ευρώπης, θα αυξάνουν την επισφάλεια της χώρας, καθώς θα απαιτηθούν αναδιατάξεις εκτατικού και εντατικού χαρακτήρα ευρύτερες.

Αναδιατάξεις που θα συμπεριλαμβάνουν ζητήματα όπως τη χρησιμότητα και τη λειτουργικότητα της ιδίας της Ο.Ν.Ε., το χωρισμό της Ε.Ε. σε αναπτυξιακές ζώνες, την λειτουργία επικυρίαρχων διευθυντηρίων την συγκρότηση διακριτών και αντιπαραθετικών ιμπεριαλιστικών πόλων με αντίστοιχες στρατηγικές. Η αναζήτηση και η κατάχτηση μιας νέας θέσης στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας δεν μπορεί να γίνει ούτε με τους όρους του ελληνορθόδοξου φονταμενταλισμού ,ούτε με τους όρους του δορυφορικού ιμπεριαλισμού που αποτελεί την κοινή συνισταμένη των εκπροσώπων του εξουσιαστικού πολιτικού συστήματος.

ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΛΕΥΡΕΣ ΤΩΝ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΩΝ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Η απαξίωση της εργασίας που περιέχουν οι νεοφιλελεύθερες προσαρμογές, συνιστά και μια σε βάθος ιδεολογική παρέμβαση του νεοφιλελευθερισμού ενάντια σε κάθε εκδήλωση της ταξικής πάλης. Η εργασία από βασική κοινωνική σχέση και διαδικασία διαμέσου της οποίας το άτομο και η κοινωνία διεκδικούν και ανοίγουν το δρόμο της απελευθέρωσης τους μετατρέπεται αποκλειστικά σε όρο υποταγής τους στο κεφάλαιο.

Η εργασία σε όποιο βαθμό δεν μπορεί να «επιχειρηματικοποιηθεί»με τη μισθωτή μορφή της, γίνεται παράγοντας καθυστέρησης της κοινωνικής εξέλιξης και συνακόλουθα αποκλείεται σαν όρος συμμετοχής στη διανομή του κοινωνικού προϊόντος. Η εργασία έτσι γίνεται γενικά αλλά και ειδικά με τη μισθωτή μορφή της, εχθρική προς το άτομο και τη κοινωνία.

Μια εχθρότητα προς την εργασία που αναπτύσσεται ολοένα και περισσότερο τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο, είναι ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της νεοφιλελεύθερης εποχής μας. Μια εξαιρετική αντίθεση έχει ήδη αναδειχθεί ανάμεσα στην εργασία «απελευθερωτή» και την εργασία «υποδουλωτή»,ανάμεσα στην εργασία σαν σχέση «κοινωνικής ανέλιξης» και σαν σχέση «κοινωνικής καθυστέρησης».

Η νεοφιλελεύθερη «επιχειρηματικότητα» έρχεται να λύσει αυτή την αντίθεση με ένα πλαίσιο κοινωνικοπολιτικών προσαρμογών που καθιστούν την ιδιοποίηση της εργασίας του άλλου, κυρίαρχη κοινωνική «προοδευτική» αξία. Ο συντεχνιακός κατακερματισμός της κοινωνίας και ειδικά του εργατικού μαζικού λαϊκού κινήματος αποκτά δυναμική ιδεολογία αλλά και εσωτερική δυναμική. Τα αποτελέσματα μιας τέτοιας ιδεολογικής επίδρασης στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και όχι μόνο είναι φανερά. Είναι φανερά στο προσανατολισμό, στη δράση αλλά και στη οργανωτική έκφραση τους. Η ταξική αναδιάρθρωση του εργατικού κινήματος, ο προοδευτικός προσανατολισμός του μαζικού λαϊκού κινήματος είναι πριν από όλα μια βαθειά ιδεολογική και πολιτική διαδικασία αντιπαράθεσης με το κεφάλαιο και όλες τις νεοφιλελεύθερες προσαρμογές.

Ο ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΔΙΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΗ ΚΡΙΣΗ

Η έμπρακτη αναίρεση όλων των νεοφιλελευθέρων προσαρμογών στο κοινωνικό, πολιτικό και ιδεολογικό τομέα, που θα αποκαθιστά την εργασία στη θέση της βασικής κοινωνικής αξίας και απελευθερωτικής διαδικασίας ατόμου και κοινωνίας, συνιστά μια ολοκληρωμένη διαδικασία επαναστατικού κοινωνικού μετασχηματισμού.

Το άνοιγμα του δρόμου και το πέρασμα σε αυτή είναι μια σύνθετη διαδικασία τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνικό επίπεδο. Είναι μια υπόθεση πολύ πιο δύσκολη από προγενέστερες ιστορικές περιόδους, παρά τη μεγαλύτερη συσσώρευση των αντικειμενικών όρων γι’ αυτό το πέρασμα.

Οι δυσκολίες αυτές προσδιορίζονται σε δυο επίπεδα:

1. Η διαστροφική ουσιαστικά ασυμμετρία στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων κάνει αναγκαστική την καταστροφή μεγάλου μέρους αυτών των δυνάμεων για την αποκατάσταση των όρων μιας σύμμετρης ανάπτυξης των αναγκών της κοινωνίας και μιας σύμμετρης κάλυψης τους.

2. οι νεοφιλελεύθερες προσαρμογές καταστρέφουν και αδρανοποιούν κοινωνικά και πολιτικά μεγάλα τμήματα της κοινωνίας που μπορούσαν να συμμετέχουν στη συγκρότηση της συμμαχίας του κοινωνικού μετασχηματισμού.

Η μαζική συσσώρευση της εξαθλίωσης,  της υλικής και πνευματικής μιζέριας, της εργασιακής και κοινωνικής ανασφάλειας δεν είναι επαναστατικοί όροι . Είναι όπλα του καπιταλισμού για την ιδεολογικοπολιτική υποταγή της εργατικής τάξης και των λαών. Σ’ αυτά ο νεοφιλελευθερισμός βασίζει βασικές πλευρές της στρατηγικής του.

Τέτοια συσσώρευση εξαθλίωσης και μιζέριας υπήρξε και άλλοτε στο ιστορικό παρελθόν και οδήγησαν στο φασισμό, το ναζισμό και το πόλεμο.

Η συμμαχία κοινωνικών συμφερόντων που συγκρότησε ο νεοφιλελευθερισμός είναι εξαιρετικά ισχυρή, αδηφάγα και επιθετική και έχει νομιμοποιήσει διαμέσου αυτής την αναίρεση όλων των αρχών και των λειτουργιών της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.

Η αποδιάρθρωση αυτής της συμμαχίας και η συγκρότηση μιας συμμαχίας κοινωνικών συμφερόντων για το κοινωνικό μετασχηματισμό προϋποθέτει να μπουν σε κίνηση ευρύτερες κοινωνικές μάζες και να υπάρξει ουσιαστική διεκδίκηση της κοινωνικής ηγεμονίας από την εργατική τάξη.

Το υποκείμενο μιας τέτοιας δυνατότητας είναι οι ευρύτερες μάζες της κεντροαριστεράς που βέβαια δεν συγκροτούν αυτόματα και εξ ορισμού την πολιτική βάση μιας τέτοιας προοπτικής.

Η κινητοποίηση τους σε μια τέτοια κατεύθυνση και ο απεγκλωβισμός τους από τη σοσιαλδημοκρατία δεν μπορεί να γίνει μέσα από κοινοβουλευτικές ανταγωνιστικές σχέσεις της αριστεράς με τη σοσιαλδημοκρατία. Αυτές οι σχέσεις είναι πολιτικά προνομιακές για τη σοσιαλδημοκρατία καθώς γίνονται έξω και από την σφαίρα της εργασίας αλλά και των αξιών και λειτουργιών της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.

Η μισθωτή εργασία και η αντιπροσωπευτική δημοκρατία έχουν αναιρεθεί και ξεπεραστεί από το νεοφιλελευθερισμό με όρους κοινωνικοπολιτικού ολοκληρωτισμού. Η αποκατάσταση τους με όρους του παρελθόντος δεν είναι δυνατή.

Η αποκατάσταση τους με ριζική μετεξέλιξη τους προς τον ορίζοντα του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού είναι και δυνατή και προοδευτική.

Σε τελευταία ανάλυση είναι η μοναδική διέξοδος από τη κρίση.

Η αριστερά όσο μπορεί να εκπροσωπεί μια τέτοια προοπτική είναι υποχρεωμένη να απαντήσει.

Διαφορετικά ο Βαρθολομαίος, ο Ζαχόπουλος, ο Εφραίμ, ο Ρουσόπουλος με την αγία ζώνη κ.λ.π. μαζί με το αμπέχονο του Καραμανλή στις πυρκαγιές του Αυγούστου του2007 σε διάφορες επανεκδόσεις του δικομματισμού θα καθορίζουν τις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις.

Ο καπιταλισμός «νίκησε». Ζήτω ο σοσιαλισμός!

Posted by eamgr στο 25 Μαρτίου, 2022

του Μιχάλη Βασιλάκη

Οι σαρωτικές εξελίξεις και αλλαγές που συντελέστηκαν και συντελούνται στην τελευταία δεκαετία του αιώνα μας, δημιουργούν την εντύπωση ότι ο καπιταλισμός και οι κοινωνικές σχέσεις που αυτός προσδιορίζει, επιβλήθηκαν οριστικά σαν όριο της κοινωνικής εξέλιξης.

Η ολοκληρωτική επιθετικότητα του ιμπεριαλισμού εκλαμ­βάνεται σαν ζωτικότητα και ισχύς των κεφαλαιοκρατικών κοινωνικών σχέσεων, σκεπάζοντας την ουσία των πραγμά­των.

Στην πραγματικότητα η πλημμυρίδα της αντεπανάστασης που σαρώνει τον κόσμο δεν είναι παρά η εκδήλωση της πιο βαθιάς, πιο γενικευμένης κρίσης του ιμπεριαλισμού.

Ο κόσμος βρίσκεται στην αρχή μιας περιόδου, όπου ετοιμάζονται οι μεγαλύτερες αλλαγές στην ιστορία των ανθρώπινων κοινωνιών. Ετοιμάζεται για ένα άλμα σε μια ανώτερη βαθμίδα κοινωνικής εξέλιξης που ανιχνεύθηκε στις αρχές του αιώνα μας από τη μεγάλη Οκτωβριανή προλεταριακή επανάσταση.

Από τη σκοπιά αυτή είναι αναγκαίο να ειδωθούν και οι ανατροπές που συντελέστηκαν στην πρώην Σοβιετική Ένωση και τις υπόλοιπες χώρες των μεταβατικών κοινω­νιών.

Η αδυναμία τους να μετεξελιχτούν σε μια ανώτερη βαθμίδα κοινωνικών σχέσεων, την εποχή που το ζήτημα απόκτησε πρωτοφανή παγκοσμιότητα και το χαρακτήρα άμεσης προτεραιότητας, οδήγησε στην κατάρρευσή τους και στις διαδικασίες ολοκληρωμένης καπιταλιστικής παλι­νόρθωσης που συντελούνται σ’ αυτές.

Το πέρασμα του κόσμου σε μια ανώτερη βαθμίδα κοινωνικής εξέλιξης, απαίτησε ουσιαστικά τη χειραφέτησή του από το στάτους που δημιουργήθηκε σ’ αυτές τις μεταβατικές κοινωνίες, τόσο στην οικονομική βάση, όσο και στο εποικοδόμημα.

Οι κοινωνίες αυτές «νομοτελειακά» κατέρρευσαν, γιατί το στάτους στο οποίο εξελίχθηκαν δεν αποτελούσε αναίρεση των κεφαλαιοκρατικών κοινωνιών, ούτε τη βάση των δυνάμεων ανατροπής του ιμπεριαλισμού.

Η πορεία και οι σταθμοί εξέλιξης των μεταβατικών κοινωνιών, απαιτούν φυσικά μια αυτοτελή ανάλυση και κριτική από τις κοινωνίες του καπιταλισμού.

Όμως μόνο αν ειδωθούν μέσα από το πρίσμα μιας ολοκληρωτικής κριτικής προς τον ιμπεριαλισμό, σαν οικο­νομική και κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα, θα μπορέ­σουμε να κατανοήσουμε τόσο τους αντικειμενικούς όρους που επίδρασαν στην τέτοια, και όχι άλλη εξέλιξή τους, όσο και τους υποκειμενικούς παράγοντες που βοήθησαν στην εξάντληση της δυναμικής που έκλειναν οι μεταβατικές κοινωνίες και οδήγησαν στον εκφυλισμό τους.

Βέβαια η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα, στοχεύει ουσιαστι­κά στη δημιουργία ενός ολόκληρου ιστορικού κενού με την απάλειψη των κατακτήσεων της ανθρωπότητας στο επίπε­δο των κοινωνικών σχέσεων που αναδύθηκαν μέσα από τις καπιταλιστικές κρίσεις σαν αποτέλεσμα της συνειδητής δράσης της εργατικής τάξης.

Αυτό όμως βρίσκεται έξω από τις δυνατότητες του ιμπεριαλισμού.

Γιατί:

α. Η εμπειρία των μεταβατικών κοινωνικών έσπασε και ξεπέρασε πολυσήμαντα τις παραγωγικές σχέσεις του κα­πιταλισμού.

β. Ο ιμπεριαλισμός στη σημερινή διεθνική οικονομική και κοινωνικοπολιτική του φάση και πραγματικότητα, αρνείται καθολικά τις ίδιες τις βάσεις του, τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Αρνείται ότι προοδευτικό περιείχε για την απελευθέρωση της εργασίας, (εμπορευματικός χαρα­κτήρας της εργατικής δύναμης που αυτές οι σχέσεις έφεραν μαζί τους), σπάζοντας τις φεουδαρχικές σχέσεις παραγωγής.

Ο καπιταλισμός σαν ιμπεριαλισμός στη σημερινή διεθνική του εξέλιξη, στην εποχή των επιταχυνόμενων ιμπεριαλιστι­κών ολοκληρώσεων, δεν απαιτεί απλά τροποποιήσεις των κοινωνικών σχέσεων που δημιούργησε ο καπιταλισμός.

Απαιτεί συνολικότερη υπέρβασή τους σ’ όλα τα επίπεδα.

Στο χαρακτήρα της ιδιοκτησίας, τον εμπορευματικό χαρα­κτήρα της εργατικής δύναμης, στις σχέσεις διανομής.

Απαιτεί υπέρβαση της δομής και της αρχιτεκτονικής των ίδιων των παραγωγικών του μέσων.

Απαιτεί υπέρβαση συνολική του πολιτικού συστήματος του, ολόκληρου του κοινωνικοπολιτικού εποικοδομήματος μέχρι και του έθνους – κράτους.

Η εμπραγμάτωση των κοινωνικών σχέσεων έχει πάρει τέτοιο ολοκληρωτικό χαρακτήρα και παράγει τέτοιους κοινωνικούς καταναγκασμούς, ώστε να αδρανοποιείται σε πρωτοφανέρωτα επίπεδα η καπιταλιστική παραγωγική μη­χανή, καθώς και η οικονομετρία του χρόνου έρχεται σε σύγκρουση με τις βασικές, χημικές και βιολογικές ιδιότητες της ύλης και την ανθρώπινη φύση σαν ενότητα της συνείδησης και του είναι.

Επιστημονικοτεχνική επανάσταση ή επιστημονικός φασισμός;

Η ολοκληρωτική εμπραγμάτωση των κοινωνικών σχέσεων αναδείχνεται στο επίπεδο της ιδεολογίας, στην θεωρία της επιστημονικοτεχνικής επανάστα­σης, όπου η τεχνολογία (παραγωγικό μέσο) καθί­σταται αυτομάτως παρα­γωγική δύναμη, παράγο­ντας ταυτόχρονα και τις αντίστοιχες παραγωγικές σχέσεις.

Είναι φανερή η αναίρε­ση των κοινωνικών και ανθρώπινων χαρακτηριστι­κών της εργασίας που περιέχει η αστική απολογητική θεωρία, καθώς συ­ντελείται πλήρης εναλ­λαγή του ρόλου εργάτη – παραγωγικού μέσου.

Η θεωρία της επιστημονικοτεχνικής επανάστασης, είναι η ολοκληρωτική φασιστική ιδεολογία του διεθνικού μονο­πωλίου.

Η αστική ιδεολογία προκαλεί βέβαια μια σκόπιμη σύγχυση ανάμεσα στις έννοιες επιστήμη και τεχνολογία, ταυτοποιώντατες.

Το γεγονός έχει την αντικειμενική βάση του.

Η κεφαλαιοκρατική παραγωγή, έχει υποτάξει – μετατρέψει το γνωσιολογικό προτσές, σ’ ένα καθαρά κεφαλαιοκρατικό προτσές.

Η κοινωνικοποίηση της επιστήμης πραγματο­ποιείται παράλληλα και σαν μέρος της κεφα­λαιοκρατικής κοινωνικο­ποίησης του κεφαλαίου, συντελούμενης έτσι μιας πλήρους ΚΕΦΑΛΑΙΟ­ΠΟΙΗΣΗΣ της ΓΝΩΣΗΣ (ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ).

Αυτό είναι ακριβώς που πλασάρεται σαν «επιστημονικοτεχνική επα­νάσταση»!

Η «ΕΠΙΣΤΗΜΗ – ΚΕ­ΦΑΛΑΙΟ» γίνεται άμεση παραγωγική δύναμη.

Το κεφάλαιο σαν σύγ­χρονος λοβοτομικός χειρούργος, βγάζει από τον εγκεφαλικό φλοιό του Αδάμ το μήλο της γνώσης και επιστρέφοντάς το στην Εύα ξαναχαρίζει στον άνθρωπο το χαμένο παράδεισο των ενστίκτων και των αισθημάτων.

Το κεφάλαιο – Μεσσίας, πήρε τον άνθρωπο από το Βασίλειο των συμφορών και του πόνου και τον έφερε στο Βασίλειο της ευτυχίας βάζοντας στη θέση του κεφαλιού ένα κομπιουτεράκι, της σύγχρονης τεχνολογίας!

Ότι παρουσιαστεί στο «κομπιουτεράκι» – εγκέφαλο του σύγχρονου ανθρώπου της «επιστημονικοτεχνικής» επανάστασης, υλοποιείται αμέσως σε καπιταλιστική παραγωγή.

Η παραγωγή ιδεών και σκέψης στον εγκεφαλικό φλοιό, μεταφράζονται αυτόματα σε μηχανές, πρώτες ύλες, ενέρ­γεια, προϊόντα των ανθρώπινων αναγκών. Έτσι το μόνο που απαιτείται είναι διαχωρισμός και ταξινόμηση των ιδεών σε μια επαναλαμβανόμενη αιώνια συνέχεια από τα κυκλώ­ματα της μικροηλεκτρονικής για να μην μπερδεύονται από την πολυπλοκότητα του ανθρώπινου εγκεφάλου και της αλληλεπίδρασής του με την φύση. Τι γίνεται όμως σ’ αυτό το βασίλειο.

Ακόμη και αν παραβλέψουμε προς το παρόν ότι παρά την άμεση κεφαλαιοκρατικοποίηση της γνώσης, επιστήμη και τεχνολογία δεν ταυτοποιούνται, η τεχνολογία για να υλοποιηθεί σε παραγωγική δύ­ναμη πρέπει να γίνει ικανή να καταναλώνει εργατική δύ­ναμη γενικά και η κατανάλω­ση αυτή να πραγματοποιεί κέρδος.

Σαν «επιστημονικοτεχνική ε­πανάσταση» η τεχνολογία πρέ­πει να καταναλώνει με τέτοιο τρόπο την εργατική δύναμη, ώστε να εξασφαλίζει τις α­νταγωνιστικές σχέσεις πραγ­ματοποίησης όχι απλά του κέρδους, αλλά του μονοπω­λιακού κέρδους, του ανώτα­του μονοπωλιακού κέρδους.

Η «επιστημονικοτεχνική ε­πανάσταση» έρχεται μ’ άλλα λόγια να λύσει μια αντίθεση της κεφαλαιοκρατίας που εί­ναι οξυμένη στον ανώτατο βαθμό, στη μονοπωλιακή φά­ση της. Να σπάσει την ακινησία μιας «φυσικής και αιώνιας κεφαλαιοκτησίας» του κυρίου «μονοπωλιακό κέρδος» και μέσα απ’ αυτήν, ο κύριος «μονοπωλιακός κέρδος», να εμφανίζεται σαν άλλη Αθηνά από το κεφάλι του Δία.

Η διάρρηξη αυτή της ακινησίας δεν μπορεί φυσικά να πραγματοποιηθεί, παρά με την παρέμβαση στις κοινωνικές παραγωγικές σχέσεις, τις οποίες καλείται η «επιστημονικό- τεχνική επανάσταση» να υποκαταστήσει μέσα από ολοκλη­ρωτική εμπραγμάτωση τους.

Έτσι η εργατική δύναμη καλείται να ενταχθεί στην καπιταλιστική αναπαραγωγή του μονοπωλιακού κέρδους χωρίς το «αξιακό της μέγεθος» μόνο σαν «χρήσιμη αξία», σαν «πάγιο» ουσιαστικά κεφάλαιο, ώστε ολόκληρος ο χρόνος εργασίας να γίνεται υπερεργασία.

Ούτε όμως σ’ αυτό το αιώνιο κοιμητήρι του πάγιου κεφαλαίου (παραγωγικά μέσα), το κεφάλαιο αφήνει ήσυχη την εργατική δύναμη.

Την αδράχνει στα ίδια τα μέσα παραγωγής σαν εξαντικειμενισμένη εργατική δύναμη για να εξαλείψει και εδώ το αξιακό της μέγεθος μέσα από μια σε τεράστια κλίμακα υπαξίωση καταστροφή του ίδιου του καπιταλιστικού κεφαλαίου.

Εδώ πια δεν επιτίθεται μόνο στην κοινωνική υφή της εργασίας, αλλά και στα υλικά συστατικά τα ίδια, στις ίδιες τις ιδιότητες που εκδηλώνονται και κινούνται αυτά τα υλικά συστατικά.

Η πραγματοποίηση του μονοπωλιακού κέρδους απαιτεί μια άπειρη διαστολή του χώρου, μέσα από μια επίσης άπειρη συστολή του χρόνου και αντίστροφα, ώστε να περνά από τη μια βαθμίδα παραγωγικής άλλη.

Η καπιταλιστική αναπαραγωγή του μονοπωλιακού κέρ­δους, απαιτεί τέτοιας έκτασης συμπαγότητα του χρόνου, ώστε:

α. Να είναι απόλυτα εχθρική σε κάθε κενό χρόνο των αλληλοδια­δόχων κινήσεων του ερ­γάτη – παραγωγού, σε κάθε υστέρηση χρόνου σκέψης – κίνησης, σε κάθε κενό χρόνου χρή­σιμης κατανάλωσης του εμπορεύματος εργατική δύναμη.

β. Να γίνεται εχθρική στα φυσικά μεγέθη τα ίδια όπως είναι ο ό­γκος των μηχανών, οι χρόνοι – ρυθμοί λει­τουργίας των διαφόρων μερών των αυτοματοποιημένων μηχανών, οι χρόνοι μεταβίβασης των εντολών.

Η επιστημονικοτεχνική οργάνωση εργασίας (φορντισμός – ταιηλορισμός), απάντησε στα κενά χρόνου της ανθρώπινης εργασίας στην φάση της μεγάλης βιομηχανίας κατατέμνοντας την ανθρώπινη εργασία σε αυτόματες επαναλαμβανό­μενες κινήσεις, απαντώντας έτσι στην αλλοτρίωση – κλέψιμο της ιδιοκτησίας του εργάτη παραγωγού, της δεξιοτεχνίας του από την αυτόματη μηχανή της μεγάλης βιομηχανίας. Αυτή η επιστημονική οργάνωση εργασίας είναι ξεπερασμένη ουσιαστικά στην φάση του μονοπωλιακού καπιταλισμού, καθώς η συμπαγότητα του χρόνου δεν πρέπει να εξασφαλιστεί μόνο στο επίπεδο των ανθρώπινων κινήσεων, αλλά και στο επίπεδο εκδήλωσης των διαφόρων φυσικών, χημικών και βιολογικών ιδιοτήτων της ύλης.

Το ξεπέρασμα της φυσικής παραγωγής με την χημεία, απάντησε μόνο μερικά στα προβλήματα της καπιταλιστικής αναπαραγωγής, στην εποχή του μονοπωλίου, παρά το ότι εξασφάλισε πιο μαζικό φτήνεμα της εργατικής δύναμης.

Ο σημερινός ενεργειακός πόλεμος με τα γνωστά μέχρι σήμερα αποτελέσματα του, τα οποία δεν είναι παρά ένα αμελητέο ποσοστό για τις επιδιώξεις αναπαραγωγής του κεφαλαίου, δεν είναι παρά η προσπάθεια – τάση του κεφαλαίου να μηδενίσει ουσιαστικά την τιμή της εργατικής δύναμης. Να πετύχει την ολοκληρωτική υποκατάσταση της αξίας της εργατικής δύναμης σαν αξίας χρήσης μιας αιώνιας φυσικής ιδιοκτησίας του κεφαλαίου που αυτή και μόνο η ιδιοκτησιακή σχέση την κάνει παραγωγό αξίας εκ του μηδενός.

Η αναπαραγωγή του κεφαλαίου στο χώρο έρχεται σε σύγκρουση με την αναπαραγωγή του στο χρόνο.

Απαιτεί την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης απο­κλειστικά σαν αξία χρήσης σε τεράστια μαζική κλίμακα για να την καταστρέφει επίσης σε μαζική κλίμακα σαν αξιογόνα δύναμη στο καπιταλιστικό κεφάλαιο.

Η ηθική αυτή του κεφαλαίου επιτρέπει ήδη την άμεση παραγωγή καταναλούμενων ανθρώπινων υπάρξεων στις χώρες του Τρίτου Κόσμου για να παράγουν καρδιές, νεφρά, μάτια, κ.λ.π. των ειδικών και υψηλών καταναλωτικών καστών των καπιταλιστικών κοινωνιών, ή ακόμη σαν δοκιμαστές π.χ. φαρμάκων (άμεση χρησιμοποίηση του ανθρώπου σαν παραγωγικό μέσο) των φαρμακευτικών πολυεθνικών.

Συμπερασματικά για τα ζητήματα της «επιστημονικοτεχνικής επανάστασης» μπορούμε να πούμε ότι ισχύει:

Η τεχνολογία για να υλοποιηθεί σαν παραγωγική δύναμη απαιτεί ένταξη στη δομή και αρχιτεκτονική της κοινωνικής παραγωγικής μηχανής, και άρα συγκεκριμένη σχέση με τα άλλα παραγωγικά μέσα που λειτουργούν σαν παραγωγικές δυνάμεις, δηλαδή, σαν μέσο κατανάλωσης εργατικής δύναμης.

Η ένταξη αυτή απαιτεί να υπακούει το παραγωγικό μέσο σε συγκεκριμένες κοινωνικές παραγωγικές σχέσεις και τότε μόνο υλοποιείται σε παραγωγική δύναμη.

Σε όσο βαθμό δεν εντάσσεται σ’ αυτές δεν υλοποιείται σαν κοινωνική παραγωγική δύναμη.

Η επιστήμη σαν ένα αποτέλεσμα της συνολικής παραγω­γικής δύναμης, υλοποιείται σε τεχνολογία – παραγωγικά μέσα, σε ποσότητα και ποιότητα τέτοια που αντιστοιχούν στις υπάρχουσες κοινωνικές σχέσεις.

Άρα η τεχνολογία σαν μέσο υλοποίησης της συνολικής κοινωνικής παραγωγικής δύναμης περιέχει και εκφράζει την αντιθετική σχέση παραγωγικών δυνάμεων – παραγωγι­κών σχέσεων.

Η αυτονόμηση  και κοινωνική ουδετεροποίηση της τεχνο­λογίας σε θαυμαστά παραγωγικά μέσα, δεν παράγει μόνο μια αντιπαλότητα έστω και καθολική με την εργατική δύναμη, αλλά και με την πλέρια υποκατάσταση της κοινωνικής σχέσης με την οποία πρέπει νάρθει σε επαφή η εργατική δύναμη, παράγει αντιπαλότητα και με τα άλλα παραγωγικά μέσα σαν τέτοια και μόνο.

Ο καπιταλισμός του διεθνούς μονοπωλίου, έρχεται σε αντίθεση με τα παραγωγικά μέσα του λόγω της υλικής τους υπόστασης  και των ιδιοτήτων που αυτή η υλική υπόσταση εκδηλώνει.

Στη διεθνική ιμπεριαλιστική μορφή του ο καπιταλισμός, απαιτεί για την πραγματοποίηση του κεφαλαίου μέσω του ανώτατου μονοπωλιακού κέρδους, συνεχή και καθολική υπαξίωση του κεφαλαίου.

Την ίδια στιγμή δηλαδή, που ο ιμπεριαλισμός του μονο­πωλίου αποτελεί ολοκληρωτική αναίρεση του ανταγωνι­σμού, τον αναπαράγει ως το επίπεδο της πλήρους κατα­στροφής του καπιταλιστικού κεφαλαίου.

Διεθνικές ιμπεριαλιστικές ολοκληρώσεις και ανταγωνισμοί

Η εποχή διαμόρφωσης του καπιταλισμού μέχρι τη σημε­ρινή μορφή του καλύπτει περίπου 1100 χρόνια.

Οι περίοδοι εξέλιξής του δεν χωρίζονται φυσικά με απόλυτα χρονικά όρια, αλλά διαχέονται σε πολλές δεκάδες χρόνια και αιώνες ακόμη.

Όμως σε κάθε στάδιο – περίοδο του, έχει σαφή οικονο­μικά και κοινωνικοπολιτικά χαρακτηριστικά. Γιατί σε καθ’ ένα απ’ αυτά τα στάδια – περίοδοι υπήρχε ουσιαστικά μια σοβαρή ποιοτική αλλαγή στην οικονομική βάση και κοινωνικοπολιτική διάρθρωση.

Η εποχή του εμπορικού κέρδους είναι ουσιαστικά η εποχή της διαμόρφωσης των βάσεων του έθνους – κρά­τους.

Το εμπορικό κέρδος σωρεύει τους όρους του βιομηχανι­κού κεφαλαίου, για να περάσει έτσι ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός και μέσα στις ανδρούμενες ενότητες των εθνών – κρατών με τον ολοκληρωμένο σχηματισμό των τάξεων.

Το κεφάλαιο από τον ανταγωνισμό των εμπορικών αγορών έξω από την κοινωνική ενότητα που υπάρχει ανακαλύπτει το κέρδος μέσα σ’ αυτήν την ίδια την κοινωνική ενότητα με τη βιομηχανία.

Η βιομηχανία ολοκληρώνει τον εμπορικό ανταγωνισμό του εμπορικού κέρδους, γιατί έτσι δημιουργεί πλατύτερες βάσεις ανάπτυξής του, δηλαδή το βιομηχανικό κέρδος.

Ο βιομηχανικός ιμπεριαλισμός ή ιμπεριαλισμός του ελεύ­θερου εμπορίου βρίσκει την έκφρασή του σε μια ολοκληρω­μένη περίοδο, της διαμόρφωσης της αποικιοκρατίας.

Το βιομηχανικό κέρδος, αποτελεί την ρομφαία της νίκης των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής απέναντι στις φεουδαρχικές σχέσεις.

Εμπραγματώνει την άρνηση της φεουδαρχικής ιδιοκτη­σίας και βάζει στη θέση της την ελεύθερη ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής σαν μέσα παραγωγής εμπορευμάτων. Μετατρέπει την εργασία σε μισθωτή εργασία.

Διανύουμε την περίοδο του ελεύθερου ανταγωνισμού, στην οποία η πραγματοποίηση του βιομηχανικού κέρδους σωρεύει τους όρους άρνησης του ίδιου του ανταγωνισμού, του ίδιου το κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής.

Στην οικονομική βάση του βιομηχανικού κέρδους, εμφανί­ζεται και διαμορφώνεται το μονοπώλιο και το μονοπωλιακό κέρδος.

Στα τέλη του 19ου αιώνα ο καπιταλισμός περνά στο στάδιο του μονοπωλιακού ιμπεριαλισμού.

Στο στάδιο αυτό ο καπιταλισμός εξαντλεί τα όρια του σαν ιστορική βαθμίδα της κοινωνικής εξέλιξης των κοινω­νικών σχέσεων.

Ο ιμπεριαλισμός του μονοπωλίου είναι η ανώτατη και τελευταία βαθμίδα εξέλιξης του καπιταλισμού.

Το μονοπώλιο περιέχει τους όρους της πλήρους αναίρε­σης του καπιταλισμού αποτελεί εν δυνάμει το αντίθετο του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής.

Μπορεί όμως να υπάρχει μόνο πάνω στις βάσεις αυτού του τρόπου παραγωγής, πάνω στο πεδίο αυτών των κοινωνικών σχέσεων.

Σαν εκφραστής και υλοποιητής των αντιθέσεων του καπιταλισμού στα ανώτατα όριά τους, το μονοπώλιο καταρ­γεί και την ίδια στιγμή αναπαράγει στον ανώτατο βαθμό τις σχέσεις ανταγωνισμού σ’ όλα τα επίπεδα.

Από την άποψη αυτή το μονοπώλιο εμφανίζεται σαν η οικονομική βάση της διάρρηξης και του ξεπεράσματος των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων, ταυτόχρονα όμως σαν νομοτελειακή οικονομική κατηγορία αναπαραγωγής αυτών των σχέσεων.

Το μονοπωλιακό κέρδος είναι το εμπράγματο σύμβολο του αέναου και αιώνιου φυσικού ιδιοκτήτη του κεφαλαίου. Παίρνει ουσιαστικά τη μορφή και το χαρακτήρα προσόδου μιας κεφαλαιοκτησίας η οποία δεν είναι μόνο ιδιοκτήτης της γης και παραγωγικών μέσων, αλλά και των ίδιων των ανθρώπων.

Α. Το μονοπώλιο είναι ο φορέας εξαγωγής και παγκο­σμιοποίησης του ανταγωνισμού.

  1.    Στο επίπεδο του εμπορικού ανταγωνισμού.
  2.     Στο επίπεδο του βιομηχανικού ανταγωνισμού, δηλαδή στο επίπεδο της καθ’ αυτό παραγωγής.

Β. Το μονοπώλιο εξάγοντας και παγκοσμιοποιώντας τον ανταγωνισμό στη σφαίρα της καθ’ αυτό παραγωγής, προσδίνει και ολοκληρωτικό χαρακτήρα στον ανταγωνι­σμό μέσα στην ίδια την εθνική ενότητα που υπάρχει.

Στα πλαίσια αυτά το μονοπώλιο είναι φανερό πως αναζητά νέες ιστορικοκοινωνικές ενότητες ύπαρξης και ανάπτυξής τους.

Η κλασική μορφή του έθνους κράτους δεν το χωράει, αλλά ταυτόχρονα του περισσεύει σαν βάση ανάπτυξης των ανταγωνιστικών αντιθέσεων που περικλείει.

Αναζητούνται νέες ενότητες για τη διαφορικότητα αναπα­ραγωγής του κεφαλαίου, την ισχύ του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης.

Τέτοιες ενότητες είναι οι διεθνικές ιμπεριαλιστικές ολο­κληρώσεις, που όμως απαιτούν διαφοροποιημένα στοιχεία βάσης τους από τις σημερινές κατηγορίες των εθνών – κρατών.

Τα διεθνικά μονοπώλια, οι διεθνικές ιμπεριαλιστικές ολοκληρώσεις, δεν είναι παρά η εξέλιξη των ανταγωνιστι­κών σχέσεων και τάσεων που περιέχει η ιστορική οικονο­μική κατηγορία του μονοπωλίου για να διατηρηθεί σαν τέτοια.

Η απάλειψη των ανταγωνιστικών σχέσεων, δηλαδή η μετατροπή του μονοπωλίου στο αντίθετο του, απαιτεί την ουσιαστική κατάργηση του μονοπωλίου.

Τίποτα από το εννοιολογικό σύστημα του ιμπεριαλισμού δεν είναι καινούργιο σήμερα.

Το εννοιολογικό σύστημα με το οποίο γίνεται προσπάθεια να παρουσιαστεί η καπιταλιστική αναδιάρθρωση σαν ποιοτικά νέο, ποιοτικά διαφορετικό από το μονοπωλιακό ιμπεριαλι­σμό, το μόνο που κάνει είναι να επιβεβαιώνει τη Λενινιστική θεωρία, ότι ο ιμπεριαλισμός είναι το στάδιο του καπιτα­λισμού που σαπίζει. Που δεν έχει άλλη διέξοδο από το να αφήσει τη θέση του σ’ ένα άλλο ανώτερο σύστημα κοινωνικών σχέσεων το σοσιαλιστικό. Η λεγόμενη και επιχειρούμενη καπιταλιστική αναδιάρθρωση στα πλαίσια μιας νέας δήθεν διεθνοποίησης που εξαλείφει τις καπιταλιστικές κρίσεις κ.λ.π. δεν είναι παρά η προσπάθεια ενός ξαναμοιράσματος του κόσμου στην οικονομική βάση του ανώτατου μονοπωλιακού κέρδους.

Στην οικονομική βάση του μονοπωλιακού κέρδους δεν μπαίνει για ξαναμοίρασμα μόνο ο χώρος της παλιάς αποικιοκρατίας και των εξαρτημένων χωρών, μπαίνει και ίδιος ο καθ’ αυτός εθνικός ιμπεριαλιστικός χώρος σε πρώτη γραμμή, σαν κύρια τάση δημιουργίας των εξελίξεων.

Αυτή είναι η επιχειρούμενη καπιταλιστική αναδιάρθρωση, ο νέος παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός καταμερισμός εργασίας, η νέα τάξη πραγμάτων.

Ιδιοποίηση του Μαρξισμού από την αστική τάξη

Η ολοκληρωτική κριτική στον ιμπεριαλισμό από τη μεριά του επαναστατικού Μαρξισμού, του Μαρξισμού -Λενινισμού είναι σήμερα απόλυτα αναγκαία. Καθώς η αστική ιδεολογία για δεύτερη φορά, με φορείς τα κομμουνιστικά κόμματα ιδιοποιήθηκε τον Μαρξισμό.

Την πρώτη φορά με φορέα τη σοσιαλδημοκρατία, που η εμφάνιση του μονοπωλίου την έκανε απολογητή της κεφαλαιοκρατίας, η αστική ιδεολογία ηττήθηκε από το Λένιν θεωρητικά και πολιτικά ανοίγοντας με την προλετα­ριακή επανάσταση τη νέα ανώτερη φάση των κοινωνικών σχέσεων.

Στην μεταοκτωβριανή όμως περίοδο μέσα από τις τεράστιες αντιφατικότητες των μεταβατικών κοινωνιών, τα κομμουνιστικά κόμματα τραβούν το δρόμο μιας αστικής προσαρμογής, που ολοκληρώνεται ιδεολογικά στη θεωρία της «επιστημονικοτεχνικής επανάστασης», πράγμα που ισοδυναμεί με ολοκληρωτική παραίτηση από τη Λενινιστική θεωρία του ιμπεριαλισμού.

Από τα κομμουνιστικά κόμματα σήμερα αυτό αναγνωρίζεται και τυπικά με την ίδια την αλλαγή του τίτλου τους.

Η σημερινή κατάσταση στο παγκόσμιο κομ­μουνιστικό κίνημα, ισοδυναμεί με μια παγκόσμιου χαρακτήρα διάσπαση, με πολύ δυσμε­νείς βέβαια όρους για τις επαναστατικές Μαρξιστικές – Λενινιστικές δυνάμεις, τουλά­χιστον προσωρινά.

Αντικειμενικά όμως αυτή η πορεία και η κατάληξή τους, περιέχει τους όρους επανίδρυσης του κομμουνιστικού επαναστατικού κινήματος και της χειραφέτησής του από την αστική ιδεολογία.

Η πορεία μιας τέτοιας προσπάθειας και στόχου είναι βέβαια τεράστια δύσκολη.

Δεν είναι μόνο οι παλιοί μηχανισμοί που θα δώσουν τη μάχη ύπαρξης τους ενσωματωμένοι πιο οργανικά στην αστική ιδεολογία, είναι και διάφορες μικρές ή μεγάλες συνιστώσες που αποσπάστηκαν από τα κομμου­νιστικά κόμματα προς διάφορες κατευθύνσεις.

Συνιστώσες που είτε απορρίπτουν πιο καθαρά και χωρίς περιστροφές την επανα­στατική προοπτική απ’ ότι οι μήτρες, είτε κατευθύνονται σε μια δογματική αντίληψη του Μαρξισμού – Λενινισμού, θεωρώντας ανεξέλεγκτη ομόκυκλη και ομοιεπίπεδη την πραγματικότητα του μονοπωλιακού ιμπεριαλισμού.

Οι συνιστώσες αυτές καλύπτουν μια τεράστια γκάμα αποχρώσεων με κοινά όμως τα βασικά τους χαρακτηριστι­κά. Έχει μια ειδική σημασία η κριτική σ’ αυτές τις συνιστώσες και ομάδες τόσο στα βασικά όσο και στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, π.χ. στο ΝΑΡ και την ουσιαστική άρνηση του νόμου της αξίας σαν μετά-ιμπεριαλιστικής πραγματικότητας ή ακόμα στα παραδοσιακά κομμάτια με Μαρξιστικούς – Λενινιστικούς τίτλους, που παρά την εξελικτική τους πορεία, παραμένουν στην τυπική – ποσοτι­κή επιφάνεια των φαινομένων της ιμπεριαλιστικής εποχής μας.

Πολλά και πολύπλοκα προβλήματα για τη δυνατότητα και την πορεία της επαναστατικής εξέλιξης μπαίνουν σήμερα.

Η κατάρρευση του πρώην σοσιαλιστικού στρατοπέδου το οποίο εθεωρείτο η βάση και η κύρια δύναμη της επαναστα­τικής εξέλιξης, πολυπλοκοποιεί, βάζει εξ αρχής κεφαλαιώδη ζητήματα :

Πως, που και πότε θα υπάρξει ο αδύνατος ιμπεριαλιστι­κός κρίκος μιας επαναστατικής θύελλας;

Είναι δυνατή η επανάσταση και πραγματοποίηση μιας μεταβατικής κοινωνίας, έξω από τις καθ’ αυτό ιμπεριαλι­στικές χώρες;

Πως διαμορφώνονται οι νέοι ιμπεριαλιστικοί άξονες και οι ισορροπίες τους;

Το εθνικοανεξαρτησιακό κίνημα τι χαρακτήρα παίρνει στις μέρες μας κ.λ.π.

Η απάντηση όσο πολύπλοκη και να είναι δυνατή από την πλευρά του επαναστατικού Μαρξισμού.

Η πραγματική ιδεολογική και οργανωτική σύγκλιση του επαναστατικού δυναμικού, θα προωθηθεί μέσα από τις προσπάθειες εμβάθυνσης σ’ όλα τα προβλήματα που βάζει σήμερα η ανάγκη επαναστατικού περάσματος σε μια νέα ανώτερη φάση κοινωνικών σχέσεων, σαν η μοναδική διέ­ξοδος στην πραγματικότητα της κρίσης του ιμπεριαλισμού και της απόλυτης αντιδραστικότητάς του.

Η θέση της Ελλάδας στο νέο παγκόσμιο καπιταλιστικό καταμερισμό εργασίας

Οι εξελίξεις στη Βαλκανική στο βάθος τους αποκαλύ­πτουν ότι η ένταξή της στη νέα τάξη πραγμάτων στο νέο παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας, δεν θα πραγματοποιηθεί ούτε καν εθνικά – αυτόνομα, αλλά σαν μέρος μιας ευρύτερης γεωπολιτικής ενότητας στη Βαλκανική, κάτω από την ηγεμονική ομπρέλα, κάποιου ιμπεριαλιστικού κέν­τρου.

Στα πλαίσια αυτά, η όποια νέα θέση της, θα περάσει μέσα από ευρύτερες και πρωτοφανείς ανταγωνιστικές σχέσεις με τις άλλες χώρες της περιοχής, σχέσεις και συγκρούσεις μέσα από τις οποίες θα προβάλλουν οι συγκρούσεις των μεγάλων ιμπεριαλιστικών συμφερόντων.

Η αποβιομηχάνιση – αποκεφαλαιοποίηση που συντελείται ήδη θα ενταθεί ακόμη περισσότερο, καθώς ο βασικός όρος της διαδικασίας ολοκλήρωσης θάναι το ανώτατο μονοπω­λιακό κέρδος.

Ο διαλαλούμενος εκσυγχρονισμός αυτό ακριβώς εκφράζει. Η διάλυση των προβληματικών, οι αποκρατικοποιήσεις, οι εξυγιάνσεις των απολυμένων είναι τα πρώτα αποτελέσματα.

Ο στρατηγικός χώρος που περικλείει η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τους πολλαπλούς ιμπεριαλιστικούς ανταγωνι­σμούς:

  •         Στα πλαίσια της ΕΟΚ από τη γενικότερη διαπάλη ευρωπαϊκής ηγεμόνευσης.
  •         Στα πλαίσια της Βαλκανικής, της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής σαν κεντρικό στοιχείο της διαπάλης για παγκόσμια ηγεμονία, ανάμεσα στους Αμερικάνους και τον Ευρωπαϊκό Ιμπεριαλισμό, αλλά και του νεοαναδυόμενου επίδοξου ιμπεριαλιστή της Ανατολής, τη «νέα» Ρωσία.

Ο καπιταλισμός «νίκησε» λοιπόν,
εμπρός να θάψουμε το άταφο πτώμα του…

                                                                                                                               Μάης 1992